Kathimerini.gr
Ηλίας Μπέλλος
Ενας μεγάλος αριθμός δεξαμενοπλοίων, που μέχρι πρότινος είχε ανυψωμένη σημαία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπως της Κύπρου και της Μάλτας, φεύγει από αυτά τα νηολόγια ως αποτέλεσμα της επιβολής κυρώσεων στη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου. Σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές, από τις αρχές Οκτωβρίου έως σήμερα ο αριθμός των πλοίων που είναι εγγεγραμμένα στο κυπριακό νηολόγιο έχει μειωθεί περίπου κατά 21%, ενώ το νηολόγιο της Μάλτας έχει χάσει περί τα 67 πλοία. Η έξοδος αυτή, όπως αναφέρουν ναυλομεσιτικές πηγές, αφορά τη μετανάστευση πλοίων σε άλλα νηολόγια χωρών που δεν εφαρμόζουν τις κυρώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ενωσης κατά της Ρωσίας.
Αποφεύγουν το εμπάργκο
Οπως και με την περίπτωση των τιμών της ενέργειας, όπου ορισμένες εκτιμήσεις υπολογίζουν ότι οι ευρωπαϊκές αποφάσεις πλήττουν περισσότερο την οικονομία της Ε.Ε. από ό,τι τη ρωσική, έτσι και με το εμπάργκο στα ρωσικά φορτία πετρελαίου ο ευρωπαϊκός στόλος φέρεται να χάνει έναντι μεγάλων ανταγωνιστών του: οι τρεις βασικές χώρες των οποίων η πλοιοκτησία φέρεται να αγοράζει τα δεξαμενόπλοια που φεύγουν από την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι η Κίνα, η Τουρκία και η Ινδία. Με βάση τα μέχρι στιγμής επίσημα στοιχεία, η «διαρροή» δεξαμενοπλοίων από το ελληνικό νηολόγιο είναι πολύ περιορισμένη και ενδεχομένως να μη σχετίζεται καν με τις κυρώσεις στη Ρωσία, που για την Ευρώπη έχουν ισχύ από 5 Δεκεμβρίου και για τις Ηνωμένες Πολιτείες έως τις 19 Ιανουαρίου, μετά και τη χορήγηση σχετικής παράτασης από την Ουάσιγκτον.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, το ελληνικό νηολόγιο αριθμούσε τον Ιανουάριο φέτος 1.833 πλοία εκ των οποίων τα 449 δεξαμενόπλοια. Στα τέλη Αυγούστου ο αριθμός των εγγεγραμμένων στο ελληνικό νηολόγιο δεξαμενοπλοίων είχε μειωθεί κατά 10 πλοία, στα 439, με αντίστοιχη μείωση και της συνολικής μεταφορικής δυναμικότητάς τους. Παραμένει προς εξακρίβωση η εικόνα που έχει διαμορφωθεί κατά την τρέχουσα χρονική στιγμή, δεδομένου ότι η έξοδος επιταχύνθηκε, όπως προαναφέρθηκε, στα άλλα νηολόγια από τις αρχές Οκτωβρίου και μετά, οπότε κατέστη σαφές πως θα υλοποιηθεί το εμπάργκο στα ρωσικά φορτία πετρελαίου και διυλισμένων προϊόντων. Η σχετική ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ δεν αναμένεται όμως πριν από τα τέλη Ιανουαρίου.
«Σκοτεινός στόλος»
Οπως εξηγούν πηγές της ποντοπόρου ναυτιλίας, η έξοδος από τα ευρωπαϊκά νηολόγια, πέραν του πλήγματος που επιφέρει στην ευρωπαϊκή ναυτιλία εν γένει και τον ρόλο της ως η μεγαλύτερη ναυτιλιακή δύναμη παγκοσμίως (ελέω της ισχυρής ελληνικής ναυτιλίας), πυκνώνει τις τάξεις του λεγόμενου παγκόσμιου «σκοτεινού στόλου».
Ως σκοτεινός στόλος ή «dark fleet» αποκαλείται πλέον το σύνολο εκείνων των πλοίων που επιχειρούν να βγουν από τα μεγάλα συντεταγμένα νηολόγια και να περνούν κάτω από το ραντάρ των κυρώσεων, αλλάζοντας συχνά ονόματα και ιδιοκτησίες προκειμένου να μην καταταχθούν στις λίστες των πλοίων και των πλοιοκτητριών εταιρειών που αποκόπτονται από τη δυνατότητα να εμπορεύονται ή να έχουν σχέσεις με το τραπεζικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης. Ετσι συνεχίζουν να μεταφέρουν ρωσικό πετρέλαιο και διυλισμένα προϊόντα και μάλιστα με πολύ υψηλούς ναύλους, λόγω του σχετικού κινδύνου.
Πληροφορίες που από τη φύση τους είναι δύσκολο να διασταυρωθούν, αναφέρουν ότι ο μεγαλύτερος αριθμός των πλοίων αυτών περνάει σε τουρκική τελική ιδιοκτησία, ανεξαρτήτως της σημαίας που μπορεί να έχουν υψωμένη ή της έδρας της πλοιοκτήτριας σε εξωχώριες δικαιοδοσίες. Οπως έγραψε η «Καθημερινή» την Πέμπτη, την ώρα που μειώνονται δραματικά οι εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου στην Ευρωπαϊκή Ενωση και μαζί τους μειώνονται και τα έσοδα της Ρωσίας, λειτουργεί –σύμφωνα με έκθεση του Κέντρου Ερευνών για την Ενέργεια και την Καθαρή Ατμόσφαιρα (CREA)– ένας νέος δίαυλος διείσδυσης των ρωσικών υδρογονανθράκων στη Γηραιά Ηπειρο, μέσω της Τουρκίας.
Παρωχημένα πλοία
Στην πλειονότητά τους τα δεξαμενόπλοια που προστίθενται στον «σκοτεινό στόλο» είναι παλαιά παρωχημένα πλοία, που έλαβαν παράταση ζωής εξαιτίας της κερδοφόρου αυτής δραστηριότητας (ναυλομεσιτικές πηγές αναφέρουν πως χρεώνουν έως και τριπλάσιους ναύλους σε σχέση με την ευνομούμενη αγορά, που ούτως ή άλλως είναι ενισχυμένη). Λόγω της παλαιότητάς τους και του ευκαιριακού ρόλου τους συχνά δεν συντηρούνται κατάλληλα, αυξάνοντας και το ρίσκο για περιβαλλοντικά ατυχήματα.