Λίγες μέρες πριν από την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, οι οικονομικές προεκτάσεις της κρίσης στις σχέσεις των δύο χωρών ήταν στο επίκεντρο των συζητήσεων εντός και εκτός Κύπρου. Οι πληθωριστικές τάσεις φυσικά προϋπήρχαν, ως αποτύπωμα των δύο προηγούμενων χρόνων πανδημίας.
Πλέον, είμαστε θεατές σε ένα ράλι τιμών καυσίμων και σιτηρών που πυροδοτούν με τη σειρά τους νέες αυξήσεις σε άλλες υπηρεσίες και αγαθά. Αυτό το κόστος αναμένεται ότι θα μετακυλήσει το επόμενο διάστημα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Πάντως, μέχρι στιγμής, οι επιπτώσεις και οι κυρώσεις του πολέμου δεν έχουν αποτυπωθεί στην πραγματική αγορά, αφού χονδρέμποροι και παραγωγοί λειτουργούσαν μέχρι στιγμής τουλάχιστον, με προηγούμενα στοκ. Τα αποθέματα ωστόσο εξαντλούνται, αναφέρει ο γ.γ. του ΠΑΣΥΛΕ, Μάριος Αντωνίου, άρα τις επόμενες δύο εβδομάδες οι προμηθευτές θα αρχίσουν να ζητούν διαφοροποιημένες τιμές, οι αυξήσεις θα αποτυπωθούν στα ράφια των υπεραγορών και η αγορά θα βιώσει ένα νέο κύμα ακρίβειας.
Η πορεία τιμών καυσίμων
Κινητήρια δύναμη των αυξήσεων, οι τιμές καυσίμων διεθνώς. Τις τελευταίες μέρες, η Goldman Sachs αναθεώρησε τις προβλέψεις της για το πετρέλαιο brent στα 135 δολάρια το βαρέλι για το 2022, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις της Barclays, το πιο απαισιόδοξο σενάριο φτάνει μέχρι και 200 δολάρια το βαρέλι. Προβλέπεται μάλιστα ότι ένεκα του πολέμου στην Ουκρανία, ενδεχομένως σύντομα να αντιμετωπίσουμε μια από τις μεγαλύτερες κρίσεις σε ενεργειακά αποθέματα. Μέχρι την στιγμή τουλάχιστον που γραφόταν το ρεπορτάζ, η τιμή του πετρελαίου brent βρισκόταν στα 112,43 δολάρια το βαρέλι.
Τι συμβαίνει στην Κύπρο
Οι αυξήσεις αυτές άρχισαν ήδη να αποτυπώνονται και στην κυπριακή αγορά. Την περασμένη Παρασκευή, η λιανική τιμή της αμόλυβδης 95 οκτανίων ήταν κατά 40 σεντ ακριβότερη, κατά 43 σεντ του πετρελαίου κίνησης και 36 σεντ του πετρελαίου θέρμανσης σε σχέση με δύο χρόνια πριν και συγκεκριμένα τον Απρίλη του 2020 (τελευταίο διαθέσιμο εβδομαδιαίο δελτίο επισκόπησης τιμών καυσίμων από την υπηρεσία προστασίας του καταναλωτή). Οι συγκεκριμένες μετρήσεις είχαν γίνει μετά και τις πρόσφατες μειώσεις του φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα, ωστόσο τρεις μέρες μετά την εφαρμογή της σχετικής απόφασης, ξεκίνησε νέο κύμα αυξήσεων από τις εταιρείες πετρελαιοειδών, που ανέβασαν τις λιανικές τιμές μέχρι 10 σεντ/λίτρο πιο πάνω, εξανεμίζοντας τις προηγούμενες μειώσεις.
Όπως εξηγεί ο αναπληρωτής διευθυντής της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή, Αντώνης Ιωάννου, η αύξηση έχει αποδοθεί από τις εταιρείες στο γεγονός ότι οι νέες παραλαβές καυσίμων έχουν τιμολογηθεί βάσει της τρέχουσας τιμής του πετρελαίου brent, στα 110 δολάρια το βαρέλι. Διευκρινίζεται ότι η Κύπρος αγοράζει διυλισμένο πετρέλαιο από την Ελλάδα και το Ισραήλ, οι τιμές του οποίου διαμορφώνονται βάσει των τιμών του brent.
Αναμένεται ότι αυτές οι τιμές θα ισχύσουν σε όλα τα πρατήρια τις επόμενες μέρες, καθώς σταδιακά θα αναπληρώνονται τα αποθέματα στις αντλίες με το νέο φορτίο. Εάν η κατάσταση δεν εξομαλυνθεί, υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο σημαντικών αυξήσεων, πέραν των 10 σεντ, όπως επισημαίνει ο κ. Ιωάννου.
Οι επιλογές
Τι μπορεί να κάνει το κράτος; Μέχρι στιγμής έχει μειώσει τον φόρο κατανάλωσης κατά 8,3 σεντ σε βενζίνη και πετρέλαιο κίνησης και κατά 6,4 σεντ στο πετρέλαιο θέρμανσης.
Έχει μειωθεί επίσης ο ΦΠΑ στον ηλεκτρισμό, κάτι που θα μπορούσε ενδεχομένως να εξεταστεί και για τα καύσιμα κίνησης. Υπάρχει επίσης το σενάριο για πλαφόν στα καύσιμα. Για την επιλογή ενός τέτοιου μέτρου, θα πρέπει να φανεί ότι για τις νέες τιμές υπάρχει προσυνεννόηση των εταιρειών.
Όπως εξήγησε ο κ. Ιωάννου, η αρμόδια υπηρεσία έχει ενώπιόν της τα στοιχεία της τιμής του αγορασμένου φορτίου, τα οποία θα διασταυρώσει με τα διεθνή στοιχεία των τιμών. Λαμβάνοντας υπόψη και το υφιστάμενο στοκ καυσίμων των εταιρειών, θα ελέγξει κατά πόσο, οι αυξήσεις στην χονδρική και λιανική τιμή πώλησης, δικαιολογούνται. Αυτό θα εξακριβωθεί τις επόμενες μέρες. Στο μικροσκόπιο της Υπηρεσίας μπαίνουν επίσης και οι πρατηριούχοι, καθώς θα ελεγχθεί η λιανική τιμή των καυσίμων και το περιθώριο κέρδους τους, πεδίο το οποίο είναι λιγότερο πιθανό να υπάρξουν φαινόμενα αισχροκέρδειας, λόγω του αυξημένου ανταγωνισμού.