Η υπόθεση του «κατασκοπευτικού μπαλονιού» και η κατάρριψή του από τις ΗΠΑ προκάλεσε τριγμούς στις σχέσεις ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και το Πεκίνο, γεγονός, το οποίο προκαλεί προβληματισμό και στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις.
Όπως αναφέρει δημοσίευμα του Politico, την ώρα που οι σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων περνάνε κρίση, Ευρωπαίοι διπλωμάτες βρίσκονται υπό την πίεση του Λευκού Οίκου που τους ζητά να «διαλέξουν πλευρά» και να ενώσουν τις δυνάμεις τους κόντρα στην Κίνα.
Όλα αυτά, ενώ η Ρωσία προετοιμάζεται, όπως όλα δείχνουν, για μια νέα μεγάλη επίθεση κατά της Ουκρανίας μέσα στις επόμενες εβδομάδες.
Ενδεικτική του κλίματος είναι η δήλωση Ευρωπαίου διπλωμάτη: «Δεν περιμέναμε σε καμία περίπτωση πως το 2023 θα ήταν μια εύκολη χρονιά, όμως αυτό που συμβαίνει αυτήν τη στιγμή κρίνεται ως μια πραγματικά δύσκολη αφετηρία.»
Το Σάββατο, οι αμερικανικές δυνάμεις κατέρριψαν στα ανοιχτά της Νότιας Καρολίνα ένα αντικείμενο το οποίο οι ίδιες ταυτοποίησαν ως κινεζικό κατασκοπευτικό μπαλόνι. Η κατάρριψη πραγματοποιήθηκε με τη χρήση πυρών από μαχητικό F-22.
Ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Άντονι Μπλίνκεν, ανακοίνωσε την επ’ άοριστον αναβολή της επίσκεψής του στο Πεκινό, η οποία ήταν προγραμματισμένη για αυτήν την εβδομάδα. Επρόκειτο, μάλιστα, για το πρώτο ταξίδι Αμερικανού υπουργού στην Κίνα επί προεδρίας Μπάιντεν.
Κι όλα αυτά, ενώ η πλευρά του Πεκίνου εξακολουθεί να υποστηρίζει πως το τεράστιο αυτό αντικείμενο ήταν ένα «πολιτικό αεροσκάφος», το οποίο ξέφυγε από την καθορισμένη πορεία του, ενώ πραγματοποιούσε μια μετεωρολογική έρευνα.
Μάλιστα η κινεζική κυβέρνηση εξέφρασε την «έντονη δυσαρέσκειά» της για τη χρήση πυραύλων, διαμαρτυρόμενη για την επιλογή των ΗΠΑ να «επιτεθούν σε ένα μη επανδρωμένο, πολιτικό αεροσκάφος». Το Πεκίνο διαμηνύει πως «επιφυλάσσεται του δικαιώματός του να απαντήσει με ανάλογο τρόπο».
Κι ενώ η αμερικάνικη εξωτερική πολιτική μοιάζει ακόμα προσηλωμένη στη στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας, φαίνεται πως υπάρχει η πιθανότητα «αποστασιοποίησης» από το ουκρανικό, μετά τη διαμάχη με την Κίνα.
Θυμίζουμε ότι η δεξιά πτέρυγα των Συντηρητικών στις ΗΠΑ έχει εκφράσει το αίτημα να δοθεί μεγαλύτερη προσοχή στην Κίνα.
«Μεγαλύτερη πίεση στους Ευρωπαίους»
Την ώρα που οξύνεται η κόντρα ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, ο Ρικάρντο Μπόργκες ντε Κάστρο, επικεφαλής του ευρωπαϊκού προγράμματος στο Παγκόσμιο Συνέδριο για το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πολιτικής – ένα think tank με έδρα στις Βρυξέλλες – εκτιμά πως θα επέλθει μεγαλύτερη πίεση στους Ευρωπαίους.
Ο Μπόργκες συνεχίζει λέγοντας ότι «η πραγματικότητα είναι η εξής: εφόσον ο κόσμος όλο και περισσότερο τέμνεται σε δύο μεγάλους πόλους – τις ΗΠΑ και την Κίνα – τότε η Ευρώπη και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα πρέπει να διαλέξουν πλευρά, ενώ η άμυνα και η ασφάλεια της Ευρώπης εξαρτάται από την αμερικανική “ομπρέλα”».
Την ίδια στιγμή, εκτιμάται πως είναι προ των πυλών μια νέα μαζική επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία μέσα στις επόμενες εβδομάδες, όταν – όπως αναφέρει το Politico, επικαλούμενο Ουκρανούς αξιωματούχους – περάσει ο «βαθύς» χειμώνας.
Κι ενώ η Ευρώπη έχει στραμμένο το βλέμμα της στις εξελίξεις στην Ουκρανία, υψηλόβαθμος διπλωμάτης της ΕΕ εκτιμά πως «η Ουάσιγκτον θα παραμείνει για αρκετό καιρό απασχολημένη με το Πεκίνο», τονίζοντας πως «αυτό δεν είναι καλό νέο για την Ευρώπη, η οποία εξακολουθεί να έχει ως κύριο μέλημα της τη Ρωσία».
Για την Ευρώπη το περιστατικό με το μπαλόνι έρχεται σε μια συγκυρία που θεωρείται «κακή» και «αμήχανη» για ακόμη έναν λόγο που σχετίζεται με τις απόπειρες Ευρωπαίων αξιωματούχων να προετοιμάσουν κινήσεις και πρωτοβουλίες «αναθέρμανσης» των σχέσεων της Ευρώπης με το Πεκίνο.
Ενδεικτική είναι η φερόμενη επιθυμία του Ζοζέπ Μπορέλ να σχεδιάσει ταξίδι στο Πεκίνο μέσα στον Απρίλιο, όπως και η πρόθεση του Εμανουέλ Μακρόν να συναντήσει τον Σι Τζινπινγκ στο Πεκίνο.
Από την πλευρά του ο Ράινχαρντ Μπίτκοφερ, πρόεδρος της αντιπροσωπείας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου με αρμοδιότητα τις σχέσεις με την Κίνα, στέκεται στο γεγονός ότι μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχει χαθεί ο συντονισμός ανάμεσα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, σε σχέση με την προσέγγιση των ζητημάτων που άπτονται της Κίνας.
Προσθέτει, μάλιστα, πως την ώρα που οι ΗΠΑ αυξάνουν τις πιέσεις προς το Πεκίνο, οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο και το Παρίσι επιλέγουν μια προσέγγιση πιο διστακτική. Η κατάσταση περιπλέκεται ακόμα περισσότερο εξαιτίας της απροθυμίας του Πεκίνου να ασκήσει πιέσεις στον Βλαντίμιρ Πούτιν προς την κατεύθυνση τερματισμού του πολέμου στην Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα όχι μόνο δεν συμβαίνει αυτό αλλά, σύμφωνα με τη Wall Street Journal, η Κίνα έχει αναδειχθεί σε κορυφαίο προμηθευτή ειδών διπλής χρήσης της Ρωσίας (τα οποία δύνανται να χρησιμοποιούνται τόσο για πολιτική όσο και για στρατιωτική χρήση), παρέχοντάς της στρατιωτική τεχνολογία, με τους Ευρωπαϊους ηγέτες να έχουν επανειλημμένως προειδοποιήσει το Πεκίνο να μην βοηθάει στρατιωτικά τη Μόσχα.
Πηγές του Politico, αναφέρουν πως ο κορυφαίος διπλωμάτης της Κίνας, ο Γουάνγκ Γι, εγκαταλείπει το σχέδιο επίσκεψης στις Βρυξέλλες, παρότι είναι προγραμματισμένο ταξίδι του στη Γερμανία για τη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου εντός του μήνα.
Το ερώτημα που θα κρίνει την εξωτερική πολιτική της Ευρώπης το 2023
Ως προς το ζήτημα του μπαλονιού, πάντως, η αντίδραση της Ευρώπης ήταν τυπική, με την ΕΕ να στέκεται απλώς στο δικαίωμα των ΗΠΑ να υπερασπιστούν τον εναέριο χώρο τους. Επιπλέον, ήταν λίγες οι ευρωπαϊκές χώρες που υποστήριξαν την απόφαση Μπάιντεν να καταρρίψει το μπαλόνι. Μια από αυτές ήταν η Εσθονία.
Άλλοι σύμμαχοι των ΗΠΑ, όπως ο Καναδάς – δια στόματος του Τζάστιν Τριντό – και η Νότια Κορέα επαίνεσαν ή εξέφρασαν την «κατανόηση» τους προς την επιλογή των ΗΠΑ να καταρρίψουν το μπαλόνι.
Όπως καταλήγει στο δημοσίευμά του το Politico, η εξωτερική πολιτική της ΕΕ το 2023 θα καθοριστεί από την απάντηση στο ακόλουθο ερώτημα: Τι θα είναι εκείνο που θα εξαντληθεί πιο γρήγορα; Η αναποφασιστικότητα της Ευρώπης απέναντι στην Κίνα ή η διάθεση των ΗΠΑ να συνεχίσουν να ενισχύουν αμυντικά την Ευρώπη;
Με πληροφορίες του Politico