ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Το πρόβλημα της Ιρλανδίας: Η χώρα της κρίσης τώρα δεν ξέρει τι να κάνει τα χρήματα

Καθώς η κυβέρνηση ετοιμάζει τον ετήσιο κρατικό προϋπολογισμό για τον Οκτώβριο, φαίνεται να δυσκολεύεται να αποφασίσει πώς να ξοδέψει όλα αυτά τα χρήματα.

Money Review

Δεκαπέντε χρόνια αφότου το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων ανάγκασε την Ιρλανδία να ζητήσει ένα πακέτο διάσωσης δισεκατομμυρίων ευρώ, η χώρα αντιμετωπίζει τώρα το αντίθετο πρόβλημα: Έχει δημοσιονομικό πλεόνασμα-ρεκόρ και δεν ξέρει τι να κάνει όλα αυτά τα χρήματα που εισρέουν στα κρατικά ταμεία.

Η Ιρλανδία έχει καταφέρει να προσελκύσει πολλές ξένες πολυεθνικές, λόγω του χαμηλού φορολογικού συντελεστή της για τις επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα τα φορολογικά έσοδα κυρίως από τις αμερικανικές τεχνολογικές και φαρμακευτικές εταιρείες να οδηγούν φέτος σε δημοσιονομικό πλεόνασμα ύψους 10 δισ. ευρώ. Για το 2024, το πλεόνασμα προβλέπεται ακόμα υψηλότερο, στα επίπεδα των 16 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τους New York Times.

Καθώς η κυβέρνηση ετοιμάζει τον ετήσιο κρατικό προϋπολογισμό για τον Οκτώβριο, φαίνεται να δυσκολεύεται να αποφασίσει πώς να ξοδέψει όλα αυτά τα χρήματα. Ανάμεσα στις επιλογές θα ήταν να τα βάλει στην άκρη για το μέλλον, να αποπληρώσει χρέη, να επενδύσει σε κατοικίες για να αντιμετωπίσει την στεγαστική κρίση, να τα διαθέσει για υποδομές όπως νοσοκομεία, σχολεία και ένα μετρό ή να τα δαπανήσει για φοροελαφρύνσεις και άλλα μέτρα στήριξης.

Όμως καμία από αυτές τις επιλογές δεν είναι εύκολη. «Ό,τι και εάν κάνουν, θα αφήσουν κάποιους ανθρώπους παραπονεμένους», λέει ο Cliff Taylor, αρθρογράφος των Irish Times. Έτσι, συζητείται το ενδεχόμενο να βάλουν τα χρήματα στην άκρη, σε ένα fund κρατικού πλούτου, που θα βοηθήσει να καλυφθεί το αυξανόμενο κόστος των συντάξεων, εν μέσω γήρανσης του πληθυσμού. «Αλλά εάν το κάνουν αυτό, άλλοι άνθρωποι θα πουν ότι είναι ανάγκη να ξοδέψουμε χρήματα σήμερα, σε πράγματα όπως η στέγαση, οι μεταφορές και η υγεία, καθώς και να αλλάξουμε το ενεργειακό μας σύστημα για να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή», προσθέτει ο Taylor.

Το πρόβλημα είναι ότι τα δημόσια οικονομικά της Ιρλανδίας είναι απρόβλεπτα, επομένως υπάρχουν προειδοποιήσεις ότι η χώρα δεν θα πρέπει να θεωρεί αυτά τα πλεονάσματα δεδομένα.

Η αλήθεια είναι ότι οι υποδομές της Ιρλανδίας, και ιδιαίτερα οι κατοικίες, βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση. Η κατασκευαστική δραστηριότητα, που άνθισε την εποχή του «Κελτικού Τίγρη», στα τέλη της δεκαετίας του 1990 με τις αρχές του 2000, κατέρρευσε με το σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων το 2008. Τότε, η Ιρλανδία αναγκάστηκε να ζητήσει πακέτο διάσωσης ύψους 77 δισ. δολαρίων για να γλιτώσει τη χρεοκοπία.

Έτσι σήμερα, η χώρα έχει έναν από τα ταχύτερα αυξανόμενους πληθυσμούς της Ευρώπης, αλλά σοβαρές ελλείψεις σε κατοικίες και διαμερίσματα. Τα υψηλά ενοίκια σημαίνουν ότι ειδικά οι νέοι δυσκολεύονται να βρουν ένα μέρος να μείνουν, ενώ ο αριθμός των αστέγων αυξάνεται και περιλαμβάνει ακόμα και οικογένειες που δουλεύουν.

Μάλιστα, οι ελλείψεις στέγης είναι τόσο σοβαρές ώστε πλέον αποτελούν εμπόδιο για την οικονομία, καθώς οι επιχειρήσεις δυσκολεύονται να προσελκύσουν και να κρατήσουν τους εργαζόμενους που χρειάζονται.

Έτσι, μια πρόσφατη δημοσκόπηση Irish Times έδειξε ότι το 40% των Ιρλανδών θα ήθελε τα χρήματα να δαπανηθούν για τη βελτίωση στις συγκοινωνίες, τις κατοικίες, τα νοσοκομεία και τα σχολεία, ενώ το 25% προτιμά δαπάνες για την υγεία και την εκπαίδευση. Μόνο το 9% θέτει τις φοροελαφρύνσεις σαν πρώτη επιλογή και το 5% θα ήθελε να αποπληρωθεί το χρέος.

Το πρόβλημα είναι ότι οι ιρλανδικές κυβερνήσεις δεν έχουν πολύ καλό ιστορικό στη διαχείριση μεγάλων επενδύσεων. Παραδοσιακά, ξοδεύουν πολλά σε διάφορα projects όταν η οικονομία πηγαίνει καλά, αλλά τα πάντα «παγώνουν» στις πιο δύσκολες εποχές, δηλαδή ακριβώς τη στιγμή που η οικονομία θα το χρειαζόταν.

Και κατά κανόνα, τα μεγάλα έργα υποδομών στην Ιρλανδία βγαίνουν εκτός προϋπολογισμού και χρονοδιαγράμματος. Το 2015, ανακοινώθηκε η κατασκευή ενός νέου νοσοκομείου για παιδιά με 3.000 κλίνες, το οποίο θα κόστιζε 650 εκατ. ευρώ και θα άνοιγε έως το 2020. Σήμερα, η ημερομηνία λειτουργίας του έχει μετατεθεί για το 2024 και το κόστος έχει φτάσει στα 2,2 δισ. ευρώ.

Την ίδια στιγμή, το Δουβλίνο αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα με την κίνηση στους δρόμους και είναι μία από τις λιγοστές πρωτεύουσες της Ευρώπης που δεν έχουν μετρό. Όμως τα σχέδια για μια γραμμή προς το αεροδρόμιο ξεκίνησαν το 2000 με κόστος 3,5 δισ. ευρώ και πλέον εκτιμάται ότι το project θα ολοκληρωθεί σε 10 χρόνια, με τον προϋπολογισμό να έχει ανέβει στα 7-12 δισ. ευρώ.

Με τους Ιρλανδούς να προσέρχονται στις κάλπες μέσα στα επόμενα 2 χρόνια και το κεντροαριστερό κόμμα Sinn Fein να εμφανίζεται ενισχυμένο, καθώς υπόσχεται επενδύσεις σε κατοικίες, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Leo Varadkar, του κεντροδεξιού Fine Gael και του αντιπροέδρου Micheal Martin από το Fianna Fail, ενδέχεται να ποντάρει σε μειώσεις φόρων και άλλες παροχές κατά την δημοσίευση του προϋπολογισμού τον Οκτώβριο.

Όμως, αυτό που καλούνται να λάβουν υπόψη τους οι βουλευτές είναι πως κανείς δεν γνωρίζει πόσο θα κρατήσει αυτή η καλή εποχή για την Ιρλανδία.

Μεγάλο μέρος του πλεονάσματος προέρχεται από τους φόρους αμερικανικών επιχειρήσεων όπως οι Meta, Apple, Google και Pfizer, οι οποίες περνούν μέρος των εκτός ΗΠΑ εσόδων τους και των πνευματικών δικαιωμάτων τους μέσω των ιρλανδικών θυγατρικών τους. Οι θυγατρικές αυτές φορολογούνται με συντελεστή μόλις 11,5% αλλά ο ΟΟΣΑ προωθεί μία προσπάθεια για τη δημιουργία ενός παγκόσμιου ελάχιστου φορολογικού συντελεστή στο 15%, ο οποίος θα μπορούσε να μειώσει το φορολογικό πλεονέκτημα της Ιρλανδίας.

Συνεπώς, τα χρήματα που εισρέουν στη χώρα θα μπορούν εύκολα να σταματήσουν. «Οι φόροι μπορεί να πάνε κάπου αλλού», λέει Taylor των Irish Times.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Money Review

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση