Kathimerini.gr
Λίγες ώρες μετά την κυκλοφορία του ντοκιμαντέρ «The Tinder Swindler» που προστέθηκε στην ταινιοθήκη του Netflix στις 2 Φεβρουαρίου, όσοι το είχαν παρακολουθήσει εξέφρασαν την άποψή τους στο Twitter. Σχόλια όπως «το ντοκιμαντέρ δείχνει πόσο ανόητες γίνονται οι γυναίκες όταν ερωτεύονται» ή «ποια παίρνει δάνεια 100.000 δολαρίων για έναν άνδρα με τον οποίο πέρασε τρεις μέρες μαζί; Το άξιζε», έχουν γεμίσει το χασταγκ για το ντοκιμαντέρ στη δημοφιλή πλατφόρμα.
Το ντοκιμαντέρ ακολουθεί μια ομάδα γυναικών που έπεσαν θύματα απάτης τόσο περίπλοκης και ακραίας, που οδήγησε μερικές από αυτές να χάσουν εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια.
Ο Σιμόν Χαγιούτ, ή Σιμόν Λεβίεφ, όπως ήταν γνωστός στα θύματά του, έπειθε τις γυναίκες ότι η σχέση μαζί τους ήταν μοναδική, πριν τους ζητήσει χρήματα.
Συστηνόταν ως γιος του δισεκατομμυριούχου μεγιστάνα των διαμαντιών, Λεβ Λεβίεφ, ξεκινούσε κάθε ειδύλλιο προσφέροντας στις γυναίκες πλούσια δώρα, ταξίδια με ιδιωτικό τζετ και τους υποσχόταν αφοσίωση. Μόλις όμως αποκτούσε την εμπιστοσύνη τους, ο Χαγιούτ άρχιζε να τους ζητά μεγάλα χρηματικά ποσά με το πρόσχημα ότι έπρεπε να προστατεύσει την ταυτότητά του από τους «εχθρούς» του.
Μερικές μέρες αργότερα, το Netflix κυκλοφόρησε μια νέα σειρά που βασίζεται σε μια άλλη διαβόητη απατεώνισσα. Την Άννα Σόροκιν, γνωστή με την ψεύτικη ταυτότητά της Γερμανίδας κληρονόμου Άννα Ντέλβι. Το «Inventing Anna» ακολουθεί τη δημοσιογράφο Βίβιαν Κεντ – ο χαρακτήρας είναι βασισμένος στη πραγματική δημοσιογράφο Τζέσικα Πρέσλερ, το άρθρο της οποίας στην ιστοσελίδα The Cut το 2018 για τα εγκλήματα της Σόροκιν ενέπνευσε τη σειρά – καθώς ξετυλίγει τον περίπλοκο ιστό που ύφαινε γύρω της η Σόροκιν, προσποιούμενη ένα άτομο της υψηλής κοινωνίας που ξόδευε χρήματα στη Νέα Υόρκη.
Στην ουσία, αυτά που έκαναν η Σόροκιν και ο Χαγιούτ είναι παρόμοια. Αφιέρωσαν μήνες για να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των θυμάτων τους και δεν τους έδιναν κανένα λόγο να πιστέψουν ότι θα άδειαζαν τις τσέπες τους.
Υπήρξε ωστόσο έντονη διαφοροποίηση στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως προς το τι έκαναν οι δύο απατεώνες. Στην περίπτωση του Χαγιούτ, υπάρχει υπερβολική εστίαση στο γεγονός ότι οι γυναίκες αρχικά έλκονταν από αυτόν στο Tinder επειδή εμφανίζονταν ως δισεκατομμυριούχος, με πολλούς να επαναφέρουν τη λεκτική έκφραση μισογυνισμού της «γυναίκας χρυσοθήρα».
Ένα μεγάλο μέρος της συζήτησης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης γύρω από το «The Tinder Swindler», φαίνεται να μην αξιολογεί τη σοβαρή απάτη που διέπραξε ο Χαγιούτ και αντίθετα χλευάζει και κατηγορεί τις γυναίκες τις ζωές των οποίων διέλυσε. Ακόμη χειρότερα, χαρακτηρίζοντάς τους ως «χρυσοθήρες», πολλοί κριτικοί διαστρέβλωσαν το θέμα παρουσιάζοντας τα θύματα του Χαγιούτ ως αρπακτικά.
Σε αντίθεση, η εκτίναξη της υπόθεσης Σόροκιν στην ποπ κουλτούρα έχει ρίξει σκιά πάνω στα θύματά της, κάνοντας τα σχεδόν αόρατα.
Η Δρ. Ελίζαμπεθ Κάρτερ, δικανική γλωσσολόγος, εγκληματολόγος και επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Κίνγκστον του Λονδίνου, λέει στον ιστότοπο The Independent ότι τα θύματα ερωτικής απάτης φαίνεται να δέχονται περισσότερα δηλητηριώδη σχόλια από το κοινό από ότι τα άλλα είδη απάτης. Όπως λέει, αυτό τροφοδοτείται από την ιδέα ότι τα θύματα έχουν «κάποιο βαθμό συνενοχής» για να λειτουργήσει η απάτη.
«Πρέπει να δώσουν πληροφορίες ή χρήματα κάποια στιγμή ώστε να λειτουργήσει η απάτη. Αυτό κάνει τους παρατηρητές να πιστεύουν ότι υπήρξες μέρος της, επομένως είναι δικό σου το λάθος», εξηγεί. «Η ερωτική απάτη όμως, και σχεδόν κάθε είδος απάτης, περιλαμβάνει ένα επίπεδο “χτισίματος” εμπιστοσύνης και χειραγώγησης. Το θύμα παίρνει τις αποφάσεις του μέσα σε μια σοβαρά παραμορφωμένη πραγματικότητα, και δεν μπορεί να κατηγορηθεί – έχει παραπλανηθεί και χειραγωγηθεί για να αποφασίσει σε συνθήκες καταναγκαστικού ελέγχου».
Οι ερωτικές απάτες είναι ιδιαίτερα καταστροφικές, επειδή τα θύματα δεν χάνουν απλώς χρήματα, χάνουν επίσης μια σχέση που πίστευαν ότι ήταν πραγματική. «Αυτού του είδους οι απάτες είναι πολύ σκληρές και διαβρωτικές. Μπορούν να διαρκέσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα – ένα από τα θύματα στο “The Tinder Swindler” διατηρούσε σχέση με τον Χαγιούτ για 14 μήνες – και δεν μπορείς να ξεκόψεις τόσο απλά, έχεις αναπτύξει συναισθήματα». Τη συγκρίνει με την ενδοοικογενειακή βία και κακοποίηση, όπου η αντίδραση του θύματος είναι συχνά «πες στον εαυτό σου ότι δεν πειράζει» και έτσι παγιδεύεται σε άσχημες σχέσεις.
«Στην περίπτωση της ερωτικής απάτης, έχουν σχεδιάσει να εκμεταλλευτούν την εμπιστοσύνη, την αγάπη και την ειλικρίνειά σου στη σχέση με μόνο στόχο να πάρουν τα χρήματά σου. Είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστεί. Οι άνθρωποι όμως απλά επικεντρώνονται στα χρήματα που χάνουν και δεν βλέπουν την ψυχολογική βλάβη που έχει συμβεί ή τη παραπλάνηση», λέει η Κάρτερ.
Η Κάρτερ προσθέτει ότι είναι παραπλανητικό το να θεωρείται ότι ο πλούτος είναι ο λόγος για τον οποίο αυτές οι γυναίκες συνέχισαν να έχουν σχέση με τη Χαγιούτ. Και συνεχίζει: «Μπορεί να ήταν ο λόγος που την ξεκίνησαν, αλλά στο Tinder, οι άνθρωποι παίρνουν γρήγορες αποφάσεις με βάση μια φωτογραφία, ένα σύντομο βιογραφικό και ρίχνουν μια γρήγορη ματιά στον τρόπο ζωής ενός πιθανού συντρόφου».
Αλλά αυτό που πραγματικά τις έπειθε δεν ήταν ο πλούτος, αλλά η μυστικότητα. Ακούμε συνεχώς «μην δίνετε χρήματα σε άτομα που δεν γνωρίζετε». Τα θύματα όμως δεν έδιναν χρήματα σε κάποιον που δεν γνώριζαν, δάνειζαν χρήματα στον σύντροφο ή στον φίλο τους. «Οι άνθρωποι μοιράζονται συνέχεια χρήματα μέσα στην οικογένεια, με τους φίλους και συντρόφους», λέει.
Στην περίπτωση της Σορόκιν δόθηκε πολύ λιγότερη έμφαση στα θύματά της, επειδή εξαπατούσε την ελίτ. Ούτε η Σόροκιν ούτε ο Χαγιούτ ταιριάζουν με το στερεότυπο ότι οι απατεώνες είναι άνθρωποι με κουκούλες που κάθονται σε ένα σκοτεινό δωμάτιο πίσω από έναν υπολογιστή, πληκτρολογώντας κώδικες. Αντίθετα, έπεισαν τους ανθρώπους ότι είχαν τόσο πολλά χρήματα για να κάνουν πανάκριβα ψώνια και διακοπές, όταν η αλήθεια ήταν ότι κανένας από τους δύο δεν είχε ούτε ένα σεντ στο όνομά του.
«Η Σορόκιν δεν ταίριαζε με αυτήν την αφήγηση, και έτσι σχεδόν θεωρήθηκε ως αστική παρά ως ποινική υπόθεση», λέει η Κάρτερ. «Οι άνθρωποι ξεχνούν συνεχώς ότι η οικονομική κατάχρηση και η απάτη είναι πιθανό να διαπραχθούν από έναν γνωστό, ή ακόμα και από μέλη της οικογένειας».
«Πολλοί πίστευαν ότι όσοι εξαπατήθηκαν από την Ντέλβι πιθανόν να γνώριζαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Αλλά αυτό ήταν μέρος της απάτης και της παραπλάνησης. Όταν ζεις μια τέτοια εμπειρία, είναι λιγότερο πιθανό να την αμφισβητήσεις. «Ποτέ δεν πιστεύαμε ότι θα συμβεί σε εμάς. Νομίζεις ότι γνωρίζεις κάποιον – αλλά μετά, ανακαλύπτεις ότι απλώς όλο αυτό δεν είναι αλήθεια».
Με πληροφορίες από το The Independent