![](https://www.kathimerini.com.cy/assets/modules/wnp/articles/202502/547974/images/b_eutrumpreuters.jpg)
Η τεχνητή επιδείνωση των συνθηκών του διεθνούς εμπορίου που επιχειρεί η Ουάσιγκτον υπό τον Ντόναλντ Τραμπ και οι αντιδράσεις των χωρών που πλήττονται από τους δασμούς της νέας αμερικανικής ηγεσίας, σε ένα πλαίσιο όπου συνεχίζονται περιφερειακές συγκρούσεις με σημαντικές διαστάσεις, καθιστούν την Ευρωπαϊκή Ενωση μια «νησίδα» εμπορικής γαλήνης και ελευθερίας σε μια μανιασμένη θάλασσα μέτρων και αντιμέτρων προστατευτισμού.
Οπως επισημαίνει σε ανάλυσή του ο Economist, σε μια εποχή εμπορικού πολέμου με δασμούς και αντίμετρα, η Ε.Ε. αποτελεί μια σπάνια εξαίρεση υπέρ του ελεύθερου εμπορίου, αν και με τρόπο ανορθόδοξο.
Λίγες από τις μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες της ανταγωνίζονται με επιτυχία εκείνες από τις ΗΠΑ και την Κίνα, τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Η διαπραγμάτευση μιας εμπορικής συμφωνίας με την Ε.Ε. σημαίνει ότι οι άλλες χώρες πρέπει να αποδεχτούν ότι η σαμπάνια μπορεί να προέρχεται μόνο από τη βόρεια περιοχή της Γαλλίας ή η φέτα μόνο από την Ελλάδα. Παράλληλα στην Ευρώπη, έστω ένας υπαινιγμός μιας συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών φέρνει αγρότες από όλη την Ενωση να κατεβαίνουν στις Βρυξέλλες και να ρίχνουν αυγά και κοπριά σε πολιτικούς και τεχνοκράτες.
Παρά ταύτα, επισημαίνει ο Economist, η Ε.Ε. παραμένει σθεναρός υποστηρικτής του ελεύθερου εμπορίου, όπως δημιουργήθηκε με αμερικανική πρωτοβουλία στον 20ό αιώνα. Πολλές μικρότερες οικονομίες, από την Κόστα Ρίκα μέχρι την Ιαπωνία, παραμένουν προσηλωμένες στους περιορισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου. Αλλά από τα τρία μεγάλα οικονομικά μπλοκ του κόσμου (ΗΠΑ, Κίνα και Ευρώπη), η Ε.Ε. είναι η μόνη που θα μπορούσε εύλογα να κρυφτεί πίσω από εμπορικούς περιορισμούς –αφήνοντας τις επιχειρήσεις της να εξυπηρετούν μια αγορά άνω των 400 εκατ. πλούσιων καταναλωτών– αλλά μέχρι στιγμής έχει αποφασίσει να μην το κάνει.
Το να είσαι σε αυτή τη μεγάλη λέσχη ανοιχτής οικονομίας εκνευρίζει κάποιους πολιτικούς. Ετσι ο Economist διερωτάται, είναι η Ε.Ε. αφελής ακολουθώντας τους παγκόσμιους κανόνες που άλλοι έχουν εγκαταλείψει εδώ και πολύ καιρό; Μπορεί η Ευρώπη να αντέξει οικονομικά να παραμείνει ο τελευταίος ελεύθερος έμπορος στον κόσμο;
Η γρήγορη απάντηση της βρετανικής επιθεώρησης είναι πως η Ε.Ε. δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο παρά να συνεχίσει όπως έχει. Η ανησυχία των Ευρωπαίων για τα μέτρα Τραμπ είναι απολύτως φυσιολογική, αφού η Ε.Ε. στηρίζεται από τη γέννησή της στην ιδέα του ελεύθερου εμπορίου.
Μονόδρομος
Πέρα όμως και από το ιδεολογικό, και παρά τη διαρκή περίοδο οικονομικής αναιμίας, η Ε.Ε. είναι μια δύναμη εισαγωγών και εξαγωγών. Η Ελλάδα, η Κύπρος και οι υπόλοιπες 25 χώρες της πωλούν περισσότερα αγαθά σε ξένους από οποιονδήποτε άλλον εκτός από την Κίνα και υστερούν μόνον έναντι της Αμερικής όσον αφορά στην αγορά τους.
Παρά τη μικρότερη οικονομία της, η Ε.Ε. ξεπερνά τις ΗΠΑ σε απόλυτους αριθμούς: Στέλνει και λαμβάνει αγαθά εκτός του μπλοκ αξίας 29% του ΑΕΠ, έναντι 19% για την Αμερική. Το πλεόνασμα του εμπορίου πέρα από τα σύνορα των χωρών-μελών είναι ζωτικής σημασίας για την ευρωπαϊκή οικονομία, αν μη τι άλλο δεδομένου ότι οι ίδιοι οι καταναλωτές (και πολλές κυβερνήσεις) είναι σκληροί. «Η Ευρώπη βασίζεται στις εξαγωγές περισσότερο από άλλες περιοχές», επισημαίνει ο Μπραντ Σέτσερ του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων, μιας αμερικανικής δεξαμενής σκέψης.
Δύο προοπτικές στοιχειώνουν την Ε.Ε., πάντα κατά τον Economist: Η πρώτη είναι μια αναπόφευκτη εμπορική σύγκρουση με τον Τραμπ, ο οποίος αποκαλεί την Ε.Ε. «θηριωδία» στο εμπόριο και έχει υποσχεθεί να επιβάλει τους αγαπημένους του δασμούς, όπως έκανε στην πρώτη του θητεία. Οταν η απειλή τεθεί σε εφαρμογή, αυτό θα περιορίσει τις εξαγωγές της Ευρώπης στη μεγαλύτερη αγορά της, κι ενώ η οικονομία της βρίσκεται σε λήθαργο.
Ο δεύτερος φόβος είναι πώς θα αντιδράσει η Κίνα όταν βρεθεί στο στόχαστρο του αμερικανικού προστατευτισμού. Με τη δική της μεγαλύτερη ξένη αγορά να περιορίζεται ολοένα και περισσότερο, η Κίνα μπορεί να εκτρέψει τα αγαθά προς την ακόμη ανοιχτή Ε.Ε., προκειμένου να διατηρήσει τα εργοστάσιά της σε λειτουργία. Αν και οι καταναλωτές στις 27 χώρες-μέλη θα επωφεληθούν από τα φθηνά προϊόντα, οι ευρωπαϊκές εταιρείες που κατασκευάζουν αυτοκίνητα, πλυντήρια πιάτων και παρόμοια ήδη θα υποφέρουν. Οι πολιτικοί είναι απίθανο να το ανεχθούν αυτό. Η αύξηση των κινεζικών ηλεκτρικών οχημάτων που κατευθύνονταν προς την Ε.Ε. πέρυσι ώθησε τους 27 να επιβάλουν δασμούς έως και 35%, υποτίθεται ότι για να αντισταθμίσουν το πλεονέκτημα που αποκομίζουν οι κινεζικές εταιρείες από τις κρατικές τους επιδοτήσεις.
Ανάγκη για νέους εταίρους
Αυτή η ανησυχία για την πτώση των εξαγωγών και την αύξηση των εισαγωγών έρχεται να προστεθεί σε έναν αυξανόμενο σκεπτικισμό στους διαδρόμους εξουσίας εντός της Ε.Ε. ως προς τα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου. Αυτές τις ημέρες δεν είναι μόνο οι Ευρωπαίοι αγρότες που διαμαρτύρονται για τις εισαγωγές. «Το εμπόριο είχε να κάνει με την οικονομία, τώρα έχει να κάνει και με τη γεωπολιτική», λέει ο Γιάκομπ Κίρκεχααρντ του Ινστιτούτου Bruegel, της γνωστής δεξαμενής σκέψης στις Βρυξέλλες.
Οι αλυσίδες εφοδιασμού που εκτείνονται σε ολόκληρο τον κόσμο θεωρούνταν κάποτε πολύτιμες. Πλέον οι πολιτικοί ανησυχούν περισσότερο για την οικονομική ασφάλεια και γαντζώνονται σε πράγματα που παράγονται από πιθανούς εχθρούς (όπως το ρωσικό αέριο). Η Γαλλία, εδώ και καιρό σκεπτικιστική έναντι του υπερβολικά ανοικτού εμπορίου, έχει προωθήσει την ιδέα της «στρατηγικής αυτονομίας», που σημαίνει μείωση της εξάρτησης από τους ξένους. Η Γερμανία συνήθιζε να ενδιαφέρεται για το εμπόριο με την Κίνα όταν αυτό σήμαινε να στέλνει πολλά αυτοκίνητα εκεί, αλλά λιγότερο τώρα που οι Κινέζοι αντίπαλοι φτιάχνουν παγκοσμίου φήμης ηλεκτρικά οχήματα.
Η Ε.Ε. έχει επίσης… στριμώξει το διεθνές εμπόριο, επιμένοντας ότι οι εταίροι της πρέπει να υιοθετήσουν τους ευρωπαϊκούς ρυθμιστικούς κανόνες ως προϋπόθεση του εμπορίου: Οι χώρες που εξάγουν χάλυβα κατασκευασμένο με άνθρακα που θερμαίνει τον πλανήτη, για παράδειγμα, θα πρέπει σύντομα να πληρώσουν.
Ευτυχώς για τους λάτρεις του ελεύθερου εμπορίου, η επιρροή της Γαλλίας στην Ευρώπη έχει ατροφήσει καθώς η πολιτική της έχει καταστεί χαοτική. Εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί λάτρεις του ανοιχτού εμπορίου στην Ευρώπη, ιδίως μεταξύ των μικρότερων χωρών της, από τη Δανία μέχρι την Τσεχία και την Ιρλανδία. Οι εταιρείες τους έχουν ευδοκιμήσει εδώ και πολύ καιρό κοιτάζοντας πέρα από τις αδύναμες εγχώριες αγορές: Υπάρχουν περιορισμένοι πιθανοί πελάτες στη Δανία για το Ozempic, ένα φάρμακο που καταστρέφει το λίπος και εφευρέθηκε εκεί.
Αλλωστε, η άρση των εμπορικών φραγμών κατοχυρώνεται στις ιδρυτικές συνθήκες της Ε.Ε., επισημαίνει η Σεσίλια Μάλμστρεμ, πρώην Ευρωπαία επίτροπος Εμπορίου.
Χωρίς άλλη δυνατότητα από το να συνεχίσει τις εμπορικές συναλλαγές, ποιες είναι οι επιλογές της Ευρώπης; Μια λύση είναι να βρεθεί μια ισορροπία μεταξύ Κίνας και Αμερικής. Οι αξιωματούχοι της Ε.Ε. πρότειναν ότι οι 27 θα πρέπει να βοηθήσουν την Αμερική να περιορίσει την «πρόκληση» των κινεζικών εξαγωγών ή, αντίστροφα, να αναζητήσουν τρόπους επέκτασης του εμπορίου της Ε.Ε. με την Κίνα.
Εν τω μεταξύ, η Ενωση έχει υπογράψει ή έχει ξεκινήσει μια σειρά από διμερείς εμπορικές συμφωνίες με μικρότερους εταίρους τους τελευταίους μήνες, συμπεριλαμβανομένων του Μεξικού, της Μαλαισίας και της Mercosur, ενός μπλοκ που περιλαμβάνει τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Περισσότερες τέτοιες συμφωνίες είναι στα σκαριά, ακόμη και αν οι αγρότες στην Ευρώπη διαφωνούν. Αλλά εάν οι δύο γίγαντες της παγκόσμιας οικονομίας αποχωρήσουν από το ελεύθερο εμπόριο, η Ευρώπη θα χρειαστεί νέους εταίρους, καταλήγει στην ανάλυσή του ο Economist.
Πηγή: The Economist