Kathimerini.gr
Η Ελβετία δεν θέλει πλέον να θεωρείται η κατεξοχήν ευρωπαϊκή χώρα που λειτουργεί ως «πλυντήριο» για το ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Σε μια πρωτοφανή προσπάθεια να απαλλαγεί από την κακή φήμη μιας χώρας που αποτελεί καταφύγιο για παράνομα κέρδη, η κυβέρνησή της έχει προτείνει σαρωτικά μέτρα για την καταστολή του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Η υπουργός Οικονομικών Καρίν Κέλερ Σούτερ έχει παρουσιάσει τις προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις, που αποσκοπούν σε αναβάθμιση της διαφάνειας ενώ θα επιχειρήσουν να κλείσουν τα νομικά κενά. Ζητούμενο να μην υπάρχει διαφυγή για τους τελικούς «ωφελούμενους ιδιοκτήτες» των διαφόρων εταιρειών και κοινοπραξιών, και να αναγκαστούν να δηλώσουν την ταυτότητά τους και τα περιουσιακά τους στοιχεία.
Επί του παρόντος, η Ελβετία είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που δεν διαθέτει τέτοιο εθνικό μητρώο ιδιοκτησίας. Οπως επισημαίνουν οι Financial Times, η χώρα επικρίνεται σε μόνιμη βάση ότι με το υφιστάμενο καθεστώς της προσφέρει τέλεια διαφυγή σε ολιγάρχες και εγκληματίες από όλο τον κόσμο. Εκμεταλλεύονται την απουσία εθνικού μητρώου ιδιοκτησίας και χρησιμοποιώντας ελβετικά ιδρύματα και τεχνογνωσία κατορθώνουν να συγκαλύψουν την ιδιοκτησία περιουσιακών στοιχείων.
«Ενα ισχυρό σύστημα προστασίας από το οικονομικό έγκλημα είναι απαραίτητο για τη φήμη και τη διαρκή επιτυχία ενός διεθνώς σημαντικού, ασφαλούς και στραμμένου προς το μέλλον χρηματοοικονομικού κέντρου», δήλωσε η κ. Κέλερ Σούτερ. «Το ξέπλυμα χρήματος βλάπτει την οικονομία και θέτει σε κίνδυνο την εμπιστοσύνη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα».
Η Ελβετία, η οποία έχει πληθυσμό μόλις 8,7 εκατομμύρια, είναι το Νο 1 κέντρο στον κόσμο για offshore πλούτο, με εκτιμώμενα 2,4 τρισεκατομμύρια δολάρια ξένων περιουσιακών στοιχείων που κατέχονται από τις τράπεζές της.
Η υπουργός υπογράμμισε ότι η Ελβετία είχε καλή φήμη διεθνώς για την τήρηση των χρηματοοικονομικών προτύπων, αλλά αναγνώρισε ότι υπάρχουν «κενά».
Η Ελβετία έχει δεχθεί ιδιαίτερες πιέσεις τους τελευταίους μήνες για να ενισχύσει τους οικονομικούς ελέγχους της ως αποτέλεσμα και της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Οι προτεινόμενες μεταρρυθμίσεις αποτελούν τη δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια που η Ελβετία αναθεωρεί τους νόμους της κατά του οικονομικού εγκλήματος.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι οι προτάσεις απέχουν ακόμη πολύ από το να γίνουν νόμοι. Σύμφωνα με το πολιτικό σύστημα της Ελβετίας, που βασίζεται στη συναίνεση, απαιτείται μια περίοδος διαβουλεύσεων με πολιτικά κόμματα, κυβερνήσεις καντονιών και ομάδες πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των τραπεζικών λόμπι και των δικηγόρων με επιρροή. Αυτό θα πραγματοποιηθεί τους επόμενους τρεις μήνες, προτού τεθεί επίσημος νόμος ενώπιον του Κοινοβουλίου το επόμενο έτος.