Kathimerini.com.cy
Μεγαλύτερη από την αναμενόμενη ήταν η υποχώρηση του πληθωρισμού τον Νοέμβριο στην Ευρωζώνη, αποτυπώνοντας την προβληματική κατάσταση στο μέτωπο της ανάπτυξης. Ο δομικός πληθωρισμός ήταν στο 3,6% ενώ ο γενικός πληθωρισμός συνεχίζει να βρίσκεται κάτω από το 3%, στο 2,4%, προσεγγίζοντας τον στόχο που έχει θέσει η ΕΚΤ. Ως ήταν αναμενόμενο, η εξέλιξη πυροδοτεί συζητήσεις για έναρξη του πτωτικού κύκλου των επιτοκίων αν και κάτι τέτοιο σήμερα φαντάζει πρόωρο.
Να προσέχουν τι εύχονται
Η επιθετική μείωση των επιτοκίων που όλοι πλέον επιζητούν, θα πρέπει να ξέρουν ότι θα ξεκινήσει όταν η κατάσταση θα έχει ξεφύγει από τα επιθυμητά πλαίσια. Σε αυτή την περίπτωση η μείωση των επιτοκίων θα είναι επιθετική προκειμένου να ανακοπεί η ύφεση και η αύξηση της ανεργίας. Το περίεργο είναι ότι παρόλο που τα επιτόκια θα μειώνονται, ο πληθωρισμός θα ακολουθεί πτωτική πορεία υπερκαλύπτοντας τον στόχο του 2%. Γίνεται λοιπόν κατανοητό ότι οι κεντρικές τράπεζες δεν θα ξεκινήσουν την αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής αν δεν έχουν πολύ σοβαρούς λόγους. Συνεπώς το μήνυμα σε όσους αγωνιούν για να δουν τα επιτόκια να μειώνονται είναι ότι θα πρέπει να προσέχουν τι εύχονται, γιατί μπορεί όταν πραγματοποιηθεί η επιθυμία τους να είναι τέτοια τα δεδομένα που θα προτιμούσαν να μην είχε ποτέ πραγματοποιηθεί.
Βραχυπρόθεσμη βελτίωση τα τραπεζικά κέρδη
Τα τραπεζικά κέρδη –αν και πολύ βελτιωμένα– αποτελούν σύμφωνα με τους αξιωματούχους της ΕΚΤ μία βραχυπρόθεσμη βελτίωση, κάτι σαν φτιαχτή πραγματικότητα. Σύμφωνα με τις μετρήσεις της ΕΚΤ ο πανευρωπαϊκός δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων έχει ανέλθει στο 10% από 4% που ήταν πριν την πανδημία. Όσον αφορά στη συνέχεια, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για σημαντική υποχώρηση της κερδοφορίας, συνέπεια της στασιμότητας στην οικονομία, η οποία θα «απαιτήσει» αυξημένες προβλέψεις στους ισολογισμούς για κάλυψη πιθανών ζημιών από αθετήσεις δανείων. Επιπλέον, παρατηρείται μια σταδιακή αύξηση των καταθετικών επιτοκίων που θα συρρικνώσει τα επιτοκιακά περιθώρια. Τέλος, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί το γεγονός πως η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στο κόστος χρηματοδότησης των τραπεζών.
Τα χρέη καθυστερούν την πράσινη μετάβαση
Το κόστος των ρύπων για όσες επιχειρήσεις επηρεάζονται είναι ιδιαίτερα αυξημένο και αναμένεται να αυξηθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα. Ως εκ τούτου αυτές οι επιχειρήσεις έχουν κάθε κίνητρο να επενδύσουν προκειμένου να μειώσουν την επιβάρυνση που υπόκεινται. Στην Ευρώπη η χρηματοδότηση τόσο σοβαρών επενδύσεων αν δεν καλυφθεί από ίδια έσοδα, θα πρέπει να προέλθει από τραπεζικό δανεισμό. Το πρόβλημα εμφανίζεται για όσες επιχειρήσεις έχουν ήδη αναλάβει μεγάλα δάνεια και η ικανότητά τους για άντληση επιπλέον δανεισμού είναι περιορισμένη. Τη λύση στο πρόβλημα έρχεται να δώσει η αγορά πράσινων δανείων καθώς το επενδυτικό ενδιαφέρον παρουσιάζεται ιδιαίτερα αυξημένο. Η συγκεκριμένη αγορά προκειμένου να μεγεθυνθεί για να καλύψει μέρος των αναγκών που θα προκύψουν, θα πρέπει να γίνει πιο διαφανής και να υιοθετήσει στον μέγιστο δυνατό βαθμό διεθνή πρότυπα έτσι ώστε να ελαττωθεί ο κίνδυνος των υφιστάμενων επενδυτών και να καταστεί εφικτή η προσέλκυση νέων.
Νέα εποχή
Σύμφωνα με τον ΟΑΣΑ, η πιο δυναμική οικονομία του πλανήτη για τα επόμενα δύο χρόνια (2024-2025) θα είναι η ινδική, ανατρέποντας την εικόνα τής προ πανδημίας περιόδου σε σχέση με την κινεζική οικονομία η οποία «κατρακυλά» πλέον στην τρίτη θέση, πίσω από την Ινδονησία. Σύμφωνα με τη μελέτη, η οικονομία της Ινδίας θα αναπτυχθεί τα επόμενα δύο έτη με σταθερούς ρυθμούς λίγο πάνω από το 6% ενώ η Κίνα θα περιοριστεί λίγο κάτω από το 5%. Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των πέντε πιο δυναμικών οικονομιών του πλανήτη βρίσκεται και αυτή της Τουρκίας, με ανάπτυξη λίγο κάτω από 3% που όμως είναι οριακά πάνω από τον μέσο όρο των G20.