Του Παύλου Ξανθούλη
Οριστικό «κλείσιμο» της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως «πακέτο» με τον τερματισμό παρακολούθησης της υπόθεσης Τιτίνας Λοϊζίδου, δρομολογούν σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ» ισχυρά κράτη του Συμβουλίου της Ευρώπης (ΣτΕ), εξέλιξη που θα οδηγήσει την Κυπριακή Δημοκρατία σε εξαιρετικά δυσμενή θέση στο περιουσιακό, στο προσφυγικό, αλλά και στα ζητήματα αγνοουμένων, δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας, στο σύνολο του κυπριακού προβλήματος. Οι ίδιες πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι πρωτοστάτες της όλης προσπάθειας για την Τέταρτη Διακρατική Προσφυγή είναι η Γερμανία, η Βρετανία και η Νορβηγία, οι οποίες πρωταγωνίστησαν και επέβαλαν την περασμένη Πέμπτη το κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου, αφήνοντας στο απυρόβλητο πλέον την Τουρκία ενώπιον του ΣτΕ, για τις ανεκπλήρωτές της υποχρεώσεις με επίκεντρο το μείζον ζήτημα της «αποκατάστασης» της περιουσίας. Η αρνητικότατη αυτή απόφαση για τη Λευκωσία παραπέμπει πλέον αποκλειστικά στην «Επιτροπή Ακίνητης Ιδιοκτησίας» (επιτροπή αποζημιώσεων της Άγκυρας στο ψευδοκράτος), η οποία εκ των πραγμάτων εδραιώνεται και τείνει να αποτελέσει το μοναδικό μοντέλο-πρότυπο, για όλους τους πρόσφυγες που έχουν απωλέσει τις περιουσίες τους, συνεπεία της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, η Γραμματεία του Συμβουλίου της Ευρώπης –σε συνεννόηση με τη Γερμανία και τη Βρετανία– έβαλε «αιφνιδιαστικά» σε ψηφοφορία την περασμένη Πέμπτη το ζήτημα κλεισίματος της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής της Κύπρου, δίνοντας μια πρώτη γεύση των προθέσεων των ισχυρών του ΣτΕ. Στην ψηφοφορία αυτή για κλείσιμο της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής επικράτησαν ισορροπίες τρόμου, καθώς 22 κράτη-μέλη ψήφισαν υπέρ του κλεισίματος, ενώ για την υλοποίηση του εγχειρήματος απαιτούνταν 24 ψήφοι, δύο μόλις περισσότερες από αυτές που εξασφάλισαν οι «πρωταγωνιστές». Σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Κ», υπέρ του κλεισίματος της Τέταρτης Διακρατικής Προσφυγής της Κυπριακής Δημοκρατίας κατά της Τουρκίας, τοποθετήθηκαν οι εξής 22 χώρες: Ολλανδία, Τσεχία, Ισλανδία, Βέλγιο, Νορβηγία, Κροατία, Ελβετία, Σουηδία, Γερμανία, Δανία, Μαυροβούνιο, Βόρειος Μακεδονία, Τουρκία, Λιθουανία, Φινλανδία, Πορτογαλία, Εσθονία, Λίχτενσταϊν, Αζερμπαϊτζάν, Αλβανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Λετονία. Η παρτίδα στην Τέταρτη Διακρατική Προσφυγή σώθηκε την υστάτη, καθώς η Πολωνία, η Ιταλία και η Ισπανία, άλλαξαν τον συσχετισμό δυνάμεων, τηρώντας τελικά αποχή (αν και στην υπόθεση Λοϊζίδου τοποθετήθηκαν υπέρ του κλεισίματος). Συνολικά λοιπόν, 18 κράτη-μέλη, περιλαμβανομένων της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Πολωνίας, τήρησαν αποχή, γεγονός που κρατάει εν ζωή την Τέταρτη Διακρατική Προσφυγή, «επί του παρόντος». Πληροφορίες της «Κ» αναφέρουν ότι «οι πρωταγωνιστές θα επαναφέρουν το ζήτημα, επιδιώκοντας νέα ψηφοφορία, το συντομότερο δυνατόν», πιθανότατα το 2023, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την Κυπριακή Δημοκρατία, η οποία εξασφάλισε μόλις πέντε ψήφους στην προσπάθειά της να κρατήσει εν ζωή την Τέταρτη Διακρατική Προσφυγή. Πέραν της δικής της ψήφου, η Λευκωσία εξασφάλισε τις ψήφους της Ελλάδας, της Αρμενίας, της Σερβίας και της Βουλγαρίας.
Λίγο πριν, στην ίδια συνεδρία της Επιτροπής Αναπληρωτών Υπουργών του ΣτΕ, η Κυπριακή Δημοκρατία δέχθηκε ισχυρό πολιτικό ράπισμα από τους «εταίρους» της, οι οποίοι άναψαν πράσινο φως στο αίτημα της Γραμματείας του διεθνούς οργανισμού για κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου. Η εν λόγω υπόθεση, που αποτελούσε σήμα κατατεθέν των κυπριακών διεκδικήσεων στο προσφυγικό-περιουσιακό και είχε οδηγήσει σε μια άνευ προηγούμενου νίκη της Λευκωσίας στο ΕΔΑΔ, κλείνει οριστικά. Πρακτικά, αυτό σημαίνει ότι το ΣτΕ δεν θα παρακολουθεί πλέον την εφαρμογή των υποχρεώσεων της Τουρκίας, η οποία κατά συνέπεια δεν θα υπόκειται σε οποιανδήποτε πίεση και θα μπορεί εν πολλοίς να πράττει κατά το δοκούν. Η δε Τιτίνα Λοϊζίδου υποχρεούται πλέον, εάν επιθυμεί αποκατάσταση της περιουσίας της, να προσφύγει στην «Επιτροπή Ακίνητης Ιδιοκτησίας» της Τουρκίας στο ψευδοκράτος, όπως και για ενδεχόμενη διεκδίκηση περαιτέρω αποζημιώσεων μετά το 1998. Με ό,τι αυτό μεταφράζεται πολιτικά και νομικά για την Κυπριακή Δημοκρατία, το προσφυγικό και το περιουσιακό ζήτημα. Δεν είναι προφανώς τυχαίο, ότι το ΥΠΕΞ, σε γραπτή του ανακοίνωση, χαρακτήρισε ως «νομικά έωλη και πολιτικά προβληματική» την απόφαση της Επιτροπής Αναπληρωτών Υπουργών του ΣτΕ, αποδίδοντας ευθύνες στη Γραμματεία του διεθνούς οργανισμού και εκφράζοντας «απογοήτευση για τον αρνητικό ρόλο και την εμπλοκή της» στο κλείσιμο της υπόθεσης.
Σημειώνεται ότι υπέρ του κλεισίματος της υπόθεσης Λοϊζίδου τοποθετήθηκαν οι εξής 25 «εταίροι» της Κυπριακής Δημοκρατίας στο ΣτΕ, σπάζοντας το φράγμα των 24 ψήφων που απαιτούνταν: Σουηδία, Εσθονία, Ολλανδία, Πολωνία, Ισπανία, Λετονία, Τουρκία, Φινλανδία, Αζερμπαϊτζάν, Ελβετία, Λιθουανία, Νορβηγία, Τσεχία, Ιταλία, Γερμανία, Μαυροβούνιο, Κροατία, Βέλγιο, Ισλανδία, Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βόρειος Μακεδονία, Λίχτενσταϊν, Πορτογαλία, και Αλβανία. Τη διαφορά, υπέρ της Τουρκίας και εις βάρος της Κύπρου έκαναν η Ιταλία, η Ισπανία, η Εσθονία και η Λιθουανία, χώρες οι οποίες πέρυσι είχαν τηρήσει αποχή.
Ωστόσο, ευθυγραμμίστηκαν τελικά με την έκκληση της Γερμανίας και της Νορβηγίας που «είχαν συγκαλέσει» και παρασυναγωγή για κλείσιμο της υπόθεσης, με τη στήριξη της Βρετανίας. Σημειώνεται ότι το 2019 είχαν τηρήσει αποχή και η Βόρειος Μακεδονία, το Λίχτενσταϊν, η Πορτογαλία, και η Αλβανία, οι οποίες ωστόσο άλλαξαν στρατόπεδο από πέρυσι, στηρίζοντας το κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου.
Ρεκόρ προκλητικότητας από τη Γερμανία
Το κλείσιμο της υπόθεσης της Τιτίνας Λοϊζίδου δεν απετέλεσε κεραυνό εν αιθρία, καθώς εδώ και καιρό οι πρωτοστάτες της όλης προσπάθειας και κυρίως η Γερμανία και η Βρετανία, δρομολογούσαν μια τέτοια εξέλιξη. Όπως είχε αποκαλύψει η «Κ», τον περασμένο Ιούνιο η Γερμανία και η Νορβηγία με τη συμβολή της Γραμματείας του ΣτΕ συγκάλεσαν «παρασυναγωγή» στο κτίριο όπου στεγάζεται η αντιπροσωπεία της Νορβηγίας, στο Στρασβούργο. Στην «παρασυναγωγή» προσκλήθηκαν όσα κράτη τηρούσαν αποχή στο ζήτημα της υπόθεσης Τιτίνας Λοϊζίδου, τα οποία παρακινήθηκαν κυρίως από τη Γερμανία και τη Γραμματεία του Συμβουλίου, όπως τοποθετηθούν υπέρ του τερματισμού της επιτήρησης της υπόθεσης Λοϊζίδου από το Συμβούλιο της Ευρώπης, αδιαφορώντας προφανώς για τις συνέπειες που θα επέλθουν στο Κυπριακό, και ειδικότερα στο περιουσιακό/προσφυγικό ζήτημα. Σύμφωνα δε με τις πληροφορίες της «Κ», ο εκπρόσωπος της Γερμανίας στη «παρασυναγωγή», κάλεσε τα κράτη-μέλη του ΣτΕ, να κλείσουν την υπόθεση Λοϊζίδου προκειμένου να χρυσώσουν το χάπι της Τουρκίας, προσφέροντάς της ένα αντάλλαγμα για τις καταδικαστικές αποφάσεις που υπέστη η Άγκυρα, στην υπόθεση του Οσμάν Καβάλα. Με άλλα λόγια, η Γερμανία δρομολόγησε και επέβαλε το κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου, για να εξευμενίσει την Τουρκία που αντιδρούσε έντονα ως αποτέλεσμα των υποδείξεων του ΣτΕ, αναφορικά με την αποφυλάκιση του φιλάνθρωπου επιχειρηματία και πολιτικού κρατούμενου, Οσμάν Καβάλα.
Η Λευκωσία ενημερώθηκε για την προσπάθεια που δρομολογήθηκε και το ΥΠΕΞ επεχείρησε μέσω διαβημάτων, παραστάσεων και ενημερωτικών συναντήσεων να διασφαλίσει τη διατήρηση της υπόθεσης Λοϊζίδου εν ζωή, ενώπιον του ΣτΕ. Στο ζήτημα ενεπλάκη με προσωπικές παρεμβάσεις και επιστολές ο υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Κασουλίδης, με στόχο να φρενάρει το εγχείρημα κλεισίματος της υπόθεσης Λοϊζίδου. Σύμφωνα με τις πληροφορίες της «Κ», η Λευκωσία προέβη και σε διάβημα προς το Βερολίνο, το οποίο απλώς επιβεβαίωσε ότι η Γερμανία ύψωσε τείχος και ήθελε διακαώς το κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου. Στο διάβημα, επίσημος του γερμανικού ΥΠΕΞ επεσήμανε ότι «δεν αντιλαμβάνεται και δεν συμμερίζεται» τις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σε κάθε πάντως περίπτωση, η Λευκωσία επεσήμανε προς το Βερολίνο ότι η Γερμανία μπορεί να διατηρεί τις απόψεις της, αλλά ότι η δρομολόγηση «παρασυναγωγής» και η προσπάθεια παρακίνησης άλλων κρατών-μελών του ΣτΕ σε βάρος των κυπριακών ζωτικών συμφερόντων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως μια θεμιτή ενέργεια από έναν «εταίρο». Αντίθετα, εκλαμβάνεται ως απαράδεκτη και αντιδεοντολογική. Πόσω μάλλον υπό το φως της σημασίας που έχει η υπόθεση Λοϊζίδου για την Κυπριακή Δημοκρατία, τόσο σε νομικό, όσο και σε πολιτικό επίπεδο, καθώς αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς όλων των προσφύγων, συνεπεία της τουρκικής εισβολής και κατοχής.
Οι προσπάθειες της Λευκωσίας εντάθηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις τους τελευταίους μήνες, αλλά το πολιτικό εκτόπισμα της Γερμανίας αλλά και της Βρετανίας, που κινούσε τα νήματα από το 2019 για κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου, δεν άφησαν ουσιαστικά περιθώρια ανατροπής του παιχνιδιού που στήθηκε από τις δύο χώρες, εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Πρώτη διδάξασα η Βρετανία
Η Βρετανία κινούσε γη και ουρανό στο Στρασβούργο για κλείσιμο της υπόθεσης της Τιτίνας Λοϊζίδου, εδώ και τρία χρόνια, από το 2019. Όπως είναι σε θέση να γνωρίζει η «Κ», το Φόρεϊν Όφις είχε πρωτοστατήσει κατά την πρώτη ψηφοφορία που έγινε προ τριετίας, για κλείσιμο της υπόθεσης Λοϊζίδου, κάτι που απορρίφθηκε τότε για ελάχιστες ψήφους. Ωστόσο, το Λονδίνο επέμεινε στη θέση του αυτή και σταδιακά, με τη συμβολή της Γερμανίας, της Γραμματείας του Συμβουλίου και της Νορβηγίας κατάφερε να την επιβάλει, οδηγώντας στον τερματισμό της διαδικασίας επιτήρησης της υπόθεσης Λοϊζίδου από το ΣτΕ. Αναφέρουμε ότι κατά την ψηφοφορία που είχε γίνει το 2019, υπέρ του κλεισίματος της υπόθεσης Λοϊζίδου τοποθετήθηκαν 21 κράτη και υπολείπονταν μόλις τρεις ψήφοι για σπάσιμο του απαιτούμενου φράγματος των 24 ψήφων και για υλοποίηση του βρετανικού στόχου. Υπέρ του κλεισίματος της υπόθεσης Λοϊζίδου, είχαν τοποθετηθεί το 2019 οι εξής 21 χώρες: Ανδόρα, Αζερμπαϊτζάν, Βέλγιο, Κροατία, Τσεχία, Εσθονία, Φινλανδία, Γερμανία, Ισλανδία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μονακό, Μαυροβούνιο, Ολλανδία, Νορβηγία, Πολωνία, Σουηδία, Ελβετία, Τουρκία και Μεγάλη Βρετανία.