Kathimerini.gr
Στις 20 Ιουλίου, η Κομισιόν πρότεινε ένα ευρωπαϊκό σχέδιο «με σκοπό τη μείωση της χρήσης αερίου στην Ευρώπη κατά 15% έως την επόμενη άνοιξη», όπως σημειώνεται στην σχετική ανακοίνωση.
Πιο συγκεκριμένα, με επιχείρημα την απειλή «νέων περικοπών του εφοδιασμού με αέριο από τη Ρωσία, λόγω της επιλογής του Κρεμλίνου να χρησιμοποιεί τις εξαγωγές αερίου ως όπλο», η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσιάστηκε να «προτείνει νέο κανονισμό… σχετικά με τα συντονισμένα μέτρα μείωσης της ζήτησης αερίου». Έναν νέο κανονισμό που «θέτει ως στόχο για όλα τα κράτη μέλη τη μείωση της ζήτησης αερίου κατά 15% μεταξύ της 1ης Αυγούστου 2022 και της 31ης Μαρτίου 2023», όπως αναφέρεται.
Στο ίδιο πλαίσιο, σύμφωνα με την σχετική ανακοίνωση της Κομισιόν, «τα κράτη μέλη θα πρέπει να επικαιροποιήσουν τα εθνικά τους σχέδια έκτακτης ανάγκης έως το τέλος Σεπτεμβρίου στα οποία θα παρουσιάζουν τον τρόπο με τον οποίο προτίθενται να επιτύχουν τον στόχο μείωσης και θα πρέπει να υποβάλλουν έκθεση προόδου στην Επιτροπή κάθε δύο μήνες», ενώ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή από την πλευρά της, «για να βοηθήσει τα κράτη μέλη να επιτύχουν τις αναγκαίες μειώσεις της ζήτησης», ενέκρινε ένα ευρωπαϊκό σχέδιο «το οποίο καθορίζει τα μέτρα, τις αρχές και τα κριτήρια για συντονισμένη μείωση της ζήτησης».
Στην σχετική επίσημη ανακοίνωση αναφέρεται, όμως, και κάτι άλλο: πως «Ο νέος κανονισμός θα δώσει επίσης στην Επιτροπή τη δυνατότητα να κηρύξει, μετά από διαβούλευση με τα κράτη μέλη, “κατάσταση επιφυλακής στην Ένωση” σχετικά με την ασφάλεια του εφοδιασμού, επιβάλλοντας υποχρεωτική μείωση της ζήτησης αερίου σε όλα τα κράτη μέλη.»
Μόλις λίγες ώρες ωστόσο έπειτα από την προαναφερθείσα ανακοίνωση, θα άρχιζαν να βγαίνουν στο προσκήνιο οι πρώτες ενδοευρωπαϊκές αντιδράσεις.
«Η Ισπανία δεν υποστηρίζει αυτήν την πρόταση», δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου η υπουργός Οικολογικής Μετάβασης Τερέζα Ριμπέρα, εκφράζοντας λύπη που αυτό το σχέδιο δεν αποτέλεσε προηγουμένως αντικείμενο συζήτησης.
«Θα αντιταχθούμε στην επιβολή υποχρεώσεων που υπερβαίνουν, σε επίπεδο προσπαθειών, αυτό μου μας αναλογεί», δήλωσε χαρακτηριστικά η Ισπανίδα υπουργός σύμφωνα με την οποία το συγκεκριμένο σχέδιο δεν είναι ούτε το πιο αποτελεσματικό ούτε το πιο δίκαιο.
Αντιδράσεις είχαμε όμως και από την πλευρά της Πορτογαλίας, με τον αρμόδιο για την Ενέργεια υπουργό να διαμηνύει πως η χώρα του δεν πρόκειται να υποστηρίξει το σχέδιο που αποσκοπεί στη μείωση κατά 15% της ευρωπαϊκής ζήτησης φυσικού αερίου.
Σε ανάλογο πνεύμα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος της Ελλάδας Γιάννης Οικονόμου ανέφερε πως και η ελληνική κυβέρνηση «δεν συμφωνεί επί της αρχής με την πρόταση της Κομισιόν για μείωση 15% της κατανάλωσης του φυσικού αερίου».
Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε και ο υπουργός Ενέργειας της χώρας, Κώστας Σκρέκας, μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ.
«Η Ελλάδα, όπως και αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, είναι αντίθετη στην πρόταση της Κομισιόν για υποχρεωτική μείωση, κατά 15% της κατανάλωσης φυσικού αερίου, εάν τελικά διακοπεί η τροφοδοσία από τη Ρωσία», τόνισε ο κ. Σκρέκας και συνέχισε εξηγώντας ότι το 70% του φυσικού αερίου που εισάγει η χώρα μας χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος, όπερ σημαίνει πως μειώσεις θα προκαλούσαν προβλήματα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Ο υπουργός Ενέργειας ανέφερε, επιπλέον, ότι μία τέτοια μείωση δεν πρόκειται να συμβάλλει στην ενίσχυση των βόρειων χωρών όπως η Γερμανία και η Αυστρία οι οποίες έχουν και το μεγαλύτερο πρόβλημα. Ο κ. Σκρέκας διευκρίνισε ότι η Ελλάδα έχει ήδη εκφράσει τη διαφωνία της με την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενώ έχει προβεί και σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για να εξασφαλίσει ενεργειακή επάρκεια.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι το συγκεκριμένο θέμα πρόκειται να συζητηθεί στις 26 Ιουλίου, στο Συμβούλιο των Υπουργών Ενέργειας της ΕΕ (Έκτακτο Συμβούλιο Μεταφορών, Τηλεπικοινωνιών και Ενέργειας).
Δεν είναι, ωστόσο, μόνο η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα που αντιδρούν.
Σύμφωνα με όσα αναφέρει το πρακτορείο Reuters, επικαλούμενο ευρωπαϊκές πηγές, τουλάχιστον 12 από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ έχουν εκφράσει ανησυχίες και ενστάσεις αναφορικά με το σχέδιο του 15% που ανακοινώθηκε.
Για πολλούς, το βασικό αγκάθι έχει να κάνει με το εάν η ΕΕ μπορεί να έχει την εξουσία να επιβάλλει κάποιους στόχους ως δεσμευτικούς. Σύμφωνα με το Reuters, η Δανία, η Γαλλία, η Ιρλανδία, η Ιταλία, η Μάλτα, η Ολλανδία, η Πολωνία και η Πορτογαλία ήταν μεταξύ των κρατών που δήλωσαν ότι οι Βρυξέλλες δεν γίνεται να κάνουν κάτι τέτοιο χωρίς να έχουν προηγουμένως λάβει υπόψη τις θέσεις (και τα ενδεχόμενα βέτο) όλων των μεμονωμένων κρατών μελών.
«Τα κράτη μέλη θέλουν να έχουν τη δυνατότητα να ενεργοποιούν μόνα τους μηχανισμούς αντιμετώπισης κρίσεων. Αυτό δεν είναι κάτι που θα ήθελαν να εκχωρήσουν στην Κομισιόν», εξηγεί ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος μιλώντας στο Reuters.