Του Παναγιώτη Ρουγκάλα
Η εποπτεία των τραπεζών στην Ευρωζώνη μετά την τραπεζική κρίση του 2008, που ξεκίνησε από την Αμερική και έπληξε αρκετά κράτη στην Ευρώπη (μεταξύ αυτών και η Κύπρος), έγινε αυστηρή και δαπανηρή. Παρά την γκρίνια των κυπριακών τραπεζών για το αυστηρό -επί σειρά ετών- βλέμμα των εποπτών, φαίνεται πως εκ πρώτης όψεως δεν υπάρχουν επιπτώσεις σε κυπριακό επίπεδο από την κατάρρευση αμερικανικών τραπεζών που έχουν μεγάλη συγκέντρωση σε δανεισμό στις εταιρείες τεχνολογίας. Το «εκ πρώτης όψεως» υπογραμμίζεται, καθώς και το 2008 οι αδυναμίες του κυπριακού τραπεζικού τομέα δεν βγήκαν αμέσως στην επιφάνεια μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Η κατάσταση εν έτη 2023 ωστόσο είναι διαφορετική σε σχέση με την εικόνα του 2013 για τις κυπριακές τράπεζες.
Από ότι φαίνεται η αύξηση των επιτοκίων δεν είναι η «κότα με τα χρυσά αυγά» για τις τράπεζες και κρύβουν προβλήματα.
Σύμφωνα με τα τελευταία συγκεντρωτικά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου για τις κυπριακές τράπεζες, ο δείκτης κοινών μετοχών κατηγορίας 1 ανερχόταν τον Σεπτέμβριο του 2022 στο 18%, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο Ευρωπαϊκό δείκτη ύψους 15%. Παράλληλα, ο Κυπριακός τραπεζικός τομέας έχει αρκετά αποθέματα ρευστότητας, καθώς ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας (LCR), ανερχόταν τον Νοέμβριο του 2022 στο 320%, υπερβαίνοντας 3 φορές την ελάχιστη εποπτική απαίτηση του 100%. Ο Ευρωπαϊκός δείκτης ανέρχεται στο 162,5%. Και εκεί έγκειται το πρόβλημα της αμερικανικής SVB, ο δείκτης κάλυψης της ρευστότητάς της ήταν πολύ χαμηλός και δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στην επιμονή των πελατών της για να λάβουν πίσω τα κεφάλαια που είχαν κατατεθειμένα.
Οι εταιρείες τεχνολογίας (startups) το τελευταίο διάστημα είχαν δυσκολίες από τη ραγδαία αλλαγή δεδομένων που έφεραν στο προσκήνιο οι συνεχείς αυξήσεις των επιτοκίων και ο πληθωρισμός. Έτσι, όταν άρχισαν να ζητούν τα κεφάλαιά τους από την τράπεζα, αυτή δεν είχε την απαραίτητη ρευστότητα για να τους τα δώσει. Επομένως, αναζητώντας νέους τρόπους για να βρει ρευστότητα, προχώρησε στην ρευστοποίηση κρατικών ομολόγων και ομολόγων που ήταν εξασφαλισμένα με υποθήκη. Η απότομη αύξηση των επιτοκίων όμως είχε ως αποτέλεσμα οι αποδόσεις τους να έχουν λάβει την ανιούσα. Όταν όμως οι αποδόσεις των ομολόγων λαμβάνουν την ανιούσα, τότε οι τιμές τους λαμβάνουν την κατιούσα. Έτσι, όταν η SVB προχώρησε στη ρευστοποίηση των ομολόγων που διατηρούσε για να λάβει την απαραίτητη ρευστότητα που θα την παραχωρούσε στους πελάτες της, έγραψε στα «βιβλία» της ζημιές. Πλέον αναζητεί κεφάλαια κοντά στα 2 δισεκατομμύρια ευρώ για να καλύψει αυτή τη ζημιά. Οι αποσύρσεις κεφαλαίων κατά γενική ομολογία από πελάτες, (το είδαμε στην περίπτωση του Συνεργατισμού, το είδαμε και στην περίπτωση της RCB Bank στην Κύπρο) πιέζουν τις αποτιμήσεις και εξασθενούν τους ισολογισμούς των τραπεζών. Οι τράπεζες για να βρουν ρευστότητα θα πρέπει να πωλούν όποιες πηγές χρημάτων μπορούν να εξεύρουν (κρατικά ομόλογα π.χ.), με κίνδυνο να δημιουργηθούν πολλαπλάσια προβλήματα.
Πηγή κακών τα επιτόκια
Πλέον είναι ξεκάθαρο πως τα προβλήματα που έχουν προκύψει είναι απότοκο των απότομων και συνεχών αυξήσεων των επιτοκίων. Είναι ο «πυρήνας» του προβλήματος της ρευστότητας των «startups» και από ότι φαίνεται η αύξηση των επιτοκίων δεν είναι η «κότα με τα χρυσά αυγά» για τις τράπεζες. Οι τράπεζες στην Κύπρο βλέπουν με πολύ θετική ματιά την αύξηση των επιτοκίων, λέγοντας για κέρδη που τους έχουν ήδη έρθει ή και που θα έρθουν ακόμα περισσότερα, ανακοινώνοντας μερισματικές πολιτικές. Η αμερικανική SVB είναι το παράδειγμα που πρέπει να φέρει ξανά τις κυπριακές τράπεζες σε εγρήγορση και να δουν πέρα από τα κέρδη που προκύπτουν λόγω της κατατεθειμένης πλεονάζουσας ρευστότητας που έχουν στις κεντρικές τράπεζες. Η Κεντρική Τράπεζα εξάλλου επισημαίνει στο οικονομικό της δελτίο για το 2022 πως, τουλάχιστον στον βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, βαίνοντας στο νέο επιτοκιακό περιβάλλον, οι τράπεζες αναμένεται να καταγράψουν αυξανόμενα κέρδη, τα οποία θα πρέπει να τύχουν σωστού και φρόνιμου χειρισμού. «Με την θέσπιση ολοκληρωμένων πολιτικών και διαδικασιών, οι τράπεζες θα πρέπει να παρακολουθούν στενά τα χαρτοφυλάκιά τους και να αναγνωρίσουν έγκαιρα προβλέψεις για να διασφαλιστούν τα αποθέματα κεφαλαίων τους σε περίπτωση όπου επιδεινωθεί η ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους. Επιπρόσθετα, αποφάσεις που αφορούν τη διανομή μερισμάτων θα πρέπει να ληφθούν με φειδώ στη βάση ενός σωστά εμπεριστατωμένου κεφαλαιακού πλάνου το οποίο θα λαμβάνει επαρκώς υπόψιν το αβέβαιο οικονομικό περιβάλλον», σημειώνουν χαρακτηριστικά οι εγχώριοι επόπτες.
Διασπορά δανείων - κινδύνων
Οι Ευρωπαίοι επόπτες επισημαίνουν στις ευρωπαϊκές τράπεζες, άρα κατ’ επέκταση και στις κυπριακές, πως ναι μεν λαμβάνεται υπόψη η πιστωτική πολιτική του κάθε πιστωτικού ιδρύματος, ωστόσο θα πρέπει βάσει αυτού να είναι έτοιμες για ανάλογη ανάληψη κινδύνων. Συγχρόνως, μεγάλη κουβέντα έχει γίνει ανά τα χρόνια για τα όρια συγκέντρωσης σε ένα συγκεκριμένο τομέα δανεισμού και στις προσπάθειες διασποράς κινδύνων. Το παράδειγμα της αμερικανικής SVB δείχνει πως, η συγκέντρωση μίας τράπεζας σε ένα συγκεκριμένο τομέα δανεισμού, όπως τις εταιρείες τεχνολογίας (startups) στην προκειμένη περίπτωση και στην επένδυση σε κρατικά ομόλογα, κρύβει πολλούς κινδύνους. Η διασπορά του δανειστικού χαρτοφυλακίου και επενδύσεων είναι «σημείο κλειδί» για τις τράπεζες, ώστε εάν προκύψει πρόβλημα σε ένα τομέα, να μην υπάρξουν μεγάλες επιπτώσεις σε όλη την τράπεζα. Υπενθυμίζεται πως, μεγάλη συγκέντρωση δανειακού χαρτοφυλακίου υπήρχε από το 2003 μέχρι και το 2013 στην Κύπρο, που δάνειζαν οι τράπεζες κυρίως σε «ντιβέλοπερς» και σε δανειολήπτες για σκοπούς «real estate». Επίσης είχαν επενδύσει σε κρατικά ομόλογα -ελληνικά σε εκείνη την περίπτωση- και η οικονομική κατάσταση της Ελλάδας έδρασε καθοριστικά στην όλη κατάσταση της τραπεζικής κυπριακής κρίσης του 2013.
Tier1, Tier2 και MREL
Οι κυπριακές τράπεζες έχουν μπει για τα καλά στον χορό εκδόσεων ομολόγων, είτε πρωτοβάθμιου κεφαλαίου, είτε δευτεροβάθμιου, είτε τύπου MREL που σκοπός είναι να λειτουργήσουν κάτω από το πλαίσιο χρεωκοπιών. Το καλοκαίρι του 2022 η Ελληνική Τράπεζα είχε βγει με ομόλογο Υψηλής Εξοφλητικής Προτεραιότητας (Senior Preferred) MREL, ύψους 100 εκατ. με σταθερό ετήσιο επιτόκιο ύψους 9%. Η Τράπεζα Κύπρου είχε προχωρήσει σε έκδοση ομολόγου τον Ιούνιο του 2021 ύψους 300 εκατ. ευρώ και με επιτόκιο 2,5%. Και τα δύο πληρούν τα κριτήρια για την ελάχιστη απαίτηση ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL). Στο πλαίσιο της Οδηγίας για Ανάκαμψη και Εξυγίανση Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επιχειρήσεων (BRRD), είναι ομόλογα τα οποία καλούνται να εκδώσουν όλες οι τράπεζες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι ομόλογα που θα «κουρευτούν» αν μια τράπεζα μπει σε «εξυγίανση», παρέχοντας δικλείδες ασφαλείας στους καταθέτες.
Έντυπη Έκδοση