Πριν από λίγες ημέρες, στις 25 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στην Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου του Αγίου Όρους πανηγυρική αγρυπνία προς τιμή του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου, επί τη ευκαιρία της μνήμης του, σύμφωνα με το παλαιό ημερολόγιο. Της αγρυπνίας προέστη ο πανιερώτατος μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος, στην παρουσία του ηγουμένου της Ιεράς Μονής Βατοπαιδίου αρχιμανδρίτη Εφραίμ, του ηγουμένου της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου αρχιμανδρίτη Νικολάου και πολλών αγιορειτών πατέρων. H πανηγυρική αυτή αγρυπνία έγινε στη μονή Κουτλουμουσίου, με την οποία συνδεόταν ιδιαιτέρως ο Άγιος Παΐσιος, αφού το Κελί της Παναγούδας, που σημαίνει Μικρή Παναγία, στο οποίο έζησε από το 1977 μέχρι και την κοίμησή του το 1994, ανήκει σ’ αυτήν. Όλα αυτά τα χρόνια οι πλείστοι προσκυνητές που μετέβαιναν στο Άγιον Όρος, πήγαιναν πρώτα στο Κελί της Παναγούδας, για να πάρουν την ευχή του Αγίου Παϊσίου και ν’ ακούσουν τον πνευματικό του λόγο και τις πνευματικές του συμβουλές, και μετά μετέβαιναν για φιλοξενία στις διάφορες μονές και κυρίως στις Μονές Κουτλουμουσίου, Ιβήρων και Σταυρονικήτα.
Ο πανιερώτατος μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος έζησε στη Μονή Κουτλουμουσίου, όταν ο Γέροντάς του Ιωσήφ, ο μετέπειτα Βατοπαιδινός, ανέλαβε προ του 1977 την πνευματική πατρότητα της Μονής μετά από πρόσκληση του Οικουμενικού Πατριάρχη κυρού Δημητρίου και προτροπή των πατέρων της Μονής. Από τότε ο πανιερώτατος συνδέθηκε με τον Άγιο Παΐσιο, με τον οποίο διατήρησε στενή σχέση μέχρι το τέλος της ζωής του. Ήταν από τους λίγους ανθρώπους που είχαν τη μεγάλη ευλογία να έχουν τόσο στενή σχέση με τον Άγιο. Μάλιστα, κατά καιρούς είχε τη μοναδική ευλογία να φιλοξενηθεί στο Κελί της Παναγούδας και να ζήσει κοντά στον Άγιο μοναδικές πνευματικές εμπειρίες.
Το γεγονός ότι έζησε κοντά στον γέροντα Παΐσιο του έδωσε την ευκαιρία να τον γνωρίσει ως άνθρωπο. Αυτό μάλιστα που ο ίδιος ο μητροπολίτης ομολογεί είναι ότι ο Άγιος Παΐσιος ξεχώριζε για την απλότητά του, τη δύναμη της προσευχής του και τη μεγάλη αγάπη για τον Θεό. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο μητροπολίτης Αθανάσιος: «Πάντοτε μου έδινε την εντύπωση ότι αυτός ο άνθρωπος κρατά τον κόσμο στο χέρι του και ότι όντως, πραγματικά, στηρίζει την οικουμένη με την προσευχή του». Αναφερόμενος στην αγάπη του Αγίου Παϊσίου για τον Θεό Πατέρα, ο μητροπολίτης Αθανάσιος εξηγεί ότι αυτή υπερέβαινε τους νόμους της φύσεως και πως η ζωή του Γέροντα ήταν μια δυνατή και έκδηλη παρουσία της Θείας Χάριτος. Η αγάπη αυτή, μάλιστα, σύμφωνα πάντα με τον μητροπολίτη Αθανάσιο, ήταν τόσο δυνατή, ώστε εκμηδένιζε την όποια αγάπη προς τον εαυτό του. Μας περιγράφει μάλιστα ότι εκεί όπου ζούσε ο Γέροντας Παΐσιος δεν είχε καμιά ανθρώπινη παρηγοριά. Αυτός ήταν, σύμφωνα με τον πανιερώτατο, ο λόγος που ήταν τόσο έκδηλη η αγάπη του Θεού προς αυτόν και τόσο εμφανής η συνεχής Χάρις του Θεού στη ζωή του. Ο μητροπολίτης Αθανάσιος, για να χαρακτηρίσει τη σχέση αυτή, αναφέρει «ην χειρ Κυρίου μετ᾿ αυτού διά παντός».
Άξιο αναφοράς είναι επίσης το εξής περιστατικό που ο Λεμεσού Αθανάσιος θυμάται σε ομιλία του για τον γέροντα Παΐσιο: «Τα Χριστούγεννα του 1982, μετά την αγρυπνία, αφού ξεκουραστήκαμε καμμιά ώρα πήγα να δω τον Γέροντα. Ήταν μόνος του στο Καλυβάκι του, στην “Παναγούδα”. Είχε πολύ καλή διάθεση, ήταν και ησυχία, δεν είχε κόσμο, νομίζω είχε και κακοκαιρία και μου λέει το εξής πράγμα: “Τι να σου πω, διάκο”. Ήμουν διάκος τότε ακόμα. “Κάποτε καιγόταν η ύπαρξή μου από την αγάπη του Θεού τόσο πολύ, που αισθανόμουν τα κόκκαλά μου να λιώνουν σαν λαμπάδες. Μάλιστα μια φορά, περπατούσα και δεν μπορούσα να συνεχίσω από την αγάπη του Θεού που αισθανόμουν μέσα μου, και έπεσα κάτω σε ένα δένδρο εκεί και έλεγα: Να μη με δει και κανένας και να με παρεξηγήσει, να μη ξέρει τι έπαθα. Φλογιζόμουν από την αγάπη τού Θεού έντονα. Εδώ και περίπου 7-8 χρόνια, αυτή η αγάπη όχι πως έπαυσε να υπάρχει, αλλά μεταποιήθηκε, μεταστράφηκε σε μια αγάπη για τον κόσμο και λιώνω καθημερινά για τους πονεμένους ανθρώπους και δεν μπορώ να σκεφθώ το πως ο Θεός έγινε για μας άνθρωπος. Σκέφτομαι καμμιά φορά, πώς γεννήθηκε ο Χριστός και πού γεννήθηκε ο Χριστός, και διαλύομαι». Και πραγματικά γέμισαν τα μάτια του δάκρυα, παρ᾿ όλο που δεν άφηνε τον εαυτό του να εκδηλώνεται έτσι. Ήταν γενναίος πνευματικός στρατιώτης και απέφευγε να εκδηλώνει τα εσωτερικά του βιώματα, εν τούτοις όμως, μετά, πράγματι, η ζωή του κυρίως στην Παναγούδα ήταν μια μορφή θυσίας καθημερινής για τον λαό του Θεού. Γιατί αυτό ήταν το δείγμα της τέλειας αγάπης. Μαζευόταν εκεί στο Καλύβι του, πραγματικά, ένα πλήθος ανθρώπων, αλλά ο Γέροντας αγαπούσε ιδιαίτερα τους πονεμένους ανθρώπους, τα νέα παιδιά που έψαχναν να βρουν τον δρόμο τους και με μεγάλη θυσία στεκόταν δίπλα τους. Τους άκουγε, τους θεράπευε, τους συμβούλευε, τους ενίσχυε».
Ένα άλλο στοιχείο που χαρακτήριζε τον Άγιο Παΐσιο, σύμφωνα με τον πανιερώτατο, είναι ο πατριωτισμός του και η μεγάλη του αγάπη για την Ελλάδα. Ωστόσο, τον στεναχωρούσε υπερβολικά όταν παραποιούσαν τα λόγια του. Σημειώνει ο πανιερώτατος: «τον στενοχωρούσε, όχι γιατί θιγόταν, αλλά γιατί ταλαιπωρούνταν οι άνθρωποι. Όταν κάποιος χρησιμοποιούσε το όνομά του και έλεγε ότι “ο π. Παΐσιος είπε αυτό το πράγμα”, ενώ δεν το είχε πει. Και αυτό μετά κυκλοφορούσε: “Είπε ο π. Παΐσιος αγοράστε τρόφιμα και σκάψετε χαρακώματα και το καλοκαίρι θα γίνει πόλεμος” και οι άνθρωποι άρχιζαν να αγοράζουν τρόφιμα. Ο Γέροντας δεν είπε ποτέ ημερομηνίες, τουλάχιστον εγώ δεν τον άκουσα καμμιά φορά να λέει ημερομηνίες. Το ότι έλεγε ότι έρχονται δύσκολες μέρες, πρέπει να είμαστε σε διαρκή επιφυλακή, σε μετάνοια, σίγουρα τα έλεγε. Αλλά δεν έλεγε, τόσα χρόνια, την τάδε ημερομηνία. Όταν, λοιπόν, άκουγε ότι του έβαζαν λόγια στο δικό του στόμα και τα χρησιμοποιούσαν λανθασμένα, αυτό πράγματι τον στενοχωρούσε πάρα πολύ. Γινόταν εκτός εαυτού όταν του λέγανε αυτά τα πράγματα! Και όταν έλεγε κάτι, το έλεγε για να βοηθήσει πνευματικά τους ανθρώπους: «Γέροντα θα ελευθερωθεί η Κύπρος;» «Άμα ελευθερωθείτε από τα πάθη σας, θα ελευθερωθεί και η Κύπρος» έλεγε.
Άξια τιμής, λοιπόν, είναι η μνήμη αυτού του μεγάλου σύγχρονου Αγίου της Εκκλησίας μας, ο οποίος, όπως κατανοούμε μέσα από όσα μαρτυρεί μεταξύ άλλων ο μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος, που συνδεόταν με τον Άγιο για δεκαέξι χρόνια, αγάπησε πρώτα τον Θεό και αυτή η αγάπη ήταν το όχημα και η κινητήριος δύναμη ταυτόχρονα, που τον οδηγούσαν σε αυτή τη μεγάλη αγάπη του για τον συνάνθρωπό του. Μια αγάπη που την εκφράζει και μετά τον θάνατό του με την πληθώρα θαυμάτων που πραγματοποιεί στους ανθρώπους.