
Kathimerini.gr
Δημήτρης Αθηνάκης
BUONA SERA. Δύο λέξεις. Τίποτα παραπάνω. Ούτε τελετουργική επισημότητα ούτε μεγαλόπρεπα λόγια. Ηταν η πρώτη φορά που ένας Πάπας χαιρετούσε τον κόσμο με μια τόσο απλή, σχεδόν καθημερινή φράση· ήταν επίσης η πρώτη ένδειξη ότι η παποσύνη του Φραγκίσκου θα ήταν διαφορετική.
Αντί να ζήσει στο αρχιεπισκοπικό μέγαρο, προτίμησε ένα μικρό διαμέρισμα. Αντί για λιμουζίνες, έπαιρνε το λεωφορείο. Αντί για πολυτελή γεύματα, έτρωγε σε συσσίτια
Στις 13 Μαρτίου 2013, όταν ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο εμφανίστηκε στο μπαλκόνι της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου, η Ρώμη βρισκόταν κάτω από ένα μουντό, υγρό ουρανό. Χιλιάδες άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί στην πλατεία, περιμένοντας να δουν ποιος θα ήταν ο διάδοχος του Βενέδικτου ΙΣΤ΄. Οταν ακούστηκε το όνομά του, πολλοί δεν το αναγνώρισαν αμέσως καθώς ο καρδινάλιος από το Μπουένος Αϊρες δεν ήταν ανάμεσα στα φαβορί.
Ο ίδιος φαινόταν σχεδόν αμήχανος όταν προχώρησε προς το μικρόφωνο. Ενδεδυμένος τα απλούστερα άμφια, αφήνοντας κατά μέρος προηγηθείσες μεγαλοπρέπειες και εθιμοτυπικά, δεν ύψωσε τα χέρια του, δεν μίλησε με το ύφος ενός ανθρώπου που μόλις είχε αναλάβει την ηγεσία της μεγαλύτερης χριστιανικής Εκκλησίας στον κόσμο. Απλώς είπε: «Καλησπέρα».
Αμέσως μετά, ζήτησε κάτι που δεν είχε ξαναγίνει: να προσευχηθεί ο κόσμος για τον παραιτηθέντα Πάπα Βενέδικτο και για τον ίδιο, προτού τους ευλογήσει εκείνος. Και όταν τελικά έδωσε την ευλογία του, έκανε κάτι ακόμα πιο απρόσμενο. Αποχώρησε χωρίς να ανέβει στο παπικό βάθρο, αρνούμενος έτσι τον διαχωρισμό ανάμεσα στον ίδιο και στο ποίμνιό του. Εξακολούθησε να εφαρμόζει την ταπεινότητα που του είχε εμφυσηθεί απ’ όταν εντάχθηκε στο Τάγμα των Ιησουιτών.
13 Μαρτίου 2013. Habemus Papam. (©AP Photo/Michael Sohn)
Από εκείνη τη νύχτα έως το τέλος της ζωής του, η παποσύνη του Φραγκίσκου χαρακτηρίστηκε από αυτήν την ταπεινότητα, τη φροντίδα στους αδύναμους και την επιμονή του να αναδείξει μια Εκκλησία πιο κοντά στους φτωχούς και λιγότερο δεσμευμένη από την τελετουργική της μεγαλοπρέπεια. «Θέλω μια Εκκλησία φτωχή για τους φτωχούς», έλεγε.
Ηταν ο πρώτος Πάπας από τη Λατινική Αμερική, ο πρώτος Ιησουίτης στον θρόνο του Αγίου Πέτρου, ο πρώτος που επέλεξε το όνομα του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης. Και, όπως έγινε γρήγορα σαφές, ένας από τους πιο ασυνήθιστους Ποντίφικες των τελευταίων αιώνων. «Ηρθαν να με βρουν από το τέλος του κόσμου», είπε χαμογελαστά ο ίδιος, συνειδητοποιώντας το βάρος της στιγμής, όταν εμφανίστηκε στο μπαλκόνι της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου το βράδυ της εκλογής του.
Λέγεται ότι, κατά τη διάρκεια της συνόδου του παπικού κονκλαβίου ενόψει της εκλογής νέου Πάπα, καθώς διαφαινόταν η εκλογή του, ο καρδινάλιος Κλαούντιο Ουμές τού ψιθύρισε: «Μην ξεχάσεις τους φτωχούς».
Δεν τους ξέχασε ούτε στιγμή. Το προσωπικό του μότο, Miserando atque eligendo («Διά της ευσπλαχνίας και της επιλογής»), προμήνυε το θεολογικό του στίγμα· την έμφαση στο έλεος, την ταπεινότητα και την ανοικτή πρόσκληση προς όλους.
ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΟΥΕΝΟΣ ΑΪΡΕΣ ΣΤΗ ΡΩΜΗ
Ο Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο γεννήθηκε στις 17 Δεκεμβρίου 1936, στο Φλόρες, μια λαϊκή συνοικία του Μπουένος Αϊρες. Ηταν το πρώτο από τα πέντε παιδιά μιας οικογένειας Ιταλών μεταναστών, ανθρώπων εργατικών, πιστών, με μια αίσθηση καθήκοντος που αποτυπωνόταν στον τρόπο που ζούσαν. Ο πατέρας του, Μάριο Μπεργκόλιο, εργαζόταν ως λογιστής στους σιδηροδρόμους, ενώ η μητέρα του, Μαρία Ρεχίνα Σίβορι, αφιέρωσε τη ζωή της στο σπίτι και την ανατροφή των παιδιών τους.
Γεννημένος σε μια γειτονιά εργατών της πρωτεύουσας της Αργεντινής, μεγάλωσε ανάμεσα στις μυρωδιές των συνοικιακών φούρνων και τους ήχους των παλιών τραμ. Ενα ήσυχο, παρατηρητικό παιδί, που λάτρευε το ποδόσφαιρο, τη λογοτεχνία και τις ιστορίες των ανθρώπων.
Ο τότε καρδινάλιος του Μπουένος Αϊρες στο μετρό της πρωτεύουσας της Αργεντινής, το 2008. (©AP Photo/Pablo Leguizamon)
Ο νεαρός Χόρχε ήταν ένα ήσυχο, παρατηρητικό παιδί. Στην αυτοβιογραφία του, «El Jesuita» (2010), θυμάται ότι περνούσε ώρες στη γειτονιά του, παρακολουθώντας τους ανθρώπους, ακούγοντας τις ιστορίες τους. Λάτρευε το ποδόσφαιρο –ήταν οπαδός της Σαν Λορέντζο– και είχε πάθος για τη λογοτεχνία, επηρεασμένος από τον συμπατριώτη του Χόρχε Λουίς Μπόρχες και τον Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι.
Ως νεαρός, ο Μπεργκόλιο σπούδασε χημεία και εργάστηκε για λίγο ως τεχνικός σε εργαστήριο, όμως η βαθιά του πίστη και η κοινωνική ευαισθησία τον ώθησαν να ακολουθήσει τον δρόμο της Εκκλησίας. Ολοκλήρωσε ανθρωπιστικές σπουδές στη Χιλή και επέστρεψε στην Αργεντινή το 1963, λαμβάνοντας πτυχίο φιλοσοφίας από το Κολέγιο San José στο Σαν Μιγκέλ.
Χειροτονήθηκε ιερέας στις 13 Δεκεμβρίου 1969 και συνέχισε με μεταπτυχιακές θεολογικές σπουδές. Διατέλεσε, μάλιστα, επικεφαλής θεολογικής σχολής και υπηρέτησε ως πνευματικός καθοδηγητής και εξομολόγος, κυρίως στην πόλη της Κόρδοβα. Μιλούσε, πλην της μητρικής του, ιταλικά, αγγλικά, γερμανικά και, φυσικά, λατινικά.
Η στιγμή που σημάδεψε την πορεία του ήρθε όταν ήταν 21 ετών. Μια βαριά πνευμονική λοίμωξη τον οδήγησε στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί αναγκάστηκαν να του αφαιρέσουν ένα τμήμα του δεξιού του πνεύμονα. Η εμπειρία αυτή τον έφερε αντιμέτωπο με τη θνητότητα και τον έκανε να στραφεί ακόμα πιο έντονα στην πίστη του.
Το 1958, εισήλθε στο τάγμα των Ιησουιτών, γνωστό για την αυστηρότητα και την πνευματική του πειθαρχία. Εκεί διαμόρφωσε τη θεολογική του σκέψη, αναπτύσσοντας μια ιδιαίτερη έμφαση στη φτώχεια, την κοινωνική δικαιοσύνη και τη σημασία της ταπεινότητας στη θρησκευτική ζωή. Μάλιστα, εκείνη την εποχή είχε ερωτευτεί μία γυναίκα και, για μια στιγμή, όπως είχε πει ο ίδιος, είχε αμφισβητήσει την ποιμαντική του αφοσίωση. Γι’ αυτό εξάλλου ανέκαθεν ευλογούσε τον έρωτα σε κάθε του μορφή.
Ο ΚΑΡΔΙΝΑΛΙΟΣ ΤΩΝ ΦΤΩΧΩΝ
Ο Φραγκίσκος με τη φανέλα της Σαν Λορέντζο. (©AP Photo/Gregorio Borgia)
Το 1998, έγινε Αρχιεπίσκοπος του Μπουένος Αϊρες. Σε μια πόλη γεμάτη κοινωνικές ανισότητες, ο Μπεργκόλιο έγινε γνωστός ως ο «καρδινάλιος των φτωχών». Αντί να ζήσει στο αρχιεπισκοπικό μέγαρο, προτίμησε ένα μικρό διαμέρισμα. Αντί για λιμουζίνες, έπαιρνε το λεωφορείο. Αντί για πολυτελή γεύματα, έτρωγε σε συσσίτια.
Συχνά τον έβλεπαν στις φτωχογειτονιές να επισκέπτεται αρρώστους και απόρους, χτίζοντας το προφίλ ενός ταπεινού ποιμένα που «μύριζε το πρόβατό του», όπως ο ίδιος έλεγε. Εξάλλου, πώς θα μπορούσε να μιλάει για τη φτώχεια, αν δεν τη ζούσε κι εκείνος;
Η αρχή της παποσύνης του σημαδεύτηκε από αίσθηση ανανέωσης και ελπίδας. Ο ίδιος μιλούσε για μια «Εκκλησία έξω στους δρόμους» και όχι κλεισμένη σε γραφειοκρατικούς πύργους. Οπως έλεγε και ο ίδιος, «η πίστη που διακηρύττουμε απόψε μας κάνει να βλέπουμε τον Θεό παρόντα σε όλες εκείνες τις καταστάσεις όπου νομίζουμε ότι είναι απών. Είναι παρών στον ανεπιθύμητο επισκέπτη, συχνά αγνώριστο, που περπατά στις πόλεις και τις γειτονιές μας, που ταξιδεύει με τα λεωφορεία μας και χτυπά τις πόρτες μας».
Με αυτή τη φράση, ο Φραγκίσκος έθεσε τον τόνο: προτεραιότητά του θα ήταν οι «περιφέρειες» – οι φτωχοί, οι περιθωριοποιημένοι, όσοι βρίσκονται στα γεωγραφικά και υπαρξιακά άκρα. Πράγματι, από τις πρώτες του κιόλας ενέργειες, ξεκίνησε μεταρρυθμίσεις στο Βατικανό και εξορμήσεις συμπόνιας στον έξω κόσμο που αντανακλούσαν αυτό το νέο όραμα.
Ο ΠΑΠΑΣ ΠΟΥ ΕΣΠΑΓΕ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ
Ως Πάπας, ο Φραγκίσκος έδωσε προτεραιότητα στους αδύναμους. Κατήγγειλε την «παγκοσμιοποίηση της αδιαφορίας», μίλησε για την ανάγκη προστασίας του περιβάλλοντος (με την περίφημη εγκύκλιο Laudato Si’, όπου είχε γράψει «Πρέπει να ακούσουμε τόσο την κραυγή της γης όσο και την κραυγή των φτωχών») και προώθησε έναν πιο ανοιχτό διάλογο για ζητήματα όπως οι μετανάστες, η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα (με το δημοφιλές «Ποιος είμαι εγώ να κρίνω;») και η φτώχεια.
Η μεταρρύθμιση του Βατικανού δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αντιμετώπισε εσωτερικές αντιδράσεις, ιδίως στην προσπάθειά του να καθαρίσει τα οικονομικά της Αγίας Εδρας και να καταπολεμήσει τη σεξουαλική κακοποίηση.
Ως Ποντίφικας, ο Φραγκίσκος έσπασε πολλά πρωτόκολλα. Αρνήθηκε να μετακομίσει στα επίσημα απομονωμένα παπικά διαμερίσματα και προτίμησε να διαμένει σε ένα σεμνό δωμάτιο του ξενώνα μέσα στο Βατικανό, τρώγοντας συχνά μαζί με ιερείς και επισκέπτες. Κατάργησε τον μεγαλοπρεπή χρυσό παπικό θρόνο στην Αίθουσα του Κονσιστορίου, αντικαθιστώντας τον με μια απλή λευκή ξύλινη καρέκλα. Διέθεσε προς πώληση το πολυτελές παπικό όχημα και στις μετακινήσεις του μέσα στη Ρώμη χρησιμοποιούσε ένα μικρό μπλε Ford Focus, δίνοντας το παράδειγμα λιτότητας. Στις τελετές της Μεγάλης Πέμπτης, εξέπληξε πολλούς πλένοντας τα πόδια όχι μόνο καθολικών ανδρών πιστών –όπως ήταν η παράδοση– αλλά και γυναικών, μεταναστών, ακόμα και μουσουλμάνων κρατουμένων, στέλνοντας μήνυμα ταπεινοφροσύνης και διακονίας.
Ο Πάπας Φραγκίσκος φιλάει το πόδι ενός άνδρα κατά τη διάρκεια της τελετουργίας του πλυσίματος των ποδιών στο κέντρο προσφύγων Castelnuovo di Porto, περίπου 30 χιλιόμετρα από τη Ρώμη, τη Μεγάλη Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016. Ο ποντίφικας έπλυνε και φίλησε τα πόδια μουσουλμάνων, ορθοδόξων, ινδουιστών και καθολικών παιδιών του ίδιου Θεού, σημαίνοντας την αδελφοσύνη σε μιαν εποχή που τα αντιμουσουλμανικά και αντιμεταναστευτικά αισθήματα είχαν εκτοξευθεί μετά τις επιθέσεις στις Βρυξέλλες. (©L’Osservatore Romano/Pol Photo via AP)
Κατά τη διάρκεια της παποσύνης του, ο Φραγκίσκος επιχείρησε βαθιές μεταρρυθμίσεις στην εκκλησιαστική διοίκηση και ταυτόχρονα έστρεψε τον λόγο της Εκκλησίας στα φλέγοντα κοινωνικά ζητήματα του 21ου αιώνα.
Στο Βατικανό, ανέλαβε να εξυγιάνει οικονομικά την Αγία Eδρα και να καταστήσει διαφανέστερη τη διοίκησή της. Συγκρότησε συμβούλιο καρδιναλίων για τη μεταρρύθμιση της Ρωμαϊκής Κουρίας και τελικά, το 2022, εξέδωσε τη νέα αποστολική διάταξη Praedicate Evangelium, η οποία αναδιοργάνωσε τα υπουργεία του Βατικανού, δίνοντας μεταξύ άλλων τη δυνατότητα σε λαϊκούς (ακόμα και γυναίκες) να ηγηθούν ορισμένων υπηρεσιών.
Ο ίδιος έσπασε τα ταμπού αιώνων διορίζοντας για πρώτη φορά γυναίκες σε υψηλόβαθμες θέσεις της Αγίας Eδρας – μια κίνηση με ισχυρό συμβολισμό για την ισότητα μέσα στην Εκκλησία. Παράλληλα, επέβαλε όρια θητειών στους ανώτερους αξιωματούχους, έκανε πιο αυστηρούς τους ελέγχους στο «Ινστιτούτο Θρησκευτικών Eργων» (την τράπεζα του Βατικανού) και προσπάθησε να καταπολεμήσει τη μάστιγα της διαφθοράς και του «νεποτισμού» που σκίαζαν το κύρος της Ρώμης.
Το κοινωνικό και θεολογικό του όραμα αποτυπώθηκε με σαφήνεια στα διδάγματά του. Εξέδωσε σημαντικές εγκυκλίους και κείμενα: την Evangelii Gaudium (2013), ένα προγραμματικό κείμενο που καλούσε σε «μεταστροφή» της ποιμαντικής νοοτροπίας και έδινε έμφαση σε μια Εκκλησία «εξόδου» προς τους περιθωριακούς· τη Laudato Si’ (2015), την πρώτη παπική εγκύκλιο αφιερωμένη στο περιβάλλον, όπου κάλεσε σε φροντίδα για το «κοινό μας σπίτι» και εξέπεμψε SOS για την κλιματική κρίση και την οικολογική καταστροφή· την Amoris Laetitia (2016), μια παραίνεση για την οικογένεια, που πρότεινε μια πιο ελεήμονα προσέγγιση σε περίπλοκα θέματα όπως οι διαζευγμένοι· και τη Fratelli Tutti (2020), εγκύκλιο για την ανθρώπινη αδελφοσύνη και την κοινωνική φιλία, γραμμένη εν μέσω παγκόσμιας πανδημίας, όπου κάλεσε σε αλληλεγγύη πέρα από σύνορα, θρησκείες και ιδεολογίες.
Ο Πάπας Φραγκίσκος φιλάει ένα παιδί κατά την επίσκεψή του στο νησί Λαμπεντούζα, στη νότια Ιταλία, τη Δευτέρα 8 Ιουλίου 2013. (©AP Photo/Gregorio Borgia)
Λίγους μόλις μήνες μετά την εκλογή του, τον Ιούλιο του 2013, ο Φραγκίσκος ταξίδεψε στο νησάκι Λαμπεντούζα της Ιταλίας, την πύλη εισόδου χιλιάδων προσφύγων στην Ευρώπη, όπου τέλεσε επιμνημόσυνη δέηση για όσους χάθηκαν στη θάλασσα. Εκεί, κατακεραύνωσε την «παγκόσμια αδιαφορία» απέναντι στους μετανάστες, εγκαινιάζοντας το προσωπικό του σταυροφόρο έργο υπέρ των ξεριζωμένων.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Πάπας έγινε ίσως η πιο ισχυρή ηθική φωνή παγκοσμίως υπέρ των προσφύγων: επισκέφθηκε προσφυγικούς καταυλισμούς, προσκάλεσε επανειλημμένα τις ενορίες της Ευρώπης να φιλοξενήσουν οικογένειες μεταναστών και δεν δίστασε ο ίδιος να δώσει το παράδειγμα, μεταφέροντας συμβολικά στο Βατικανό προσφυγικές οικογένειες για επανεγκατάσταση. Το 2016, σε μια συγκινητική κίνηση κατά την επίσκεψή του στη Λέσβο, πήρε μαζί του στο αεροπλάνο προς τη Ρώμη 12 πρόσφυγες από τη Συρία, προσφέροντάς τους ελπίδα για ένα νέο ξεκίνημα.
ΤΑΞΙΔΙ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Η Ελλάδα υπήρξε ένας από τους σταθμούς που ανέδειξαν την προσήλωσή του στην ειρήνη και τη δικαιοσύνη. Τον Δεκέμβριο του 2021, ο Πάπας Φραγκίσκος επισκέφθηκε τη χώρα σε μιαν αποστολή με έντονο κοινωνικό και θρησκευτικό συμβολισμό. Στο Προεδρικό Μέγαρο, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου τον καλωσόρισε λέγοντας: «Η οικουμενική πνευματική σας ακτινοβολία και η πολυδιάστατη συνεισφορά σας στην οικοδόμηση ενός πολιτισμού της αλληλεγγύης και της ενσυναίσθησης, μας εμπνέουν τον πιο βαθύ σεβασμό».
Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου υποδέχεται τον Ποντίφικα στο Προεδρικό Μέγαρο, στις 4 Δεκεμβρίου 2014. (©George Vitsaras/Pool Photo via AP)
Στη συνέχεια, συνάντησε τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Ιερώνυμο. Σε μια συγκινητική στιγμή, ο Πάπας αναφέρθηκε στο ιστορικό σχίσμα των Εκκλησιών, λέγοντας: «Η ιστορία έχει το δικό της βάρος και σήμερα εδώ αισθάνομαι την ανάγκη να ανανεώσω την αίτηση συγγνώμης από τον Θεό και από τους αδελφούς για τα σφάλματα που διέπραξαν τόσοι καθολικοί».
Ο σημαντικότερος σταθμός της επίσκεψης ήταν η Λέσβος. Στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης προσφύγων, ο Φραγκίσκος στάθηκε ανάμεσα στους ανθρώπους που είχαν χάσει τα πάντα. «Η αδιαφορία είναι μια μεγάλη αμαρτία της εποχής μας», είχε πει στη Λέσβο το 2016, σε μία άλλη επίσκεψή του. «Η Μεσόγειος έχει μετατραπεί σε έναν τάφο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας», είχε δηλώσει με άλλη αφορμή.
Στην Αθήνα, ο τότε δήμαρχος Κώστας Μπακογιάννης τού απένειμε το Χρυσό Μετάλλιο Αξίας της Πόλεως των Αθηνών, αναγνωρίζοντας την προσφορά του στην ειρήνη.
Ο Πάπας Φραγκίσκος ποζάρει με Σύρους πρόσφυγες στο Βατικανό, την Πέμπτη 11 Αυγούστου 2016. Ο προκαθήμενος της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας είχε γευματίσει με τους πρόσφυγες που είχαν μεταφερθεί στην Ιταλία από τη Λέσβο χάρη στη μεσολάβηση του Πάπα. Ο Πάπας είχει χαρίσει παιχνίδια και άλλα δώρα για τα παιδιά, τα οποία, με τη σειρά τους, του έδωσαν τις ζωγραφιές τους. (©L’Osservatore Romano/Pol Photo via AP)
ΑΝΤΙΣΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΕΙΣ
Βέβαια, η παποσύνη του δεν ήταν χωρίς προκλήσεις. Οι μεταρρυθμίσεις του στο Βατικανό συνάντησαν αντιστάσεις, οι τολμηρές του θέσεις σε κοινωνικά ζητήματα προκάλεσαν αντιδράσεις στους πιο συντηρητικούς κύκλους και οι προσπάθειές του για εκκλησιαστική διαφάνεια δεν είχαν πάντα άμεσα αποτελέσματα. Ωστόσο, ο Φραγκίσκος συνέχισε αταλάντευτα το έργο του, προσπαθώντας να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ παράδοσης και προοδευτικότητας, διοίκησης και ταπεινότητας, δογματισμού και συμπόνιας.
Το 2019, μια ομάδα καρδιναλίων, μεταξύ των οποίων ο Γερμανός καρδινάλιος Γκέρχαρντ Μίλερ, επέκριναν ανοιχτά τις μεταρρυθμίσεις του, υποστηρίζοντας ότι ο Πάπας οδηγεί την Καθολική Εκκλησία σε δρόμους ξένους με την παράδοσή της. Υπήρξαν πολλές στιγμές που καθολικοί πανεπιστημιακοί υπέγραψαν ανοιχτή επιστολή όπου καλούσαν τους αρχιεπισκόπους να λάβουν μέτρα κατά του «αιρετικού» Φραγκίσκου, κατηγορώντας τον για υποχωρήσεις στη διδασκαλία της Εκκλησίας. Εκείνος, όμως, δεν πτοήθηκε: «Ο διάλογος ενέχει ρίσκο, αλλά προτιμώ το ρίσκο παρά τη βέβαιη ήττα που προέρχεται από την απουσία διαλόγου», είχε δηλώσει.
©Alessia Pierdomenico/Shutterstock
Αντιδράσεις όμως δεν ήρθαν μόνο από τους συντηρητικούς. Υπήρχαν και όσοι, από την άλλη πλευρά, θεωρούσαν ότι η παποσύνη του Φραγκίσκου δεν έφερε τις βαθύτερες δομικές αλλαγές που περίμεναν· υπήρχαν και εκείνοι που θεωρούσαν ότι δεν τόλμησε αρκετά. Οι πιο προοδευτικοί καθολικοί περίμεναν περισσότερες μεταρρυθμίσεις, ιδίως στο θέμα της θέσης των γυναικών στην Εκκλησία. Αν και άνοιξε τον δρόμο για να συμμετέχουν γυναίκες σε υψηλές θέσεις στο Βατικανό, δεν προχώρησε στην πλήρη ένταξή τους στη ιεροσύνη. Δημοσιεύματα έλεγαν ότι ο Πάπας Φραγκίσκος προκάλεσε αναταράξεις, αλλά δεν τις ολοκλήρωσε, άνοιξε πόρτες, αλλά πολλές τις άφησε μισάνοιχτες.
ΠΟΙΜΕΝΑΣ ΜΕΧΡΙ ΤΕΛΟΥΣ
Η ζωή του ολοκληρώθηκε όπως την είχε ζήσει: απλά, σεμνά, ταπεινά. Η Εκκλησία χάνει έναν ηγέτη που προσπάθησε να φέρει την πίστη πιο κοντά στους ανθρώπους. Αλλά ο απόηχος της παποσύνης του –τα λόγια, οι πράξεις, το απλό «Buona sera»– θα συνεχίσει να αντηχεί.
©Hannah McKay/Reuters
Θα αλλάξει η Εκκλησία μετά τον Φραγκίσκο; Ηταν μια περίοδος μεταβατική ή μεταμορφωτική; Η Εκκλησία του Φραγκίσκου ήταν μια Εκκλησία σε κίνηση· μια Εκκλησία που έτεινε το χέρι σε αυτούς που βρίσκονταν στο περιθώριο. Εντούτοις, η ίδια η Ιστορία θα κρίνει αν οι δομικές αλλαγές που προώθησε –στη διοίκηση, στις σχέσεις με τον κόσμο, στην έννοια του ποιμένα που «μυρίζει το ποίμνιό του»– θα επιβιώσουν ή αν η Εκκλησία θα επιστρέψει στις πιο συντηρητικές καταβολές της.
Αν πράγματι η Εκκλησία του Φραγκίσκου ήταν μια Εκκλησία σε κίνηση, το ερώτημα είναι αν οι διάδοχοί του θα συνεχίσουν να πορεύονται με το ίδιο άρωμα του ποιμνίου ή αν η μυρωδιά αυτή θα ξεθυμάνει.
«Ο χρόνος είναι ανώτερος από τον χώρο», έλεγε. Γνώριζε ότι οι μεγάλες αλλαγές δεν κρίνονται στη στιγμή. Η ιστορία της Εκκλησίας, βέβαια, δείχνει πως οι μεγάλες αλλαγές συχνά αργούν να αποτιμηθούν. Οι σπόροι που έσπειρε ο Φραγκίσκος μπορεί να βλαστήσουν αργά, σε εποχές που ακόμη δεν έχουμε φανταστεί.
Requiescat in pace, Papa Francisci.