Kathimerini.gr
Την πρώτη ημέρα της δίκης του Aμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Κογκρέσο, οι Δημοκρατικοί κατήγοροι βουλευτές –ή διαχειριστές όπως λέγονται– στοίβαξαν δεκάδες ογκώδεις φακέλους και οθόνες υπολογιστών στο γραφείο τους. Η υπεράσπιση, αντίθετα, αρκέστηκε να φέρει μαζί της μόλις λίγα ντοσιέ και σημειωματάρια. Η διαφορά αυτή αποκαλύπτει τη διάσταση στις νομικές προσεγγίσεις κάθε πλευράς στην ιστορική αυτή δίκη.
Στην πρώτη φάση της διαδικασίας, οι κατήγοροι βουλευτές εστίασαν στα στοιχεία, προσπαθώντας να προσφέρουν σαφές και ακριβές αφήγημα της κατάχρησης εξουσίας, για την οποία κατηγορείται. Εξέθεσαν έτσι τις λεπτομέρειες, προβάλλοντας σλάιντς για να συνοψίσουν τα βασικά σημεία και προσεκτικά επιλεγμένα στιγμιότυπα δηλώσεων του Τραμπ και των μαρτύρων, που κατέθεσαν ενώπιον της Βουλής. Αποφεύγοντας τη χρήση «πυροτεχνημάτων», η υπερασπιστική ομάδα επέλεξε να δώσει έμφαση στη διαδικασία. Αξιοποίησαν τον χρόνο τους για να ενισχύσουν την πάγια θέση των Ρεπουμπλικανών βουλευτών, ότι η παραπομπή του είναι άδικη και αβάσιμη, καλώντας τη Γερουσία να απορρίψει με σύντομες διαδικασίες τις κατηγορίες, χωρίς να ζητήσει την κατάθεση μαρτύρων ή εγγράφων.
Η στρατηγική τους μοιάζει να βασίζεται στο αφήγημα που προωθούν ο Τραμπ μέσω Twitter και οι εκπομπές του δικτύου Fox News, ότι η παραπομπή είναι άδικη, υπενθυμίζοντας εμμέσως αλλά σαφώς ότι οι υποστηρικτές του προέδρου είναι ικανοί να βυθίσουν την πολιτική σταδιοδρομία κάθε επίδοξου «αντάρτη» Ρεπουμπλικανού γερουσιαστή. «Απευθύνονται στους γερουσιαστές, αλλά και στο ευρύτερο κοινό. Η πλευρά Τραμπ επιθυμεί να διατηρήσει την πίεση πάνω στους Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές για να είναι σίγουρη ότι δεν θα απομακρυνθούν από την κομματική γραμμή», λέει ο πρώην εισαγγελέας και καθηγητής νομικής Ντέιβιντ Αλαν Σκλάνσκι του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.
Στο μεταξύ, οι διαχειριστές, υπό την ηγεσία του βουλευτή Ανταμ Σιφ της Καλιφόρνιας, ο οποίος υπήρξε εισαγγελέας, επιδιώκουν να αποδείξουν ότι ο Τραμπ καταχράστηκε την εξουσία του, απευθύνοντας μήνυμα στους γερουσιαστές, που θα αποφασίσουν τη τύχη του προέδρου, αλλά και στους ψηφοφόρους των επερχόμενων προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου. Η αγόρευση του Σιφ την Τετάρτη χαρακτηρίστηκε από ευγλωττία και αυτοπεποίθηση, με τον βουλευτή να αποφεύγει τη μεγαλόστομη ρητορική πολλών συναδέλφων του στις επικρίσεις τους κατά του Τραμπ. Ο Σιφ, προσωπική επιλογή της προέδρου της Βουλής, Νάνσι Πελόσι, για την ηγεσία της διαδικασίας παραπομπής, απέδειξε την ικανότητά του να παραμένει προσηλωμένος στο θέμα, αλλά και την αντοχή του σε μία πολύωρη και επίπονη διαδικασία. Ο Σιφ έχει καταστεί, όμως, αλεξικέραυνο της οργής των Ρεπουμπλικανών, οι οποίοι τον αξιοποιούν πλέον ως αφορμή συσπείρωσής τους γύρω από τον Τραμπ. Οι κατήγοροι αντιμετωπίζουν την κλασική πρόκληση κάθε εισαγγελέα σε δίκη, ο οποίος οφείλει να παρουσιάσει σαφή και ευκρινή εικόνα της υπόθεσης, την ώρα που η ομάδα των συνηγόρων χρειάζεται μόνο να θολώσει τα νερά και να εγείρει αμφιβολίες για να εξασφαλίσει την αθώωση του πελάτη της. Οι λεπτομέρειες της υπόθεσης της Ουκρανίας και της προσπάθειας του εντεταλμένου του Τραμπ, Ρούντι Τζιουλιάνι, να πείσει το Κίεβο να προχωρήσει σε δύο έρευνες με στόχο τον Τζο Μπάιντεν και τον γιο του, Χάντερ, είναι ιδιαίτερα περίπλοκες.
Ο Πατ Τσιπολόνε
Ο νομικός σύμβουλος του Λευκού Οίκου, Πατ Τσιπολόνε, αποδείχθηκε εξίσου μαχητικός, όσο και ο πελάτης του, ενώ παρότι η υπεράσπιση δεν όφειλε να αγορεύσει την Τετάρτη, οι δύο δικηγόροι άφησαν αμέσως να εννοηθεί ότι θα αντιμετωπίσουν τη διαδικασία με περιφρόνηση. «Μία μικροκομματική παραπομπή του προέδρου για καθαίρεση θυμίζει την καλπονοθεία. Είναι απαράδεκτο και ο αμερικανικός λαός δεν θα το ανεχθεί» είπε ο Τσιπολόνε, δείχνοντας ότι είναι έτοιμος να επιτεθεί στους κατηγόρους του Τραμπ.
Ο καθηγητής Νομικής του Πανεπιστημίου Ντιουκ, Σάμιουελ Μπιούελ, λέει ότι η υπερασπιστική ομάδα του Τραμπ μοιάζει να επιδιώκει να βάλει την κυβέρνηση στο εδώλιο του κατηγορουμένου, πείθοντας τους ενόρκους ότι οι κατηγορίες είναι αβάσιμες και εκπονήθηκαν από ανίκανους ή διεφθαρμένους δικαστικούς. Ο Τσιπολόνε και οι συνάδελφοί του επρόκειτο να έχουν χθες την ευκαιρία να εκθέσουν λεπτομερώς τους ισχυρισμούς τους. Αποστολή του Τσιπολόνε θα είναι η «αποδόμηση» των κατηγοριών της Βουλής, με τους συνηγόρους του προέδρου να υποστηρίζουν ότι η διαδικασία είναι εγγενώς άδικη, αλλά και ότι οι Δημοκρατικοί προσπαθούν να επιτύχουν με τη δίκη αυτή όσα δεν πέτυχαν στην κάλπη των προεδρικών εκλογών.
Μακόνελ, ο άσος των ελιγμών
Ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος της Γερουσίας, Μιτς Μακόνελ, ουδέποτε υποχωρεί, εκτός και αν αναγκαστεί να το κάνει. Αντιμέτωπος με σπάνια εξέγερση μερίδας Ρεπουμπλικανών της Γερουσίας αυτή την εβδομάδα γύρω από τους κανόνες της δίκης για καθαίρεση του προέδρου Τραμπ, ο Μακόνελ υποχώρησε χωρίς καθυστέρηση.
Εχοντας συντάξει τους κανόνες ερήμην των συναδέλφων του και διατηρώντας κρυφό το τελικό κείμενό τους μέχρι την τελευταία στιγμή, ο Μακόνελ κατέπνιξε με συνοπτικές διαδικασίες απόπειρα στάσης από μέρους των συναδέλφων του, συμφωνώντας σε μερική χαλάρωση των πιο αυστηρών από τους κανόνες που είχε επινοήσει. Η υποχώρησή του την Τρίτη αποτελεί υπενθύμιση ότι ο Μακόνελ έχει αποδείξει την ικανότητά του να «οσμίζεται» τη διάθεση και τα πολιτικά κίνητρα αυτών που τον ανέδειξαν στη ηγεσία της πλειοψηφίας της Γερουσίας. Την ικανότητα αυτή τελειοποίησε ο Μακόνελ στα χρόνια της ηγεσίας του. Στην εποχή Τραμπ, όμως, η αυθεντία του αυτή δοκιμάζεται εκ νέου. Ο γερουσιαστής του Κεντάκι, Μιτς Μακόνελ, πρέπει να εξισορροπεί τις προσδοκίες και τα συμφέροντα των νομοθετών συναδέλφων του με τα ξεσπάσματα ενός προέδρου, ο οποίος αδιαφορεί παγερά για τις δύο κινητήριες δυνάμεις της Γερουσίας: τη συναίνεση και την παράδοση, που έρχονται σε αντιπαράθεση με την πρόθεσή του να προστατεύσει τον πρόεδρο Τραμπ, αλλά και την έδρα του στη Γερουσία.