Kathimerini.gr
Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις και η Χεζμπολάχ έχουν κάτι «κοινό». Αμφότερες ανέπτυξαν δράση στη Συρία τα περασμένα χρόνια, παίρνοντας θέση στο πλευρό του Μπασάρ αλ Ασαντ, οι μεν Ρώσοι από το 2015, η δε Χεζμπολάχ ήδη από το 2011.
Η εν λόγω δράση θα μπορούσε μάλιστα, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, να χαρακτηριστεί επιτυχής. Περίπου 13 χρόνια έπειτα από την «έκρηξη» του συριακού εμφυλίου, ο -59χρονος πια- Ασαντ όχι μόνο παραμένει στη θέση του στη Δαμασκό αλλά και επιστρέφει στη διεθνή σκηνή: στις τάξεις του Αραβικού Συνδέσμου για παράδειγμα, από τον οποίο είχε αποκλειστεί για μια περίοδο περίπου 12 ετών (2011-2023).
Εάν ο στόχος ήταν να διασωθεί το καθεστώς Ασαντ, αυτός ο στόχος τελικώς επετεύχθη, με τη συνδρομή κυρίως δύο δυνάμεων: της Ρωσίας και του Ιράν.
Για τη μεν Ρωσία, η Συρία του Ασαντ αποτελεί στρατιωτική βάση (αεροπορική στη Λαττάκεια και ναυτική στην Ταρτούς): τη μοναδική ρωσική βάση της Μεσογείου.
Για το Ιράν από την άλλη πλευρά, η Συρία έχει αξία ως έδαφος που κατέχει κεντρική θέση στον επονομαζόμενο «άξονα της αντίστασης» των υποστηριζόμενων από το Ιράν proxies, καθώς επιτρέπει την πρόσβαση στον Λίβανο και στη Μεσόγειο.
Ρώσοι και φιλοϊρανοί Λιβανέζοι έσπευσαν, λοιπόν, να στηρίξουν τον Ασαντ όταν ο τελευταίος απειλείτο. Τι γίνεται όμως τώρα που απειλείται η Χεζμπολάχ; Πώς βλέπει η Ρωσία του Πούτιν την τρέχουσα -de facto περιφερειακή- μεσανατολική κρίση; Πώς αξιολογεί το Κρεμλίνο τις ολοένα μεγαλύτερης έντασης ανταλλαγές πυρών μεταξύ Ισραήλ και Ιράν;
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Ομοσπονδίας δεν παρέλειψε τους περασμένους μήνες να καταδικάσει, μέσω επίσημων ανακοινώσεων, τις δολοφονίες του Ισμαήλ Χανίγια και του Χασάν Νασράλα, καθώς και τη χερσαία εισβολή των Ισραηλινών στον Λίβανο. Από εκεί και πέρα ωστόσο, πέρα από τις όποιες δηλώσεις αποκήρυξης, πώς προσεγγίζει η Μόσχα τον πόλεμο που εξαπλώνεται;
«Δεν θα ήθελε να δει έναν νέο -ακόμη μεγαλύτερο- πόλεμο»
Αναλυτές όπως ο ρωσικής καταγωγής Ρουσλάν Σουλεϊμάνοφ επιχειρούν να δουν τη ρωσική στάση μέσα από το φίλτρο του πολέμου στην Ουκρανία, από την έναρξη του οποίου θα έχουν συμπληρωθεί τρία χρόνια τον προσεχή Φεβρουάριο. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Σουλεϊμάνοφ στο Al Jazeera, «οι Ρώσοι συνεργάζονται πολύ στενά με τους Ιρανούς στο στρατιωτικό μέτωπο τα τελευταία δυόμισι χρόνια», κυρίως παίρνοντας όπλα (βλ. drones τύπου Shahed, πυρομαχικά κ.ά.) από την Τεχεράνη. «Τα ιρανικά όπλα έχουν μεγάλη ζήτηση. Ποτέ δεν είχαν τέτοια ζήτηση και η Ρωσία είναι πια εξαρτημένη από αυτά […] Ως αποτέλεσμα, η Ρωσία αναγκάζεται να υποστηρίξει τους συμμάχους του Ιράν στη Μέση Ανατολή», σημειώνει ο Σουλεϊμάνοφ, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι το Κρεμλίνο δεν θα ήθελε πρακτικά να δει έναν νέο -ακόμη μεγαλύτερο- πόλεμο στη Μέση Ανατολή.
Η Μόσχα επωφελείται μεν από το «χάος» και τις εντάσεις, ειδικά όταν εκείνες έχουν απολήξεις στη νατοϊκή Δύση, πλην όμως δεν θα ήθελε να δει αυτό το χάος να αποκτά γεωγραφικά ανεξέλεγκτες πολεμικές διαστάσεις. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις που διεξάγουν οι Ισραηλινοί σε Γάζα και νότιο Λίβανο, επιτρέπουν στη Μόσχα να καταγγέλλει ως «συνυπεύθυνους» (αλλά και «ανεύθυνους» συνάμα) τους Αμερικανούς. Αλλά και σε καθαρά πρακτικό επίπεδο, η στρατιωτική επιστροφή των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να αποσύρει αμερικανικούς πόρους από το μέτωπο στήριξης της Ουκρανίας, πράγμα το οποίο θα ήταν θετικό για τη Μόσχα.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, εάν η κατάσταση στη Συρία, όπου διατηρούν στρατιωτική παρουσία οι Ρώσοι, επιδεινωθεί σημαντικά το προσεχές διάστημα επηρεασμένη από την ένταση στον άξονα Γάζας-Λιβάνου-Ισραήλ-Ιράν, τότε και οι Ρώσοι θα αναγκάζονταν να «αποπροσανατολιστούν» σε έναν βαθμό από το μέτωπο της Ουκρανίας, πράγμα το οποίο όμως δεν θα επιθυμούσαν…
Ο αναλυτής Αντόν Μαρντάσοφ (Middle East Institute, Russian International Affairs Council-RIAC) αναφέρει χαρακτηριστικά, μιλώντας στον ιστοχώρο Al-Monitor: «Η Μόσχα συνειδητοποιεί ότι δεν έχει την πολυτέλεια να παρασυρθεί στη σύγκρουση της Μέσης Ανατολής η οποία όμως ήδη επηρεάζει τη Συρία με τον ένα ή τον άλλο τρόπο […] Τα αυξημένα σε πλήθος και ένταση ισραηλινά πλήγματα κατά συριακών στόχων είναι επικίνδυνα για τη Ρωσία, τόσο από την άποψη της ασφάλειας των δικών της στρατευμάτων, όσο και από την άποψη της πιθανούς αποσταθεροποίησης της χώρας και της ανάγκης ενίσχυσης της ρωσικής στρατιωτικής αρχιτεκτονικής» ενώ όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται.
Ο αναλυτής Κιρίλ Σεμένοφ δείχνει να συμφωνεί. «Υπάρχει ο κίνδυνος η σύγκρουση να επεκταθεί στη Συρία, όπου όμως βρίσκονται ρωσικές στρατιωτικές εγκαταστάσεις», σημειώνει, προσθέτοντας παράλληλα και ένα άλλο ιδιαίτερο ενδιαφέρον στοιχείο όπως είναι εν προκειμένω εκείνο της εισροής Λιβανέζων προσφύγων εντός των συριακών εδαφών. «Η Ρωσία ανησυχεί ότι η μαζική ροή Λιβανέζων προσφύγων στη Συρία θα αποτελέσει σοβαρή πρόκληση για το καθεστώς Άσαντ το οποίο όμως βρίσκεται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση», αναφέρει ο Σεμένοφ στο Al-Monitor.
Όταν Ισραήλ και Ιράν αντήλλαξαν για πρώτη φορά πυρά τον περασμένο Απρίλιο, η Μόσχα δεν πήρε εμφατικά το μέρος των Ιρανών, αλλά αντιθέτως κάλεσε όλες τις πλευρές να επιδείξουν «εγκράτεια» προκειμένου να επέλθει αποκλιμάκωση…
Η στάση της Ρωσίας απέναντι στο Ιράν δεν θα μπορούσε, βέβαια, παρά να επηρεάζεται και από την παράλληλη πορεία των ρωσοϊσραηλινών σχέσεων.
Οταν οι Ισραηλινοί πλήττουν θέσεις της Χεζμπολάχ στη νότια Συρία, «η Ρωσία δεν κάνει τίποτα, απλώς τους αφήνει», αναφέρει στο Al Jazeera η Ρωσίδα ερευνήτρια Αννα Λεβίνα από τον Λίβανο όπου ζει. Αλλά και «αντιστρόφως», επειτα από δυόμισι χρόνια πολέμου στην Ουκρανία, οι Ισραηλινοί ακόμη δεν έχουν παράσχει στο Κίεβο τη στρατιωτική στήριξη που εκείνο ζητούσε… προς μεγάλη ικανοποίηση της Μόσχας. Εάν όμως το πράγμα κάποια στιγμή ξεφύγει, «το Ισραήλ θα μπορούσε να προχωρήσει σε αντίποινα, στέλνοντας όπλα στην Ουκρανία», έγραφε τον περασμένο Αύγουστο στον ιστοχώρο του Carnegie Russia Eurasia Center ο ειδήμων στις σχέσεις με το Ιράν Νικίτα Σμάγκιν (Russian International Affairs Council-RIAC).
Ειρήσθω εν παρόδω, αξίζει να σημειωθεί ωστόσο και κάτι άλλο: ότι οι σχέσεις των Ρώσων ειδικά με τη Χεζμπολάχ έχουν σημαδευτεί από διαφωνίες και «ρήξεις» μέσα στα χρόνια. Υπενθυμίζεται, για παράδειγμα, ότι με φόντο τον λιβανέζικο εμφύλιο, μαχητές που λέγεται ότι σχετίζονταν με τη Χεζμπολάχ είχαν απαγάγει τον Σεπτέμβριο του 1985 τέσσερις Σοβιετικούς διπλωμάτες στον Λίβανο. Εάν ισχύουν μάλιστα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας (βλ. σχετικά δημοσιεύματα του 1986), τότε πράκτορες της Κα Γκε Μπε τελικώς κατάφεραν να πάρουν πίσω σώους τους τρεις από τους τέσσερις Σοβιετικούς απαχθέντες… αφού όμως προηγουμένως απήγαγαν, βασάνισαν και τελικώς σκότωσαν συγγενή κορυφαίου στελέχους της Χεζμπολάχ σε αντίποινα…
Εν έτει 2024 πια, η Μέση Ανατολή και πάλι «βράζει», υπό το ανήσυχο βλέμμα της ρωσικής ηγεσίας. «Συνεργαζόμαστε στη διεθνή σκηνή και οι εκτιμήσεις μας για τα τρέχοντα γεγονότα είναι συχνά πολύ κοντά η μία στην άλλη», δήλωσε ο Ρώσος πρόεδρος Πούτιν, κατά τη συνάντηση που είχε με τον Ιρανό πρόεδρο Μασούν Πεζεσκιάν στο Τουρκμενιστάν στις 11 Οκτωβρίου, χωρίς όμως να υπεισέλθει σε λεπτομέρειες…