Του Απόστολου Κουρουπάκη
Ο ζωγράφος Θοδωρης Μπαργιώτας λέει σε συνέντευξή του στην «Κ» πως έβαλε τον τίτλο «Μικρές τελετουργίες» στην ατομική έκθεσή του στην γκαλερί Marginalia ώστε να παρακαλέσει τον θεατή να μη βιαστεί, όταν επισκεφθεί την έκθεση, αλλά να θελήσει να υποβληθεί σε ένα είδος τελετής, που έχει προφανώς και κάποιους χρόνους πιο αργόσυρτους ώστε να εμπεδωθεί το κάθε επεισόδιο που αποτυπώνει και να διαβαστεί με όρους τελετουργικούς, ακόμα και ιερούς. Ο Θοδωρής Μπαργιώτας αναφέρει επίσης ότι η τέχνη μιμείται τη ζωή και η ζωή είναι γεμάτη διττότητες και παραδοξότητες. «Κατ’ ακρίβεια η ζωή είναι όλο αυτό που συμβαίνει ανάμεσα στις διττότητες και στο ενδιάμεσο των άκρων, δηλαδή ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο κ.λπ.» και προσθέτει πως προσπαθεί να αποκρυσταλλώσει όλη αυτή την ενδιάμεση εννοιολογική κατάσταση χωρίς εμμονή σε κάποιο άκρο, «αλλά και στο τεχνικό επίπεδο να μην υποπίπτω σε μανιέρες, δηλαδή ακραίο φωτορεαλισμό ή απόλυτη αφαίρεση ή διακοσμητικά πλασίματα χωρίς αφήγημα. Εκεί στο μεσοδιάστημα γίνονται όλα, γιατί εκεί όλα είναι πιθανά».
–Πώς επιτελούνται οι μικρές τελετουργίες με αυτή σας την έκθεση;
–Προτού χαθεί κανείς στις ποικίλες αναγνώσεις ενός έργου ζωγραφικής, δεν πρέπει να ξεχνά – ο θεατής αλλά και ο ίδιος ο πλάστης – ότι η πρωταρχική τελετουργία που αφορά στο έργο είναι η ίδια η ζωγραφική πράξη. Μια πρωτόγονη χειρωναξία, μια αδήριτη ανάγκη αποτύπωσης του κόσμου γύρω μας, τολμώ να πω ανάγκη εγγεγραμμένη στο ίδιο μας το γονιδίωμα. Από τις τοιχογραφίες του Chauvet που τελέσθηκαν πριν από 35.000 χρόνια μέχρι τις ζωγραφικές αποτυπώσεις στο MOMA σήμερα, συναντάμε παρόμοια υλικά, παρόμοια λαχτάρα, παρόμοια τελετή. Αυτή ακριβώς η βασικότατη πράξη της ζωγραφικής είναι ένα Μυστήριο με αυταξία, ό,τι και να ζωγραφίζει κανείς. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, νομίζω ότι έβαλα τον τίτλο αυτό στην έκθεση ώστε να παρακαλέσω τον θεατή να μη βιαστεί, όταν επισκεφθεί την έκθεση, αλλά να θελήσει να υποβληθεί σε ένα είδος τελετής, που έχει προφανώς και κάποιους χρόνους πιο αργόσυρτους ώστε να εμπεδωθεί το κάθε επεισόδιο που αποτυπώνω και να διαβαστεί με όρους τελετουργικούς, ακόμα και ιερούς, σαν πέρασμα φερ’ ειπείν από τη ζωή στον θάνατο, την ανυπαρξία στη γέννηση, τη σύζευξη και τον έρωτα, τη θυσία και άλλες τέτοιες δυνατές, αρχετυπικές καταστάσεις με τις οποίες μπορούν όλοι πάνω κάτω να συνδεθούν.
–Είναι η κάθε μορφή τέχνης ένα παιχνίδι, το οποίο όμως έχει πολλούς και αυστηρούς κανόνες;
–Όπως μας θυμίζει και ο Huizinga στο Homo Ludens, το παιχνίδι ανέκαθεν έπαιζε ρόλο τεράστιο στην παραγωγή πολιτισμού και προφανώς και στον τομέα των εικαστικών τεχνών. Παίζω σημαίνει πειραματίζομαι και κουράζομαι και τρέχω και στέκομαι και σκέφτομαι και απογοητεύομαι, συγκρούομαι και αποφεύγω και γελώ και κλαίω και χορεύω και κλέβω και κρίνω και συνεργάζομαι και μισώ και αγαπώ και όσο και αν φανεί παράξενο εγώ προσωπικά στο στούντιο τα κάνω όλα αυτά κατά τη διάρκεια δημιουργίας ενός πίνακα ζωγραφικής. Απ’ τη μεριά μου δεν βρίσκω ικανοποίηση στο να λυγίζω κανόνες, εάν δεν τους έχω πριν εμπεδώσει και μιλάω φυσικά για το ζήτημα της ακαδημαϊκής ζωγραφικής, της παραστατικότητας, των πιο παραδοσιακών μέσων σε αντίθεση (μήπως όμως έχουμε και ψευδοδίλημμα εν τέλει) με ζωγραφική που δεν πηγάζει από βαθιά γνώση σχεδίου και ιστορίας της τέχνης, σ’ έναν κόσμο όπου anything goes και όλα είναι υποτίθεται τέχνη αρκεί να ξέρεις τους κατάλληλους ανθρώπους. Έχω την τύχη να είμαι απ’ αυτούς αφιερώθηκαν στην εκμάθηση μιας Τέχνης και την υπηρετώ όσο καλύτερα μπορώ, χωρίς άλλοθι και χωρίς συμπλέγματα, έχοντας κατανοήσει ότι όσο καταδύεσαι στην καρδιά του σκότους της ζωγραφικής, τόσα ακόμα έχεις να μάθεις. Και ότι όσο μιλάς με τα χρόνια πιο άνετα και εύγλωττα τη γλώσσα μιας τέχνης, δεν πρέπει να γίνεται αυτό για εντυπωσιασμό τρίτων σαν σοφιστής ας πούμε, αλλά για να μεταδώσεις πιο άμεσα τη δική σου κοσμοθεωρία.
–Τι νοηματοδοτεί γενικά ένα έργο και πώς κερδίζεται η εικαστικότητα μιας δουλειάς;
–Περνώντας από το τεχνικό κομμάτι στο εννοιολογικό είναι ευτυχώς πολυπρισματική η αλήθεια περί της εικαστικής αξίας ενός έργου και των εκπορευόμενων νοημάτων. Εν τέλει είναι υποκειμενικό και δημοκρατικό το ζήτημα και επαναλαμβάνω ότι για εμένα και μόνο το ότι υπάρχει σε ένα σπίτι, σε έναν δρόμο σε μια πόλη ένας άνθρωπος που κοιτάει τον άδειο καμβά και ονειρεύεται πώς να τον γεμίσει μύθους, είναι θαύμα και αξιέπαινο. Πέραν αυτού προφανώς εάν κάποιος αποφασίσει να ασχοληθεί πιο επισταμένα με τη ζωγραφική ας πούμε και να θέλει να μην είναι ερασιτεχνική (naïve) η ματιά του, δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος απ’ το να μάθει σχέδιο, καλό σχέδιο, και σταδιακά (σε μια σχολή Καλών Τεχνών ιδανικά) να πειραματιστεί με μέσα έκφρασης ώστε ν’ αρχίσει να επενδύει ατελείωτες ώρες και να πετύχει σταδιακά μια τεχνική ευφράδεια. Παράλληλα, είναι απαραίτητη η γνώση ιστορίας της Τέχνης για να επικοινωνεί η δουλειά του σημερινού δημιουργού με τους παλαιότερους συναδέλφους του αλλά και η συνεχής έρευνα σε διεθνές πλέον επίπεδο ώστε να καθίσταται η εικαστική εξερεύνηση επίκαιρη και σύγχρονη. Διότι παρόλη την αυταξία ενός ζωγραφικού έργου σαν όμορφο ανθρώπινο συμβάν, η εννοιολογική αξία και η «εικαστικότητα» του έργου – ως σύγχρονο έργο τέχνης – κρίνονται με βάση παρόμοια κριτήρια που κρίνεται και οποιαδήποτε έρευνα, δηλαδή κατά πόσο είναι πρωτότυπη, πόσο προσφέρει στην εμπέδωση της υπάρχουσας γνώσης του πεδίου και πόσο εξελίσσει το ίδιο το πεδίο. Εάν δεν πορεύεται ο ζωγράφος με όλα αυτά κατά νου, καταλήγει (ευδαίμων μεν) αυτό που λέμε naïve και ουσιαστικά εργάζεται κάπως αυνανιστικά και αποκομμένα από το σύνολο της τέχνης που επιζητεί να υπηρετήσει.
Η ζωή είναι γεμάτη διττότητες και παραδοξότητες
«Μου φαίνεται άκρως στενάχωρο να μην υπάρχει εξωστρέφεια του καλλιτέχνη, δηλαδή τι; Να δρα κανείς σαν ασκητής που αυτοαναιρείται υπαρξιακά ζωγραφίζοντας εν είδει διαλογισμού και μετά τα καταστρέφει» λέει ο ζωγράφος Θοδωρής Μπαργιώτας.
–Το έργο αφορά τον δημιουργό ή το κοινό περισσότερο;
–Δεν μπορώ να φανταστώ έργο ζωγραφικό χωρίς δημιουργό (ίσως με την πρόσφατη αλγοριθμική εικονοποιία μέσα ΑΙ μόνο υπάρχει τέτοια δυνατότητα αλλά και αυτό σηκώνει συζήτηση) αλλά δεν μπορώ να φανταστώ και τη δική μου δουλειά να μην παρουσιάζεται στο κοινό. Μου φαίνεται άκρως στενάχωρο να μην υπάρχει εξωστρέφεια του καλλιτέχνη, δηλαδή τι; Να δρα κανείς σαν ασκητής που αυτοαναιρείται υπαρξιακά ζωγραφίζοντας εν είδει διαλογισμού και μετά τα καταστρέφει; Ούτως ή άλλως η ζωγραφική ενέχει αρκετή δόση ασκητισμού, αφού ζωγραφίζει κανείς για χρόνια παρέα μόνο με τους δαίμονές του και τις ποικίλες ανεπάρκειές του σε ένα στούντιο χωρίς προσδοκώμενο όφελος (αν το κάνει κανείς με ειλικρίνεια). Και η ατομική έκθεση τελικά των έργων σου είναι η έκθεση ακριβώς των δαιμόνων και ανεπαρκειών σου, της ασχήμιας και ομορφιάς σου. Όλα αυτά μ’ έναν τρόπο που να μπορέσουν να ταυτιστούν πιθανώς οι θεατές και να δουν κάτι από τους δικούς τους δαίμονες στον δικό σου κόσμο. Και εν τέλει εγώ προσπαθώ με τη δουλειά μου να πλάσω παραμύθια και προφανώς παραμύθι χωρίς ακροατήριο είναι απλώς ομφαλοσκοπική σοφιστεία.
–Παρατηρώντας μερικά από τα έργα σας, βλέπω πολλές ιστορίες σε μία εικόνα, άλλοτε σκουρόχρωμες και άλλοτε φωτεινές, αλλά και ένα παιχνίδι μεταξύ πραγματικότητας και παραδοξότητας; Τα χωρίζει κάποια λεπτή γραμμή;
–Η τέχνη μιμείται τη ζωή και η ζωή είναι γεμάτη διττότητες και παραδοξότητες. Κατ’ ακρίβεια η ζωή είναι όλο αυτό που συμβαίνει ανάμεσα στις διττότητες και στο ενδιάμεσο των άκρων, δηλαδή ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο, στο φάσμα μεταξύ αγάπης και μίσους, στον τρεμουλιαστό σπασμό μας μεταξύ νύχτας και μέρας, φωτός και σκιάς αλλά και στην πολυβάθμια συμπεριφορά μας απέναντι στις εξίσου πολυδιάστατες εκφάνσεις στην κλίμακα κυριολεξία-όνειρο. Ιδανικά προσπαθώ να αποκρυσταλλώσω όλη αυτή την ενδιάμεση εννοιολογική κατάσταση χωρίς εμμονή σε κάποιο άκρο, αλλά και στο τεχνικό επίπεδο να μην υποπίπτω σε μανιέρες, δηλαδή ακραίο φωτορεαλισμό ή απόλυτη αφαίρεση ή διακοσμητικά πλασίματα χωρίς αφήγημα. Εκεί στο μεσοδιάστημα γίνονται όλα, γιατί εκεί όλα είναι πιθανά.
–Υπάρχουν ήρωες και αντιήρωες στις δουλειές σας; Το ρωτώ γιατί είναι ανθρωποκεντρική η ματιά σας.
–Περισσότερο το φαντάζομαι με όρους πρωταγωνιστή και κομπάρσων αλλά υπό το πρίσμα των χρήσιμων κομπάρσων, δηλαδή ότι υπάρχουν πρωταγωνιστές στα έργα αλλά συνήθως και ένα πλήθος, που μπορεί να είναι και ένα είδος Χορού σε Τραγωδία. Και το πλήθος δεν είναι και τελικά μόνο ένα πλήθος αλλά άνθρωποι που γνωρίζω και ζήτησα να φωτογραφήσω για να ενταχθούν στο έργο, εξού και κάθε μορφή είναι ξεχωριστή οντότητα, με μια συγκεκριμένη γκριμάτσα, με τις δικές τους σκέψεις ίσως. Αλλά σε πολλά έργα που η έννοια της τελετουργίας φαίνεται πιο καθαρά, προφανώς υπάρχει κάποιο τιμώμενο πρόσωπο, κάποιο σφάγιο ας πούμε, κάποιος μάρτυρας ή ακόμα και κάποιο ιερό αντικείμενο/λείψανο που πρωταγωνιστεί.
–Για τι πράγμα μιλάει η τέχνη σας; Υπάρχει οδικός άξονας;
–Όσο κοινότοπο και αν ακουστεί τελικώς η μυθοπλασία μου έχει να κάνει με την ανθρώπινη συνθήκη, τι σημαίνει να είσαι ανθρώπινο πλάσμα διαχρονικά και ίσως γι’ αυτό με ενδιαφέρει πολύ η έννοια της τελετουργίας, ως μια αρχαιότατη, βασική ανάγκη των ανθρώπων, ως μια έξη γενετικά σύμφυτη με τον homo sapiens, που συνενώνει συχνά πολλούς από αυτούς μαζί σε καταστάσεις που αξίζει να ζωγραφιστούν. Ίσως μέσα στο στούντιο αυτό που σκέφτομαι και χαμογελώ είναι το πόσο μαγευτικά τραγικό συμβάν είναι ακριβώς το να συγκαταλέγεσαι ανάμεσα στους ανθρώπους, αφού όπως μας θύμιζε ο Αριστοφάνης συχνά, η τραγωδία και η κωμωδία είναι γραμμένες με τις ίδιες λέξεις με λιγάκι αλλαγμένη τη σειρά.
Πληροφορίες
«Μικρές Τελετουργίες», Θοδωρής Μπαργιώτας, γκαλερί Marginalia, Αρχ. Κυπριανού 15 Στρόβολος, έως τις 27 Μαΐου.