Money Review
Αγγελική Κοτσόβου
Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία -τον αποκαλούμενο και «σιτοβολώνα» της Ευρώπης- τάραξε τα νερά στην παγκόσμια αγορά τροφίμων. Η απαγόρευση των εξαγωγών ρυζιού από την Ινδία προκάλεσε τριγμούς, ειδικά στις ασιατικές αγορές. Η χαριστική βολή έρχεται από το ελαιόλαδο, με τις τιμές του «υγρού χρυσού» να καλπάζουν ανεξέλεγκτες.
Η άνοδος στις τιμές βασικών ειδών διατροφής ανά τον κόσμο επαναφέρει στο προσκήνιο τα σενάρια περί επισιτιστικής κρίσης και αναταραχών σε διάφορες γωνιές της Γης. Ας μην ξεχνάμε ότι οι διαδηλωτές που είχαν κατέβει στους δρόμους στη διάρκεια της «Αραβικής Άνοιξης» ζητούσαν ελευθερία, δικαιοσύνη, αλλά και φθηνό ψωμί.
Tον Ιούλιο, η κυβέρνηση της Ινδίας -που αποτελεί την κορυφαία εξαγωγό χώρα ρυζιού στον κόσμο- ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει τις εξαγωγές ρυζιού, με εξαίρεση την ποικιλία μπασμάτι, σε μια προσπάθεια να συγκρατήσει τις τιμές και να αποτρέψει τον κίνδυνο ελλείψεων στην εγχώρια αγορά τροφίμων.
Η απόφαση της Ινδίας δημιούργησε κλίμα πανικού στις αγορές, καθώς το ρύζι αποτελεί βασικό συστατικό διατροφής για εκατομμύρια ανθρώπους ανά τον κόσμο, κυρίως σε Ασία, Μέση Ανατολή και Αφρική.
Στην Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός παρέμεινε σε υψηλά επίπεδα, στο 5,3%, και τον Αύγουστο, με τις τιμές των τροφίμων να καλπάζουν 9,8%.
Η ακρίβεια στα τρόφιμα «καίει» και τα ελληνικά νοικοκυριά: Οι τιμές του ελαιολάδου -βασικού συστατικού της μεσογειακής διατροφής- έχουν εκτοξευθεί στα ύψη, φθάνοντας έως και τα 8 ευρώ το κιλό για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, από 3,70 ευρώ τον προηγούμενο Νοέμβριο. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για την πορεία του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή τον Αύγουστο, οι μεγαλύτερες αυξήσεις σε ετήσια βάση καταγράφθηκαν σε λαχανικά 17,6%, μεταλλικό νερό-αναψυκτικά και χυμοί 14,4%, λοιπά τρόφιμα 12,4%,έλαια-λίπη 12%, γαλακτοκομικά και αυγά 11,9%.
O πληθωρισμός τροφίμων παραμένει σε υψηλά επίπεδα σε πολλές χώρες του κόσμου, μεταξύ των οποίων Βενεζουέλα, Λίβανος, Αργεντινή και Τουρκία.
Σήμερα, περισσότερο από μία δεκαετία από το κύμα διαδηλώσεων και διαμαρτυριών σε χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής με αιτήματα οικονομικά και πολιτικά, οι διεθνείς τιμές των τροφίμων κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, φουντώνοντας τις ανησυχίες για μια νέα κρίση.
Πέρυσι, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανίας, ο κόσμος φοβήθηκε για το ενδεχόμενο κατάρρευσης του παγκόσμιου διατροφικού συστήματος. Πράγματι, η διένεξη μεταξύ Μόσχας και Κιέβου συνέβαλε στην ανοδική πορεία των τιμών τροφίμων. Οι συντονισμένες παρεμβάσεις της διεθνούς κοινότητας -όπως για παράδειγμα η Πρωτοβουλία Σιτηρών της Μαύρης Θάλασσας- έχουν μέχρι στιγμής αποτρέψει το κακό σενάριο από το να γίνει πραγματικότητα.
Όμως οι προκλήσεις παραμένουν. Η έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ για τους μεγαλύτερους κινδύνους που καλείται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα μέσα στην επόμενη δεκαετία, μια επισιτιστική κρίση συγκαταλέγεται μεταξύ των κορυφαίων απειλών.
Ο δείκτης τιμών τροφίμων του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας(FAO) των Ηνωμένων Εθνών έχει μεν υποχωρήσει από τα επίπεδα-ρεκόρ που είχε αγγίξει τον Μάιο του 2022, παραμένει όμως 50% υψηλότερα σε σύγκριση με το μέσο όρο προ πανδημίας (2015-2019).
Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας, η παγκόσμια παραγωγή σιτηρών προβλέπεται να κυμανθεί σε ιστορικά υψηλά τη χρονιά 2023-2024, κυρίως χάρη στη βελτιωμένη σοδειά της Αργεντινής, το ρεκόρ προσφοράς από Καναδά και τις αυξημένες ποσότητες από Κίνα, Ε.Ε. και Ινδία. Σε επίπεδα ρεκόρ προβλέπεται και η παραγωγή καλαμποκιού για το 2023-2024, έπειτα από την απογοητευτική σοδειά της προηγούμενης χρονιάς λόγω των πλημμυρών. Ως προς την προσφορά ρυζιού, η επιβολή της απαγόρευσης αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ των ινδικών εξαγωγών, γεγονός που θα έχει αρνητικό αντίκτυπο στις διεθνείς αγορές ρυζιού.
Από την άλλη πλευρά, η παγκόσμια προσφορά σιτηρών προβλέπεται να είναι αυξημένη 60% τη χρονιά 2023-2024, αντισταθμίζοντας εν μέρει τη μη-ανανέωση της Πρωτοβουλίας Σιτηρών της Μαύρης Θάλασσας, η οποία εξέπνευσε τον Ιούλιο.
Συγκρατημένα αισιόδοξες είναι οι προβλέψεις για την προσφορά βρώσιμων ελαίων. Η υψηλότερη παραγωγή σόγιας στις ΗΠΑ, η αύξηση της παραγωγής ηλιόσπορων στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως και η παραγωγή ελαιοκράμβης σε Ε.Ε. και Καναδά συνεπάγονται προσφορά μεγαλύτερη του μέσου όρου, στους 7,2 εκατ. τόνους για τη χρονιά 2023-2024, στα υψηλότερα επίπεδα από το 2019.
Ελαιόλαδο: Ο υγρός «χρυσός»
Οι ακραίες συνθήκες ξηρασίας στη λεκάνη της Μεσογείου στη διάρκεια του καλοκαιριού έπληξαν τη σοδειά ελαιολάδου σε Ισπανία, Ελλάδα και Ιταλία -τις τρεις μεγαλύτερες ελαιοπαραγωγούς χώρες- με αποτέλεσμα την εκτόξευση των τιμών σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Οι διεθνείς τιμές «σκαρφάλωσαν» τον Σεπτέμβριο στα 8.900 δολάρια ο τόνος, όπως επισημαίνεται στην πρόσφατη έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Γεωργίας. Ήδη η μέση τιμή ελαιολάδου τον Αύγουστο ήταν 130% υψηλότερη σε σύγκριση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα, ενώ οι προβλέψεις κάνουν λόγο για ακόμη μεγαλύτερη αύξηση, αναφέρει το υπουργείο στην έκθεσή του.
Εξαιτίας της ξηρασίας και του καύσωνα, η παραγωγή ελαιολάδου της Ισπανίας -της μεγαλύτερης παραγωγού ελαιολάδου στον κόσμο- έχει υποχωρήσει στους 610.000 τόνους, μειωμένη περίπου κατά 50% σε σύγκριση με τα συνήθη επίπεδα προσφοράς μεταξύ 1,3 και 1,5 εκατ. τόνων. Η παραγωγή της Ελλάδας για την ελαιοκομική περίοδο 2023-2024 αναμένεται να κυμανθεί στα δύο-τρίτα της περσινής προσφοράς, μόλις στους 215.000 τόνους, όπως προκύπτει από τις πρώτες εκτιμήσεις του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.
«Αυτό που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα είναι η απόφαση της Τουρκίας να αναστείλει τις εξαγωγές χύμα ελαιολάδου», επισημαίνει στο CNBC o Kάιλ Χόλαντ, αναλυτής της Mintec. «Η αναστολή των εξαγωγών και η ήδη περιορισμένη προσφορά από την Ισπανία επιδεινώνουν ακόμη περισσότερο την κατάσταση», εξηγεί ο κ. Χόλαντ.
H Toυρκία ανακοίνωσε την αναστολή των εξαγωγών χύμα ελαιολάδου μέχρι την επόμενη περίοδο συγκομιδής, τον Νοέμβριο, σε μια κίνηση συγκράτησης των εγχώριων τιμών, που έχουν εκτοξευθεί κατά 102% από τον Ιούνιο.