Του Απόστολου Κουρουπάκη
Ο Κώστας Σιλβέστρος σκηνοθετεί τη «Μήδεια» του Μποστ, μία παραγωγή του θεάτρου Αντίλογος και λέει στην «Κ» ότι αν μπεις στον κόσμο του συγγραφέα ανακαλύπτεις μία πραγματικότητα πολύ διαφορετική από εκείνη του απλού σατιρογράφου: «Μέσα στα έργα του μπορείς να εντοπίσεις επιρροές από Σπύρο Περεσιάδη μέχρι Αριστοφάνη και Ιονέσκο και την ίδια στιγμή έχει μια τόσο έντονη προσωπική ταυτότητα που δεν σου επιτρέπει να τον συγκρίνεις με κανέναν άλλο». Η «Μήδεια» του Μποστ γράφτηκε το 1993 σε δεκαπεντασύλλαβο και είναι μια εκρηκτική κωμωδία για τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα, που όπως λέει και ο σκηνοθέτης: «Δεν θεωρώ ότι η νεοελληνική πραγματικότητα, απέχει πάρα πολύ από την κυπριακή». Στον ρόλο της Μήδειας βρίσκεται ο Βαλεντίνος Κόκκινος, μαζί τους Κωνσταντίνο Ανδρονίκου, Κλείτο Κωμοδίκη, Χριστίνα Κωνσταντίνου, Βασίλη Παφίτη, Ελένη Σιδερά και Χριστίνα Χριστόφια.
–Κώστα, μία κωμωδία δύσκολη, θεωρώ, η «Μήδεια» του Μποστ, σε δυσκόλεψε εσένα;
–Ναι, πάντα με δυσκολεύει ο Μποστ. Ενώ μπορεί να σε ξεγελάσει σε μια πρώτη ανάγνωση και να τον θεωρήσεις ως έναν επιφανειακό, εύκολο σατιρογράφο, μπαίνοντας μέσα στον κόσμο του ανακαλύπτεις συνεχώς ότι η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Δύσκολα μπορείς να τον κατατάξεις σε ένα συγκεκριμένο είδος. Μέσα στα έργα του μπορείς να εντοπίσεις επιρροές από Σπύρο Περεσιάδη μέχρι Αριστοφάνη και Ιονέσκο και την ίδια στιγμή έχει μια τόσο έντονη προσωπική ταυτότητα που δεν σου επιτρέπει να τον συγκρίνεις με κανέναν άλλο. Είναι μοναδικός και πολύ ιδιαίτερος.
–Επέστρεψες καθόλου στην κανονική «Μήδεια», καθώς σκηνοθετούσες αυτή του Μποστ;
Το έχουμε ανάγκη το γέλιο βεβαίως. Όσο ανάγκη έχουμε το οξυγόνο. Δεν μας έχουν μείνει και πολλά να κάνουμε, ας γελάσουμε, τουλάχιστον
–Βεβαίως. Πήρα τη «Μήδεια» του Ευριπίδη στα χέρια μου λίγες μέρες πριν ξεκινήσω πρόβες για τον Μποστ. Είχε πολύ ενδιαφέρον το ότι μελετούσα ξανά τη βάση πάνω στην οποία πάτησε ο Μποστ, φτιάχνοντας ένα νέο, εντελώς διαφορετικό κόσμο.
–Ο Μποστ καυτηριάζει τη νεοελληνική πραγματικότητα, εσύ φέρνεις στο προσκήνιο και τα κυπριακά μας χαΐρια;
–Η αλήθεια είναι πως δεν έχω πειράξει ιδιαίτερα το κείμενο. Σε αντίθεση με την προηγούμενη φορά που σκηνοθετησα Μποστ, αυτή τη φορά οι παρεμβάσεις μου περιορίστηκαν στο ελάχιστο, με εξαίρεση το φινάλε που και πάλι, δεν είναι ότι το άλλαξα, απλώς θεώρησα ότι κάποια πράγματα δεν μπορούν να ειπωθούν σήμερα έτσι όπως γράφτηκαν και επέλεξα να τα αφαιρεσω, δίνοντας και μια άλλη διάσταση στο έργο. Δεν θεωρώ ότι η νεοελληνική πραγματικότητα, πάντως, απέχει πάρα πολύ από την κυπριακή.
–Έχουμε σάτιρα σήμερα αυτού του επιπέδου; Ή η πολιτική ορθότητα έχει αν θέλεις αμβλύνει και τις γωνίες του χιούμορ μας;
–Σίγουρα αυτό που έκανε ο Μποστ δεν υπάρχει σήμερα και δεν ξέρω αν θα υπάρξει ποτέ. Πολλοί προσπάθησαν να τον μιμηθούν, αλλά κανείς δεν έφτασε στο ίδιο επίπεδο. Ήταν μοναδικός στο είδος του. Θεωρώ παρ’ όλ’ αυτά ότι αν ζούσε σήμερα σίγουρα κάποια πράγματα θα γράφονταν διαφορετικά. Οι εποχές αλλάζουν και καλά κάνουν. Ας πούμε στο φινάλε της Μήδειας στο τελευταίο τραγούδι υπάρχει ο στίχος: «Γι’ αυτό φροντίστε εσείς παιδιά ναστε καλοί στην τάξη, / μην έρθει η μητέρα σας μια μέρα και σας σφάξει. / Οι μαθηταί εις το σχολειό οφείλουν να πηγαίνουν,/ κι όσοι πηδούν και τους πηδούν, είδατε τι παθαίνουν». Εδώ ο Μποστ, με σατιρική βεβαίως διάθεση, κατηγορεί ουσιαστικά τα παιδιά ότι αυτά φταίνε που τα σκότωσε η μάνα τους, γιατί δεν ήταν καλοί μαθητές και επειδή πηδούσαν τη μοναχή και τους παρενόχλησε ένας καλόγερος. Ε ναι, σίγουρα αυτό σήμερα δεν θεωρείται πολιτικά ορθό. Δεν μπορείς όμως να ακυρώσεις ολόκληρο τον Μποστ επειδή δύο στίχοι του που γράφτηκαν πριν από τριάντα χρόνια μπορεί σήμερα να ακούγονται διαφορετικά, οφείλεις να βρεις τον τρόπο όμως να το διαχειριστείς βάσει της σημερινής πραγματικότητας.
–Τι είναι αυτό που σε κάνει να γελάς σήμερα;
–Δυστυχώς διαπιστώνω ότι γελάω όλο και λιγότερο. Παρ’ όλ’ αυτά θα γελάσω στις πρόβες, όταν κάτι πάει καλά, όπως και με τους φίλους μου, κυρίως λέγοντας σαχλαμάρες.
–Έχουμε περισσότερο ανάγκη το γέλιο στην εποχή μας, ή είμαστε ως κοινωνία για κλάματα;
–Το έχουμε ανάγκη το γέλιο βεβαίως. Όσο ανάγκη έχουμε το οξυγόνο. Δεν μας έχουν μείνει και πολλά να κάνουμε, ας γελάσουμε, τουλάχιστον.
–Ποιο είναι το στοίχημά σου σε αυτή την παράσταση;
–Το στοίχημα μου είναι να περάσουμε όλοι καλά και να φύγουμε με λίγη περισσότερη γλύκα στην καρδιά.
Κεντρική Φωτογραφία: ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΒΡΑΜΙΔΗΣ
Πληροφορίες
Παραστάσεις κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 9:00 μ.μ. (εκτός από Τετάρτη 13 Ιουλίου) μέχρι τις 14 Ιουλίου. Ανοικτό Αμφιθέατρο Κεντρικά Πανεπιστημίου Κύπρου, λεωφόρος Καλλιπόλεως 75, Λευκωσία.
Πληροφορίες & Κρατήσεις: 99251331 / 70007721