ΚΥΠΕ
Το Τμήμα Αρχαιοτήτων ανακοίνωσε την ολοκλήρωση της πρώτης φάσης των ετήσιων ερευνών πεδίου 2024 της Ερευνητικής Μονάδας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου, στην Παλαίπαφο.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, από τις διαπιστώσεις επιβεβαιώνεται ότι ο τύμβος της Λαόνας είναι το μεγαλύτερο κτιστό μνημείο της αρχαίας Κύπρου.
Τις έρευνες διευθύνει από το 2006 η καθηγήτρια Μαρία Ιακώβου στο πλαίσιο του προγράμματος ανάλυσης τοπίου, ‘Palaepaphos Urban Landscape Project’ (PULP).
Στη θερινή αποστολή του 2024 συμμετείχαν, εκτός από τα τακτικά μέλη της αποστολής, προπτυχιακοί και διδακτορικοί φοιτητές και πολλοί απόφοιτοι του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΠΚ, καθώς και μεταδιδακτορικοί ερευνητές από το Πανεπιστήμιο UNISTRASI της Σιένας με τον καθηγητή τους Δρ Jacopo Tabolli.
Την αποστολή συμπλήρωσαν οι συνεργάτες του προγράμματος Παλαιπάφου από το ΤΕΠΑΚ, Άθως Αγαπίου, διαχειριστής ψηφιακών δεδομένων και Γεωγραφικών Συστημάτων Πληροφοριών του PULP, και Κυριάκος Θεμιστοκλέους, υπεύθυνος για την ετήσια ανανέωση της ορθοφωτογραφίας του τοπίου.
Η επιχείρηση είχε διάρκεια πέντε βδομάδων και επικεντρώθηκε σε δυο στόχους: στον τύμβο και στο ανατολικό τείχος της Λαόνας που φαίνεται να συνδέει τη Λαόνα με το οροπέδιο Χατζηαπτουλλά, ως τμήματα μιας ενιαίας τειχισμένης ακρόπολης.
'Οπως αναφέρεται στην ανακοίνωση, πρώτος στόχος ήταν ο εντοπισμός του επιπέδου πάνω στο οποίο αναγέρθηκε ο τύμβος της Λαόνας.
Διαπιστώθηκε ότι οι μηχανικοί-αρχιτέκτονες του τύμβου αντί να κτίσουν τον τύμβο στο δάπεδο χρήσης της εσωτερικής όψης του προγενέστερου Κυπρο-Κλασικού τείχους (που θάφτηκε και διατηρήθηκε μέσα στον τύμβο), επέλεξαν να αφαιρέσουν το δάπεδο και να θεμελιώσουν τον τύμβο σε ένα χαμηλότερο (κατά μισό μέτρο) και σταθερότερο γεωλογικό υπέδαφος.
Η δυτική τομή, η οποία έγινε από την κορυφή του τύμβου, που βρίσκεται στα 114 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας, ολοκληρώθηκε μετά από 60 μέτρα όταν έφτασε στη δυτική άκρια του λοφίσκου της Λαόνας.
Υπολογίζεται ότι για το κτίσιμο του χρειάστηκαν συνολικά 10.000 κυβικά μέτρα μάργας και σύνθετων στρωμάτων πηλού σε διαφορετικές αποχρώσεις. Αυτή η επιβεβαίωση καθιστά τον τύμβο Λαόνας το μεγαλύτερο κτιστό μνημείο της αρχαίας Κύπρου.
Η ανέγερση του τύμβου εξακολουθεί να τοποθετείται στον ύστερο 4ο αιώνα π.Χ., στην περίοδο που ιστορικά ταυτίζεται με τη σύγκρουση των Μακεδόνων διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Αναμφίβολα, η κατασκευή του είναι έργο έμπειρων κατασκευαστών τύμβων, ενός μνημειακού ταφικού μνημείου που - με μοναδική εξαίρεση τον σύγχρονο αλλά μικρότερο τύμβο του κενοταφίου της Σαλαμίνας - ήταν ξένο στην ταφική αρχιτεκτονική της Κύπρου, σημειώνεται.
Μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι ο τύμβος, παρά το ανεπανάληπτο μέγεθός του, έχει σκεπάσει μόνο ένα τμήμα 65 μέτρων του ανατολικού τείχους της Λαόνας, το οποίο συνεχίζει την πορεία του προς νότο και διανύει τη μικρή απόσταση που το χωρίζει από το οροπέδιο Χατζηαπτουλλά.
Ο δεύτερος στόχος της θερινής αποστολής ήταν η πλήρης διερεύνηση της περιοχής ανάμεσα στα ανατολικά όρια του τείχους Λαόνας και στο ανατολικό τείχος που προστατεύει το ανακτορικό σύμπλεγμα στην ακρόπολη του Χατζηαπτουλλά. Η διερευνητική ανασκαφή διεξήχθη σε τρία σημεία.
Μεταξύ άλλων στο σημείο εξωτερικά του τείχους Λαόνας, όπου το 2023 εντοπίστηκε η γωνία αρχαιότερου λίθινου μνημείου το οποίο υπερκαλύπτει η Κυπρο-Κλασική οχύρωση, ολοκληρώθηκε η αποκάλυψή του μέχρι τη βάση θεμελίωσης και επιβεβαιώθηκε ότι ένα σημαντικό τμήμα του με εντυπωσιακούς κατεργασμένους λίθους ενσωματώθηκε στο τείχος της Λαόνας. Ένας εξ αυτών φέρει εγχάρακτα γκράφιτι πλοίων.
Παράλληλα έγινε τομή στο εύρος του τείχους, η οποία έδειξε ότι κάτω από τα Κυπρο-Κλασικά στρώματα της οχύρωσης διατηρούνται έξι οριζόντιες σειρές κατεργασμένων λίθων του αρχαιότερου μνημείου. Η κεραμική που απομονώθηκε στη θεμελίωση και στο δάπεδο χρήσης του το χρονολογεί στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Είναι η πρώτη φορά που σε ένα από τους οικιστικούς θύλακες της ιδρυτικής φάσης της Αρχαίας Πάφου αναγνωρίζεται κτιστό λίθινο μνημείο του 13-12 αι. π.Χ.
Η έκταση των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν από το 2009 ως και σήμερα στη Λαόνα και Χατζηαπτουλλά αποκαλύπτοντας κυρίως μνημεία της ακρόπολης του 5ου-4ου αιώνα π.Χ. έχει εμβαδόν 28,800 τετραγωνικά μέτρα και διαστάσεις 120 μ. x 240 μ., αναφέρεται στην ανακοίνωση.