Kathimerini.gr
Ο ηγέτης της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ, είχε υπό την επίβλεψή του, επί σειρά ετών, μια μυστική αστυνομική δύναμη τα μέλη της οποίας παρακολουθούσαν και κατέγραφαν τις κινήσεις των απλών Παλαιστινίων πολιτών στη Λωρίδα της Γάζας, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον τους κυρίως στους νέους, στους δημοσιογράφους και σε όσους τολμούσαν να αμφισβητούν την ίδια τη Χαμάς.
Η εν λόγω μονάδα, γνωστή και ως Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας (General Security Service), βασιζόταν σε ένα δίκτυο πληροφοριοδοτών εντός της Γάζας, κάποιοι από τους οποίους κατασκόπευαν ακόμη και τους γείτονές τους.
Όσο για το αντικείμενο αυτών των παρακολουθήσεων, εκείνες εκτείνονταν πέρα από όσα θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς κινδύνους για την ασφάλεια καθώς στο στόχαστρο των κατασκόπων έμπαιναν ακόμη και οι… εξωσυζυγικές σχέσεις των πολιτών, σύμφωνα με όσα αναφέρουν σε μακροσκελές δημοσίευμά τους οι Τάιμς της Νέας Υόρκης.
Ο ηγέτης της Χαμάς, Γιαχία Σινουάρ (AP Photo/Adel Hana)
Σύμφωνα με το ίδιο δημοσίευμα, «η Χαμάς ηγούνταν ενός καταπιεστικού συστήματος διακυβέρνησης στη Γάζα και πολλοί Παλαιστίνιοι γνώριζαν ότι αξιωματούχοι ασφαλείας τους παρακολουθούν στενά». Ωστόσο, «μια παρουσίαση 62 διαφανειών σχετική με τις δραστηριότητες της Υπηρεσίας Γενικής Ασφαλείας, που παραδόθηκε στο Ισραήλ μόλις λίγες εβδομάδες πριν από την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, αποκαλύπτει τον βαθμό στον οποίο η εν πολλοίς άγνωστη μονάδα είχε διεισδύσει στις ζωές των Παλαιστινίων», γράφουν οι New York Times.
Τα έγγραφα, που έχουν στη διάθεσή τους και εξέτασαν οι NY Times, δείχνουν ότι «οι ηγέτες της Χαμάς, παρά το γεγονός ότι ισχυρίζονταν ότι εκπροσωπούν τον λαό της Γάζας, δεν ανέχονταν την παραμικρή διαφωνία» στις περιοχές όπου ασκούσαν έλεγχο.
«Αξιωματούχοι ασφαλείας παρακολουθούσαν δημοσιογράφους (σ.σ. μεταξύ αυτών και ξένους, όπως για παράδειγμα την Ολλανδή Monique van Hoogstraten που είχε επισκεφθεί τα σύνορα Ισραήλ-Γάζας το 2018) και άτομα που υποπτεύονταν για ανήθικη συμπεριφορά. Πράκτορες έσβηναν τις επικρίσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και συζητούσαν τρόπους δυσφήμισης των πολιτικών τους αντιπάλων. Οι πολιτικές διαμαρτυρίες αντιμετωπίζονταν ως απειλές που έπρεπε να υπονομευθούν» ενώ στο στόχαστρο παρακολούθησης έμπαιναν και τα μέλη άλλων οργανώσεων όπως για παράδειγμα της Παλαιστινιακής Ισλαμικής Τζιχάντ και της PLO (Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης).
«Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τους βομβαρδισμούς των κατοχικών δυνάμεων και την καταστολή των τοπικών αρχών», δήλωσε στο πλαίσιο τηλεφωνικής συνέντευξης που παραχώρησε από τη Γάζα ο 51χρονος δημοσιογράφος Ehab Fasfous ο οποίος είχε στο πρόσφατο παρελθόν βρεθεί στο στόχαστρο ανδρών της Χαμάς που επιχείρησαν να τον εκφοβίσουν αλλά και να τον δυσφημίσουν, όπως καταγγέλλει.
«Αν δεν είσαι μαζί τους (σ.σ. με τη Χαμάς), θεωρείσαι άθεος, άπιστος και αμαρτωλός», δηλώνει ο κ. Fasfous, καταγγέλλοντας ότι άνδρες της Χαμάς του είχαν κατασχέσει το κινητό τηλέφωνο τον Αύγουστο του 2023 από το οποίο όμως εν συνεχεία έστειλαν ερωτικά μηνύματα σε μια συνάδελφό του σε μια προσπάθεια να τον δυσφημίσουν.
Οι απλοί κάτοικοι της Γάζας βρέθηκαν εγκλωβισμένοι μεταξύ αντιπάλων δυνάμεων, αντιμετωπίζοντας τον ισραηλινό αποκλεισμό από τη μία πλευρά (στον οποίο έχουν, εν τω μεταξύ, προστεθεί και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ισραηλινών) και την καταστολή της ιδίας της Χαμάς από την άλλη, γράφουν οι συντάκτες Adam Rasgon and Ronen Bergman στους New York Times.
Τα έγγραφα που εξέτασαν οι NY Times τους δόθηκαν από αξιωματούχους της διεύθυνσης στρατιωτικών πληροφοριών του Ισραήλ οι οποίοι δήλωσαν ότι τα κατάσχεσαν στο πλαίσιο επιδρομών στη Γάζα.
Στη συνέχεια ωστόσο, οι δημοσιογράφοι των NY Times πήραν συνεντεύξεις από άτομα που κατονομάζονταν στα εν λόγω έγγραφα.
Τα έγγραφα που εξετάστηκαν από την εφημερίδα της Νέας Υόρκης καλύπτουν την περίοδο από τον Οκτώβριο του 2016 έως και τον Αύγουστο του 2023. Η διεύθυνση στρατιωτικών πληροφοριών του Ισραήλ υποστηρίζει ότι έχουν περιέλθει εις γνώσιν της αρχεία με πληροφορίες για τουλάχιστον 10.000 Παλαιστίνιους της Γάζας.
Η Υπηρεσία Γενικής Ασφαλείας (General Security Service) είναι -επισήμως- μέρος του πολιτικού κόμματος της Χαμάς, πλην όμως λειτουργεί σαν μέρος της κυβέρνησης. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι NY Times επικαλούμενοι παλαιστινιακές πηγές, αυτή η μονάδα ήταν ένας από τους τρεις ισχυρούς βραχίονες εσωτερικής ασφάλειας στη Γάζα. Οι άλλοι δύο ήταν: η Στρατιωτική Υπηρεσία Πληροφοριών η οποία συνήθως επικεντρώνεται στο Ισραήλ, και η Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας που ανήκει στο υπουργείο Εσωτερικών.
Σύμφωνα με τα αρχεία που εξέτασαν οι New York Times, η General Security Service είχε 856 άτομα ως προσωπικό πριν από τον τρέχοντα πόλεμο και μηνιαίες δαπάνες ύψους περίπου 120.000 δολαρίων. Από τα περίπου 850 άτομα που προσέφεραν τις υπηρεσίες τους σε αυτήν τη μονάδα, περισσότερα από 160 πληρώνονταν για να διαδίδουν την προπαγάνδα της Χαμάς και να εξαπολύουν διαδικτυακές επιθέσεις εναντίον αντιπάλων εντός αλλά και εκτός των συνόρων της Λωρίδας της Γάζας.
Οι ισραηλινές υπηρεσίες πληροφοριών εκτιμούν ότι ο Γιαχία Σινουάρ είχε υπό την άμεση επίβλεψή του την General Security Service.
«Αυτή η Υπηρεσία Γενικής Ασφάλειας είναι ακριβώς όπως η Στάζι της Ανατολικής Γερμανίας», δηλώνει ο Michael Milshtein, πρώην αξιωματικός των ισραηλινών στρατιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών με ειδίκευση στις παλαιστινιακές υποθέσεις.
«Υπάρχουν πολλοί πολίτες που αυτολογοκρίνονται καθώς δεν θέλουν να έχουν προβλήματα με την κυβέρνηση της Χαμάς», δηλώνει, από την πλευρά του, ο Mkhaimar Abusada, καθηγητής πολιτικών επιστημών από την πόλη της Γάζας.
Με πληροφορίες από the New York Times