Kathimerini.gr
Γιάννης Παλαιολόγος
Έντονες αντιδράσεις προκαλεί η πολυαναμενόμενη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συμπεριλάβει, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, την πυρηνική ενέργεια και το φυσικό αέριο στην πράσινη κατηγορία στο πλαίσιο της Ταξινομίας της Ε.Ε. για τη βιώσιμη χρηματοδότηση.
Παράλληλα, ειδικά σχετικά με το φυσικό αέριο (ηλεκτροπαραγωγή, συμπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και θερμότητας, τηλεθέρμανση), η απόφαση περιλαμβάνει στοιχεία αμφισημίας που συνεπάγονται σημαντική αβεβαιότητα, καθώς αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο μονάδες ηλεκτροπαραγωγής που χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο ορυκτό καύσιμο να ορίζονται ως βιώσιμες αλλά ταυτόχρονα ως πηγές σημαντικής βλάβης («significant harm») για το περιβάλλον.
Είναι ενδεικτικό των παθών που διεγείρει το ζήτημα ότι η ανακοίνωση του σχεδίου απόφασης, που είχε καθυστερήσει μήνες και που αναμενόταν στις 22 Δεκεμβρίου αλλά αναβλήθηκε εκ νέου, δημοσιεύθηκε τελικά την 1η Ιανουαρίου. Η Κομισιόν βρίσκεται σε διαβουλεύσεις ως τις 12 Ιανουαρίου με τα κράτη-μέλη για την τελική μορφή της επίμαχης πράξης κατ’ εξουσιοδότηση (Delegated Act). Όπως ανέφερε αρμόδιος κοινοτικός αξιωματούχος σε ενημέρωση προ ολίγου, η προσδοκία της Επιτροπής είναι η τελική υιοθέτηση της πράξης να γίνει πριν το τέλος Ιανουαρίου.
Στη συνέχεια, το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα έχουν τέσσερις συν δύο μήνες για να εξετάσουν την απόφαση, η οποία μπορεί να ανατραπεί μόνο με την ψήφο της (απλής) πλειοψηφίας των ευρωβουλευτών ή της ειδικής πλειοψηφίας των κρατών-μελών (τουλάχιστον 20 κράτη-μέλη που να αποτελούν τουλάχιστον το 65% του πληθυσμού της Ένωσης).
Η νέα γερμανική κυβέρνηση δεν άργησε να στηλιτεύσει την απόφαση της Κομισιόν. Την ίδια μέρα που δημοσιεύθηκε η ανακοίνωση, τόσο ο υπουργός Οικονομίας και αντικαγκελάριος Ρόμπερτ Χάμπεκ όσο και η υπουργός Περιβάλλοντος Στέφι Λέμκε (αμφότεροι από το κόμμα των Πρασίνων), άσκησαν δριμεία κριτική στην επιλογή να ταξινομηθεί η πυρηνική ενέργεια ως πράσινη. Ο κ. Χάμπεκ μάλιστα είπε ότι η χώρα του δεν θα στηρίξει την απόφαση. Τη μέρα πριν εκδοθεί η ανακοίνωση της Κομισιόν, η Γερμανία έκλεισε τρία από τα έξι εναπομείναντα πυρηνικά της εργοστάσια.
Αντίστοιχα επικριτικές για τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας στην πράσινη ταξινομία – που συνεπάγεται χρηματοδότηση με καλύτερους όρους – ήταν οι κυβερνήσεις της Αυστρίας και του Λουξεμβούργου. Η υπουργός Προστασίας του Κλίματος της Αυστρίας, Λεονόρε Γκεβέσλερ, μάλιστα, απείλησε ότι η Βιέννη θα οδηγήσει την Κομισιόν στο Δικαστήριο της Ε.Ε. αν επιμείνει στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας. Η Αυστρία έχει καταργήσει τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας ήδη από τη δεκαετία του ’70, ενώ αντιτάσσεται και στην ταξινόμηση του φυσικού αερίου ως περιβαλλοντικά βιώσιμου καυσίμου.
Το θέμα της Ταξινομίας της Ε.Ε. ήταν από τα πλέον εκρηκτικά κατά τη Σύνοδο Κορυφής της 16ης Δεκεμβρίου (ήταν μάλιστα ο βασικός λόγος που δεν υπήρξαν κοινά συμπεράσματα για την ενέργεια). Η Γαλλία και άλλες 14 χώρες υποστηρίζουν σθεναρά τη συμπερίληψη της πυρηνικής ενέργειας στην πράσινη κατηγορία, θεωρώντας ότι οι στόχοι της ενεργειακής ασφάλειας και της επίτευξης της κλιματικής ουδετερότητας ως το 2050 είναι ανέφικτοι χωρίς αυτήν. Εν τω μεταξύ, η γερμανική στάση κατά της πυρηνικής ενέργειας και η παράλληλη στήριξη της χρήσης αερίου, στο πλαίσιο της (εκτός γεωπολιτικού απροόπτου) επικείμενης λειτουργίας του ρωσο-γερμανικού αγωγού Nord Stream 2, έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.
Στη σχετική ανακοίνωση για το σχέδιο απόφασης, η Κομισιόν αναφέρει ότι οι συγκεκριμένες μορφές ενέργειας θα ταξινομούνται ως πράσινες υπό «σαφείς και αυστηρούς όρους». Για παράδειγμα, τα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με φυσικό αέριο θα χαρακτηρίζονται πράσινα μόνο αν οι εκπομπές τους περιορίζονται κάτω από τα 270 γραμμάρια ισοδύναμου CO2 ανά KWh ή αν οι ετήσιες εκπομπές περιορίζονται στο χαμηλό επίπεδο των 550 κιλών ισοδύναμου C02 σε βάθος 20ετίας· αν έχουν λάβει άδεια κατασκευής πριν τις 31.12.2030· αν η παραγωγή τους δεν μπορεί να αντικατασταθεί από ανανεώσιμες πηγές· και αν αντικαθιστούν πιο ρυπογόνα εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής με τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Επιπλέον, οι μονάδες αυτές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα καύσης αποκλειστικά αερίων χαμηλών ή μηδενικών εκπομπών από το τέλος του 2035 (από 30% την 1.1.2026 και 55% την 1.1.2030). Οι στόχοι αυτοί – ο τελικός και οι ενδιάμεσοι – θεωρούνται εξαιρετικά φιλόδοξοι.
Ωστόσο, στο σχετικό παράρτημα, η «σημαντική βλάβη» ορίζεται ως εκπομπές άνω του ορίου των 270 γραμμαρίων. Αυτό σημαίνει ότι μία μονάδα φυσικού αερίου μπορεί να θεωρείται ταυτόχρονα δυνητικά βιώσιμη (βάσει του κριτηρίου των ετήσιων εκπομπών σε βάθος 20ετίας) αλλά και ως πηγή σημαντικής βλάβης για το περιβάλλον, με πιθανές μείζονες επιπτώσεις στους όρους χρηματοδότησης.
Τα πυρηνικά εργοστάσια, αντίστοιχα, θα θεωρούνται «βιώσιμα» αν η χώρα όπου λειτουργούν μπορεί να διασφαλίσει ότι δεν προκαλούν σημαντική βλάβη στο περιβάλλον, ειδικότερα όσον αφορά τη διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων. Αυτό θα ισχύσει για όλα τα πυρηνικά εργοστάσια που θα λάβουν άδεια κατασκευής ως το 2045 – και περιλαμβάνει την υποχρέωση κατασκευής χώρων βαθιάς γεωλογικής απόθεσης των αποβλήτων υψηλού επιπέδου ως το 2050. Όπως παραδέχθηκε αξιωματούχος της Κομισιόν που ειδικεύεται στα θέματα αυτά, αυτή τη στιγμή δεν λειτουργεί πουθενά στον κόσμο τέτοιος χώρος απόθεσης. «Ο πρώτος θα λειτουργήσει στη Φινλανδία το 2024», όπως ανέφερε, ενώ πριν το τέλος της δεκαετίας θα ακολουθήσουν η Σουηδία και η Γαλλία.
Η νέα απόφαση επιβάλλει, επιπλέον, ενισχυμένες υποχρεώσεις διαφάνειας σχετικά με τη χρηματοδότηση πυρηνικών εγκαταστάσεων και εργοστασίων φυσικού αερίου, ώστε οι υποψήφιοι επενδυτές να γνωρίζουν σε τι επενδύουν.