ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μεγάλες εταιρείες εγκαταλείπουν το χρηματιστήριο του Λονδίνου

Χάνει την αίγλη του το Σίτι, εισηγμένες στρέφονται στην αγορά της Νέας Υόρκης

Kathimerini.gr

Την αίγλη του χάνει το Σίτι του Λονδίνου καθώς πολλές εταιρείες στρέφουν το βλέμμα σε άλλες μητροπόλεις, όπως η Νέα Υόρκη. Οι εισηγμένες επιχειρήσεις στο Λονδίνο βλέπουν τη Νέα Υόρκη ως μια ιδιαίτερα ελκυστική αγορά για να προχωρήσουν σε δημόσια εγγραφή, με πολλές χρηματιστηριακές εταιρείες του Σίτι να αναλαμβάνουν συχνά αιτήματα πελατών που αναζητούν τρόπους για να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Μόλις αυτή την εβδομάδα αποκαλύφθηκε ότι δύο κορυφαίες επιχειρήσεις επέλεξαν τις ΗΠΑ για να εισαγάγουν τις μετοχές τους στο χρηματιστήριο. Πρόκειται για την CRH, μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες οικοδομικών υλικών στην Ευρώπη, και τη βρετανική τεχνολογική εταιρεία Arm της Softbank. Αυτό είναι το τελευταίο πλήγμα για τη βρετανική κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να αναδείξει ξανά την ελκυστικότητα του Λονδίνου μετά το Brexit. Κορυφαίος τραπεζίτης ανέφερε ότι η μεταφορά των δημόσιων εγγραφών σε άλλες αγορές πέραν του Λονδίνου αποτελεί αυτή τη στιγμή το πιο πολυσυζητημένο θέμα μεταξύ των επιχειρήσεων.

Βασικοί λόγοι φυγής των επιχειρήσεων προς τις ΗΠΑ είναι οι υψηλότερες αποτιμήσεις και η πρόσβαση σε αγορές με μεγαλύτερη ρευστότητα

Βασικοί λόγοι φυγής των επιχειρήσεων προς τις ΗΠΑ είναι οι υψηλότερες αποτιμήσεις και η πρόσβαση σε αγορές με μεγαλύτερη ρευστότητα.

Παράλληλα, πρόσθεσε πως σχεδόν όλοι οι πελάτες που έχουν έσοδα εκτός Βρετανίας εξετάζουν το ενδεχόμενο μιας κίνησης στο εξωτερικό. Ακόμη και μέλη του δείκτη FTSE 100 εξετάζουν το ενδεχόμενο μεταφοράς τους στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με πηγές που μίλησαν στο Bloomberg και θέλησαν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους. «Εάν το Λονδίνο δεν καταφέρει να αποκαταστήσει τη θέση του ως ισχυρό χρηματοοικονομικό κέντρο, τότε η φυγή από το Λονδίνο θα συνεχιστεί και ειδικότερα η τάση προς τη Νέα Υόρκη», αναφέρει ο Ολιβερ Λαζενμπάι, εταίρος της Freshfields Bruckhaus Deringer.

Οι βασικοί λόγοι φυγής των βρετανικών επιχειρήσεων προς τις ΗΠΑ είναι οι υψηλότερες αποτιμήσεις, η πρόσβαση σε αγορές με μεγαλύτερη ρευστότητα και κεφάλαιο και οι λιγότεροι έλεγχοι όσον αφορά τις απολαβές των διευθυνόντων συμβούλων.

Στο μεταξύ, το μέγεθος της βρετανικής χρηματιστηριακής αγοράς συρρικνώνεται σταθερά τα τελευταία 16 έτη, με τη συνολική κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων στο Λονδίνο μετοχών να έχει υποχωρήσει από το απόγειο των 4,3 τρισ. δολαρίων του 2007 σε περίπου 3 τρισ. φέτος. Επίσης, η Βρετανία έχασε το «στέμμα» της μεγαλύτερης χρηματιστηριακής αγοράς της Ευρώπης πέρυσι από το Παρίσι, γεγονός που έπληξε τη φήμη των βρετανικών χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Οπως μεταδίδει το Bloomberg, κατά την ίδια περίοδο η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά έχει υπερδιπλασιαστεί, με την κεφαλαιοποίησή της να αυξάνεται από τα 19 τρισ. στα 43 τρισ. δολάρια. Εάν και στελέχη τραπεζών αμφισβητούν το κατά πόσον το Brexit συνεπάγεται αναπόφευκτα παρακμή του City, η βρετανική πρωτεύουσα εγκαταλείπεται ήδη από επιχειρήσεις, ανθρώπους, περιουσιακά στοιχεία και τίτλους. Σύμφωνα με ανάλυση της Ernst & Young που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περασμένο Μάρτιο, ήδη 24 εταιρείες του χρηματοπιστωτικού τομέα έχουν ανακοινώσει ότι σκοπεύουν να μεταφέρουν στην Ε.Ε. 1,3 τρισ. στερλίνες, ποσό αντίστοιχο του 1,46 τρισ. ευρώ. Παράλληλα, τα 2/5 των μεγαλύτερων βρετανικών εταιρειών παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών σχεδιάζουν να μεταφέρουν μέρος των δραστηριοτήτων τους και μέρος του προσωπικού τους στις χώρες της Ε.Ε. Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΒΑ) διαπιστώνει πως ο αριθμός των τραπεζικών στελεχών εντός Ε.Ε. με αμοιβές άνω του ενός εκατ. ευρώ έχει εκτοξευθεί και πλησιάζει τις 2.000. Ανέρχονται συγκεκριμένα σε 1.957, όταν το 2020 ήταν μόλις 1.383 στελέχη.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Οικονομία: Τελευταία Ενημέρωση