Του Ανδρέα Καραμήτα
Υποστελεχωμένα παραμένουν αρκετά τμήματα στη δημόσια υπηρεσία. Οι ανάγκες είναι αυξημένες και ορισμένες υπηρεσίες λειτουργούν με αισθητά μειωμένο προσωπικό, με αποτέλεσμα να τίθεται εν αμφιβόλω η αποτελεσματικότητά τους. Ένα τέτοιο πρόβλημα έχει να αντιμετωπίσει και το υφυπουργείο Ναυτιλίας, το οποίο έχει να κάνει με μία από τις βαριές και βιώσιμες βιομηχανίες της χώρας που αποτελεί το 7% του κυπριακού ΑΕΠ. Στο παρόν στάδιο το υφυπουργείο λειτουργεί οριακά. Σύμφωνα με πηγές της «Κ» υπάρχει σοβαρή έλλειψη επιθεωρητών πλοίων, οι οποίοι είναι απαραίτητοι για τις εργασίες που έχει στην αρμοδιότητά του. Συγκεκριμένα, ο οργανισμός έχει περίπου 35 επιθεωρητές, από τους οποίους οι πέντε αφυπηρετούν αυτή τη χρονιά με αποτέλεσμα να μένουν 30 για να καλύπτουν τις επιχειρησιακές ανάγκες του υφυπουργείου αλλά και να στελεχώσουν τα γραφεία εξωτερικού. Ακόμα και αν καλυφθούν οι ήδη κενές θέσεις που υπάρχουν για επιθεωρητές πλοίων, που είναι περίπου 9 σύμφωνα και με πρόσφατη αντίστοιχη προκήρυξη που δημοσιεύθηκε, οι ανάγκες είναι πολύ μεγαλύτερες. Παραδείγματος χάριν το υφυπουργείο έχει τρεις διευθύνσεις: αυτόν της ανάπτυξης και ανταγωνιστικότητας ναυτιλιακού κλάδου, τη διεύθυνση ασφάλειας και προστασίας του περιβάλλοντος και αυτήν του ολοκληρωμένου θαλάσσιου οικοσυστήματος. Οι διευθύνσεις αυτές έχουν πολλούς τομείς οι οποίοι αντιμετωπίζουν χρόνια το πρόβλημα έλλειψης προσωπικού. Συγκεκριμένα, το ανθρώπινο δυναμικό του υφυπουργείου ανέρχεται στα 160 άτομα -αριθμός πολύ μικρός σε σχέση με τις επιχειρησιακές ανάγκες και δυνατότητές του.
Η ψαλίδα στους μισθούς
Το πρόβλημα μεγεθύνεται και λόγω της διαφοράς των μισθών που υπάρχουν στον ιδιωτικό τομέα στην ναυτιλία. Όπως παρατηρήθηκε, πλοίαρχοι απέρριψαν ενδεχόμενο διορισμό τους στο υφυπουργείο, λόγω πολύ χαμηλότερου μισθού που θα λάμβαναν από αυτόν που τους προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας. Τονίζεται επίσης πως το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργείου Ναυτιλίας έχει να κάνει με ζητήματα που άπτονται της ναυτιλίας, διεθνών κανόνων της ναυσιπλοΐας, επιθεωρήσεις πλοίων και πολλών άλλων παραγόντων που έχουν να κάνουν με διεθνείς συμβάσεις. Οπότε η υποστελέχωση στο συγκεκριμένο δημόσιο οργανισμό θα έχει πιο επιβαρυμένο αντίκτυπο απ’ ότι μία υπηρεσία που έχει να κάνει με το εσωτερικό. Πάντως, προσπάθειες αντιμετώπισης του προβλήματος έγιναν και από τους τρείς υφυπουργούς που υπηρέτησαν μέχρι τώρα. Ωστόσο οι προσπάθειές τους προσέκρουσαν στις αργές και δαιδαλώδεις διαδικασίες που ισχύουν στην Κυπριακή Δημοκρατία για την πρόσληψη των δημοσίων υπαλλήλων, είτε σε πάγωμα θέσεων λόγω πολιτικών αποφάσεων που δεν είχαν να κάνουν με την ναυτιλία. Ακόμη, τα προσόντα που τίθενται για πλήρωση των θέσεων, όπως η εμπειρία εν πλω, είναι δυσεύρετα και όπως ήδη αναφέρθηκε πολύ πιο κερδοφόρα για αυτούς που επιλέγουν τον ιδιωτικό τομέα.
Πλοίαρχοι απέρριψαν ενδεχόμενο διορισμό τους στο υφυπουργείο, λόγω πολύ χαμηλότερου μισθού που θα λάμβαναν από αυτόν που τους προσφέρει ο ιδιωτικός τομέας.
Αρνητικές επιπτώσεις
Η υποστελέχωση στους δημόσιους οργανισμούς στην Κύπρο αποτελεί ένα ολοένα και διογκούμενο πρόβλημα με σοβαρές συνέπειες στη λειτουργία τους. Καταρχάς, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση του φόρτου εργασίας για τους υπάλληλους που παραμένουν, καθώς πρέπει να εκτελέσουν, εκτός από τα δικά τους, και τα καθήκοντα που είχαν αναλάβει οι προηγούμενοι συνάδελφοί τους. Επίσης, η υποστελέχωση μπορεί να επηρεάσει την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των υπηρεσιών που παρέχονται από τον δημόσιο τομέα, καθώς οι πόροι είναι περιορισμένοι και οι υπάλληλοι ενδέχεται να μην έχουν τις απαραίτητες δεξιότητες ή εμπειρία. Επιπλέον, η υποστελέχωση μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια εξειδίκευσης και γνώσης, καθώς έμπειροι υπάλληλοι εγκαταλείπουν τον οργανισμό. Τέλος, η υποστελέχωση μπορεί να έχει και κοινωνικές επιπτώσεις, όπως την αύξηση της ανεργίας και τη μείωση της ευημερίας των εργαζομένων και των οικογενειών τους.