ΚΥΠΕ
Η Ολομέλεια της Βουλής μετά από δίωρη συζήτηση, απέρριψε την αναπομπή του νόμου, ο οποίος παρατείνει την αναστολή εκποιήσεων ακινήτων από την 31η Ιουλίου μέχρι την 31η Οκτωβρίου 2021 λόγω των εντεινόμενων κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων που επέφερε η έξαρση της πανδημίας.
Υπέρ της αποδοχής της αναπομπής ψήφισαν 11 Βουλευτές, εναντίον της αποδοχής της αναπομπής 23 και 6 Βουλευτές τήρησαν αποχή.
Της συνεδρία προέδρευσε ο Πρεσβύτερος των Βουλευτών Ζαχαρίας Κουλίας, ο οποίος ενώ συνεδρίαζε η Ολομέλεια και μετά από συνεχείς αναφορές Βουλευτών σε επιστολή της ΕΚΤ σχετικά με την αναστολή των εκποιήσεων, ζήτησε από τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας να καταθέσει την υπό αναφορά επιστολή στη Βουλή. Πριν τη λήξη της συνεδρίας, η επιστολή διαβιβάστηκε στη Βουλή και διανεμήθηκε στους Βουλευτές.
Τα περισσότερα κόμματα διατύπωσαν τη θέση ότι σκοπίμως η επιστολή δεν διαβιβάστηκε στη Βουλή, καθώς η ημερομηνία παραλαβής από την ΕΚΤ ήταν η 20η Ιουλίου, ενώ η αναπομπή του νόμου έγινε την 23η Ιουλίου.
Η ΔΗΠΑ κάλεσε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να υπογράψει και δημοσιεύσει τον νόμο, ενώ το ΑΚΕΛ εξέφρασε την άποψη ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα τον αναφέρει.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού, πριν αρχίσουν τις τοποθετήσεις τους επί της αναπομπής, είπε ότι η σχετική έκθεση της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικών προς την Ολομέλεια δεν αντανακλούσε το σύνολο της συζήτησης που διεξήχθη ενώπιον της Επιτροπής, καθώς απουσίαζαν οι προβληματισμοί των κομμάτων και ο κ. Κουλίας έδωσε οδηγίες στις υπηρεσίες της Βουλής να προβούν σε διόρθωση.
Ο Βουλευτής του ΔΗΣΥ Ονούφριος Κουλλά είπε ότι κουραστήκαμε να προσπαθούμε να προστατεύσουμε το τραπεζικό σύστημα από τη συστημική αντιπολίτευση. Εξέφρασε την άποψη ότι έγινε παρανόηση στην επιστολή της ΕΚΤ και στη θέση ότι πρέπει να προστατευθούν οι βιώσιμοι δανειολήπτες. «Αυτοί που χρωστούσαν και οδηγούνται προς εκποίηση είναι αυτοί που δεν πλήρωναν πριν το 2019 συνέχισε διατυπώνοντας τη θέση πως αν δεν ήταν βιώσιμοι το 2019 δεν είναι βιώσιμοι τώρα. Αναστέλλουμε τις εκποιήσεις για αυτούς που δεν ήταν βιώσιμοι πριν την πανδημία, επανέλαβε και εξέφρασε την άποψη ότι ορθά ερμηνεύτηκε η επιστολή της ΕΚΤ από το Υπουργείο Οικονομικών. Πρόσθεσε πως δεν είπαμε στην ΕΚΤ ότι δίνουμε αναστολή για να αναθεωρήσουμε το νομικό πλαίσιο των εκποιήσεων.
Συνεχίζοντας ανέφερε ότι ο στόχος της Κυβέρνησης είναι κανένας καταθέτης να χάσει έστω και 1 σεντ και πρόσθεσε πως οι συνεπείς δανειολήπτες έχουν επιπλέον κόστος λόγω των ΜΕΧ. Πρόσθεσε πως απώτερος στόχος είναι να διατηρηθεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα.
Περαιτέρω ανέφερε πως οι μισοί που έκαναν αίτηση στο ΕΣΤΙΑ είχαν ψηλά εισοδήματα και άλλη ακίνητη περιουσία. Είπε επίσης πως ακόμα δεν εφαρμόστηκε ο δρακόντειος νόμος των εκποιήσεων.
Είπε ακόμα πως όταν τον Απρίλιο ο ΔΗΣΥ υποστήριξε την αναστολή, εφαρμόζονταν περιοριστικά μέτρα και απαγόρευση στη διακίνηση. Για την πώληση δανείων, είπε πως σε όλες τις ανεπτυγμένες οικονομίες του κόσμους καθημερινά γίνεται πώληση δανείων.
Η Βουλευτής του ΔΗΣΥ Σάβια Ορφανίδου είπε ότι η Κυβέρνηση αποφάσισε μέτρα με δαπάνη με 1,8 δισ. για να στηριχθεί σε όλα τα επίπεδα ο κόσμος, επιχειρήσεις, εργαζόμενοι. Πρόσθεσε πως το μέτρο της αναστολής των εκποιήσεων ήταν προσωρινό, λόγω πανδημίας και ανέφερε ότι το 95% που πήραν αναστολή πληρώνουν κανονικά τα δάνεια τους και άλλο 2,5% έκανε αναδιαρθρώσεις. Πρέπει να προστατευθεί το τραπεζικό σύστημα, συμπλήρωσε.
Ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΑΚΕΛ Γιώργος Λουκαϊδης ανέφερε πως είναι «μνημειώδης η κοινωνική αναισθησία της Κυβέρνησης». Ανέφερε πως ο νόμος που αναπέμφθηκε συνιστά ελάχιστη προστασία εν μέσω πανδημίας πολιτών που υποφέρουν και για να μην βρεθούν χωρίς κατοικία ή επαγγελματική στέγη όσοι πλήττονται από την πανδημία. Είπε επίσης ότι η Κύπρος και άλλες 3 χώρες στην ΕΕ παρουσίασαν μείωση μισθών. Αναφέρθηκε στα δισεκατομμύρια, που πλήρωσαν οι φορολογούμενοι πέρα από αυτά που πλήρωσαν οι κουρεμένοι στο πλαίσιο της τραπεζικής ληστείας, όπως είπε και ανέφερε πως η κυπριακή οικονομία στροβιλίζεται γύρω από την τραπεζική ληστεία. Είπε, επίσης, ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας θα αναφέρει τον νόμο για να αφήσει τον κόσμο απροστάτευτο.
Ο Βουλευτής του ΑΚΕΛ Άριστος Δαμιανού ανέφερε πως ο νόμος που αναπέμφθηκε προσεγγίζει ένα άκρως κοινωνικό θέμα. Πρόσθεσε πως ζητήθηκε από το Υπουργείο Οικονομικών και την Κεντρική Τράπεζα απάντηση για τα επενδυτικά ταμεία και τα δισ. που περνούν σε χέρια ξένων. Πρόσθεσε πως υπάρχει "έντονη οσμή για ξένα συμφέροντα, που ανακάλυψαν αίφνης την Κύπρο για να επενδύσουν". Είπε επίσης πως η αναπομπή του νόμου συνιστά "πράξη ετσιθελισμού και κοινωνικής αναλγησίας". Στην αναστολή που λήγει πρωτοστάτησε ο ΔΗΣΥ, ανέφερε και διερωτήθηκε πού ήταν η Νομική Υπηρεσία και η κυβέρνηση να νουθετήσουν τον ΔΗΣΥ και πρόσθεσε ότι η παράταση που δόθηκε τον Απρίλη ήταν οι βουλευτικές εκλογές. Ανέφερε ακόμα πως τα όσα συνέβησαν με την επιστολή της ΕΚΤ "επιβεβαιώνουν ετσιθελισμό και αδιαφάνεια", προσθέτοντας ότι «κάποιοι έπρεπε να δώσουν διαπιστευτήρια στις τράπεζες και τα μεγάλα επενδυτικά». Συμπλήρωσε ότι το ΑΚΕΛ απορρίπτει την αναπομπή.
Η Πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών και Βουλευτής του ΔΗΚΟ Χριστιάνα Ερωτοκρίτου είπε πως τον Ιούλιο η αντιπολίτευση διέγνωσε ότι η πλειοψηφία της κοινωνίας έχει επηρεαστεί από τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης και πως παρατείνοντας την αναστολή των εκποιήσεων μείωσε τα οικονομικά μεγέθη των προς εκποίηση ακινήτων, ώστε οι ρυθμίσεις να στοχεύουν στη στήριξη των πραγματικά ευάλωτων. Είπε επίσης ότι η επιστολή της ΕΚΤ που κοινοποιήθηκε στο ΥΠΟΙΚ, το βρήκε να αρνείται πεισματικά να αποδεχθεί ως αλήθεια το περιεχόμενο της και να μετριάσει τις επιπτώσεις της πανδημίας, προσθέτοντας ότι η ΕΚΤ εξέφρασε την άποψη ότι η στοχευμένη προσέγγιση θα προστατεύσει την οικονομική σταθερότητα των κρατών. Είπε ακόμα πως ο στόχος του ΔΗΚΟ είναι η προστασία των ευάλωτων ομάδων και η πολιτική της Κυβέρνησης να μην υποστηρίζει τους λίγους που επιχείρησαν να προστατεύσουν οι εισηγητές του νόμου. Δήλωσε πως το ΔΗΚΟ δεν αποδέχεται την αναπομπή.
Ο Ζαχαρίας Κουλίας, του ΔΗΚΟ εισηγήθηκε να εγγραφεί θέμα προς συζήτηση στο κεφάλαιο Δ’. Είπε πως η Κυβέρνηση "έχει μετατραπεί σε ατζέντη των τραπεζών" και κάλεσε τον Διοικητή της ΚΤ να εξετάσει τι γίνεται με τις τράπεζες και τα επενδυτικά ταμεία. Αν χαθεί η πρωτογενής παραγωγή δεν θα μπορέσει να διατηρηθεί οικονομική σταθερότητα, πρόσθεσε.
Ο Παύλος Μυλωνάς του ΔΗΚΟ είπε πως πρέπει να διερευνηθεί ποιοι είναι πίσω από τις κουρτίνες των επενδυτικών ταμείων και σε ποιες τιμές αγοράζονται τα ακίνητα.
Ο Χρύσης Παντελίδης, ανέφερε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας υπέγραψε τον νόμο που χαρακτηρίζει αντισυνταγματικό τον Απρίλη και είπε ότι «έχει υπονομεύσει τον θεσμό που υπηρετεί».
Ο Βουλευτής του ΔΗΚΟ Χρύσανθος Σαββίδης εξέφρασε την άποψη ότι οι κυβερνώντες και οι του ΔΗΣΥ, δεν αντιλαμβάνονται τη ζημιά που προκάλεσε το κούρεμα και ότι λόγω της πανδημίας υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να ανασάνουν οικονομικά.
Ο Βουλευτής του ΕΛΑΜ Ανδρέας Θεμιστοκλέους αφού ανέφερε ότι οι τράπεζες διαφήμιζαν την ακατάσχετη δανειοπαροχή, αποφάσιζαν το ύψος του δανείου, το επιτόκιο και το ύψος της εξασφάλισης. Πρόσθεσε ότι για τις ΜΕΧ ευθύνονται οι εποπτικές αρχές, οι τράπεζες και οι δανειολήπτες, αλλά επιχειρείται να μετακυλιστούν οι ευθύνες του κράτους και των τραπεζών στους δανειολήπτες. Τοποθετούμενος επί της αντισυνταγματικότητα για τροποποίηση των συμβάσεων που επικαλέστηκε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας για αναπομπή του νόμου, διερωτήθηκε αν στο κούρεμα των καταθέσεων, όταν η Συνεργατική πέρασε στην Ελληνική και με την πώληση δανείων, δεν έγινε αλλαγή συμβάσεων. Ο κ. Θεμιστοκλέους είπε ακόμα πως οι τράπεζες "μετατράπηκαν σε θηρία που κατασπαράζουν τις σάρκες της κυπριακής κοινωνίας".
Ο Βουλευτής του ΕΛΑΜ Σωτήρης Ιωάννου έκανε λόγο για "κοροϊδία από την Κυβέρνηση" προς τη Βουλή και τον κόσμο, που εντάθηκε με την αναπομπή νόμου που πριν λίγους μήνες ήταν συνταγματικός. Ανέφερε επίσης πως πρέπει να γίνει κατηγοριοποίηση των δανειοληπτών σε κακοπληρωτές και σε δανειολήπτες που πραγματικά αδυνατούν να αποπληρώσουν τα δάνεια της.
Παραθέτοντας τη θέση της ΕΔΕΚ ο Πρόεδρός της Μαρίνος Σιζόπουλος είπε ότι δόθηκαν υπερ-όπλα στις τράπεζες αφήνοντας τους δανειολήπτες απροστάτευτους. Αναφερόμενος στο πλαίσιο αφερεγγυότητας υπενθύμισε το αίτημα της ΕΔΕΚ να διασφαλιστεί ότι δεν θα μειώνεται η εκτίμηση της αξίας του ενυπόθηκου ακινήτου, που όπως είπε δεν έγινε αποδεκτή από την πλειοψηφία των κομμάτων και την πρόταση της ΕΔΕΚ για το δικαίωμα του δανειολήπτη να προσφύγει στο Δικαστήριο, που επίσης δεν υπερψηφίστηκε από την Ολομέλεια της Βουλής. Ανέφερε ακόμα πως οι δανειολήπτες που είχαν σημαντική αξίας ακίνητη περιουσία, αλλά δεν είχαν τη δυνατότητα επαρκούς νομικής στήριξης, είδαν την περιουσία τους να εκποιείται. Είπε ακόμα πως η Βουλή έπρεπε να είχε ψηφίσει με τη διαδικασία του κατεπείγοντος τον νόμο για την ειδική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.
Επίσης ο Βουλευτής της ΕΔΕΚ Κωστής Ευσταθίου είπε πως οι νόμοι είναι κομμένοι και ραμμένοι στα μέτρα των τραπεζών και δεν αλλάζουν με τον νόμο που αναπέμφθηκε καθώς αυτός αφορά αναστολή των εκποιήσεων. Είπε ακόμα ότι η κατοικία μπορεί να χαρακτηριστεί από τα επενδυτικά ταμεία υποστατικό και να προχωρήσει σε εκποίηση και υπενθύμισε ότι οι εκποιήσεις είναι το έσχατο μέτρο.
Ο Βουλευτής της ΔΗΠΑ Αλέκος Τρυφωνίδης, είπε ότι οι Βουλευτές έγιναν μάρτυρες ανακολουθίας της Νομικής Υπηρεσίας και της Κεντρικής Τράπεζας, καθώς πριν 3 μήνες ο νόμος ήταν συνταγματικός με πιο ψηλά όρια αξιών των προς εκποίηση ακινήτων, ενώ στον παρόντα νόμο βρέθηκαν σωρεία λόγων αντισυνταγματικότητας πάρα τη μείωση των ορίων. Είπε πως η Κυβέρνηση παρέλαβε την επιστολή της ΕΚΤ πριν την αναπομπή του νόμου.
Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι πρέπει να ψηφιστεί επειγόντως νέο νομικό πλαίσιο που θα ρυθμίσει τις εκποιήσεις που πρέπει να δίνει κίνητρα στους σωστούς δανειολήπτες και αντικίνητρα για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Αναφέρθηκε, επίσης, στην αναγκαιότητα λειτουργίας ειδικών Δικαστηρίων, που θα εκδικάζουν τις διαφορές τραπεζών - δανειοληπτών. Είπε ακόμα ότι η ΔΗΠΑ απορρίπτει τους λόγους αναπομπής, δεν την κάνει αποδεχτή και κάλεσε τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας να υπογράψει τον νόμο.
Ο Βουλευτής του Κινήματος Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών Σταύρος Παπαδούρης αναφέρθηκε στη επιστολή της ΕΚΤ ημερομηνίας 20 Ιουλίου, που ανεγνώσθη στη συνεδρία της Επιτροπής Οικονομικών και για το περιεχόμενο της οποίας δεν είχαν πρότερη ενημέρωση οι Βουλευτές. Πρόσθεσε ότι η ΕΚΤ αφήνει τον χειρισμό του θέματος της αναστολής των εκποιήσεων στην κρίση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Είπε ότι προφανώς ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας γνώριζε το περιεχόμενο της όταν ανέπεμψε τον νόμο. Πρόσθεσε ότι σε άλλες χώρες η δικαστική διαδικασία αμφισβήτησης της οφειλής 3 με 6 μήνες, ενώ στην Κύπρο μπορεί η δικαστική διαδικασία να διαρκέσει 6 χρόνια.
Ανέφερε επίσης πως είναι άξιο απορίας το γεγονός αντί η ΚΤ να αναλάβει την ευθύνη και να εξετάσει τους λόγους που δεν γίνονται αναδιαρθρώσεις απλά τις επικαλείται. Εξέφρασε επίσης την άποψη ότι πρέπει να γεφυρωθεί ο χρόνος αναστολής των εκποιήσεων για να μην κινδυνεύσει μέχρι τις αρχές του 2022, που θα δημιουργηθεί η κακή τράπεζα, κανένα ευάλωτο νοικοκυριό να χάσει την κύρια κατοικία του.