

Του Απόστολου Τομαρά
Με στοιχεία και αριθμούς περιγράφεται η υδατική κρίση που πλήττει την Κύπρο σε ειδική έκθεση του Γενικού Ελεγκτή για την διαχείριση των υδάτινων πόρων σε συνθήκες κλιματικής αλλαγής. Οι διαπιστώσεις και τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει ο έλεγχος που διενεργήθηκε δημιουργούν τρόμο. Όπως σημειώνεται στην έκθεση «οι διαθέσιμοι φυσικοί υδάτινοι πόροι της Κύπρου, κατά κεφαλή, υπολογίζονται, κατά μέσο όρο, σε μόλις 390 κ.μ./έτος, τη στιγμή που το όριο ακραίας λειψυδρίας καθορίζεται στα 500 κ.μ./έτος και το όριο λειψυδρίας στα 1.000 κ.μ./έτος». Παράλληλα η έκθεση παρουσιάζει στοιχεία της κλιματικής αλλαγής που συντελείται και έχει ως αποτέλεσμα η Κύπρος να έχει την διπλάσια θέρμανσης σε σχέση με τον παγκόσμιο ρυθμό θέρμανσης. Στο κομμάτι διαχείρισης των υδάτινων πόρων ο Γενικός Ελεγκτής εντοπίζει σοβαρά ελλείματα με πιο σοβαρά στην άρδευση.
Αύξηση θερμοκρασίας
Με βάση επίσημα στοιχεία η Ανατολική Μεσόγειος και Μέση Ανατολή θερμαίνεται με ρυθμούς διπλάσιους σε σχέση με τον παγκόσμιο μέσο όρο. Συγκεκριμένα ο ρυθμός αύξησης της θερμοκρασίας (1981–2019) ανήλθε στο 0,45°C/δεκαετία τη στιγμή που o παγκόσμιος μέσος όρος κινήθηκε στο 0,27°C/δεκαετία. Ενδεικτική της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί είναι η αύξηση της θερμοκρασίας σε δυο πόλεις της Κύπρου. Τα τελευταία 100 χρόνια, η θερμοκρασία σε Λευκωσία και τη Λεμεσό ανήλθε σε 1,8°C και 2,9°C, αντίστοιχα, τη στιγμή που η καταγραφόμενη αύξηση στην παγκόσμια μέση θερμοκρασία (1906–2005) υπολογίζεται σε 0,74°C.
Προβλέψεις
Ιδιαίτερα απαισιόδοξες είναι οι προβλέψεις της ειδικής έκθεσης η οποία προβλέπει αύξηση σε ακραίες καταγραφές θερμοκρασιών.
Συγκεκριμένα:
-Καύσωνες: +8 έως 12 ημέρες/δεκαετία
-Καλοκαιρινές ημέρες: +έως 8 ημέρες/δεκαετία
-Τροπικές νύχτες: +έως 13 νύχτες/δεκαετία
-Αύξηση ημερών με ≥ 40°C
-Μείωση ημερών με ≤ 0°C
Επιπτώσεις
Οι προϋποθέσεις ερημοποίησης δημιουργούν αλυσιδωτές επιπτώσεις στους διαθέσιμους υδάτινους πόρους τόσο για ύδρευση όσο και άρδευση. Όπως συνοψίζει η έκθεση θα σημειωθεί:
-Μη επάρκεια φυσικών υδάτινων πόρων: Κατά τα έτη 2010, 2013–17, 2020–22 καταγράφηκε μη επάρκεια των φυσικών υδάτινων πόρων για ικανοποίηση των αναγκών. Για τα έτη 2013, 2014, 2017 οι ανάγκες δεν καλύφθηκαν πλήρως ούτε με το παραγόμενο αφαλατωμένο και ανακυκλωμένο νερό.
-Εξάντληση & Υφαλμύρινση Υδροφορέων: Υπεράντληση σε 14 από 22 Συστήματα Υδροδότησης (ΣΥΥ), Υφαλμύρινση (θαλάσσια διείσδυση) σε επτά από 22 ΣΥΥ. Οι παράκτιοι υδροφορείς είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι.
-Επιπτώσεις στις ροές ποταμών και τη διείσδυση νερού στα υπόγεια ύδατα.
-Απώλεια νερού και ποιοτική υποβάθμιση των ΣΥΥ.
-Αύξηση εξατμισοδιαπνοής: ευτροφισμός, ρύπανση
-Βιοποικιλότητα: μείωση γλυκού νερού, καταστροφή οικοσυστημάτων, εξάπλωση εισβολικών ειδών
-Μειωμένη γεωργική παραγωγικότητα λόγω: Ξηρασίας, ακραίων καιρικών φαινομένων, υποβάθμισης εδαφών.
Διαθεσιμότητα
Η πληθυσμιακή αύξηση, το βιοτικό επίπεδο, και ο τουρισμός είναι οι τρείς κυριότεροι παράγοντες που αύξησαν την ζήτηση νερού. Κατά την περίοδο 2019–2023 καταγράφηκε αύξηση στη ζήτηση νερού για ύδρευση συνολικού ύψους 14,8% (+3,5%/έτος). Η έκθεση διαπιστώνει επιδείνωση των ήδη περιορισμένων ποσοτήτων και της ποιότητας του νερού (2021-2050 σε σύγκριση με 2000-2010). Συνέχιση της πτωτικής τάσης της στάθμης των υπόγειων υδάτων λόγω μειωμένης , βροχόπτωσης και αυξημένης εξάτμισης, μείωση της αναπλήρωσης των υπόγειων υδάτων λόγω αλλαγής στην αποτελεσματική βροχόπτωση και τη διάρκεια της περιόδου επαναφόρτισης. Επί του εδάφους προβλέπεται μείωση της απορροής ποταμών στην περιοχή Τροόδους (14% έως 30% για μείωση βροχόπτωσης 6% έως 15%). Και αναμενόμενη μείωση της μέσης ετήσιας εισροής στα φράγματα κατά 23% (2021-2050 σε σύγκριση με 1971-2000), παρά τη μικρότερη εκτιμώμενη μείωση της βροχόπτωσης (5%).
Ποιότητα νερού
Οι ακραίες κλιματικές αλλαγές και οι επιπτώσεις θα αφήσουν το αποτύπωμά τους και στην ποιότητα του διαθέσιμου νερού. Η έκθεση διαπιστώνει «υποβάθμιση της ποιότητας των επιφανειακών (μέτρια έως υψηλή) και υπόγειων (υψηλή έως πολύ υψηλή) υδάτινων σωμάτων, λόγω μειωμένης βροχόπτωσης, αυξημένων περιόδων ξηρασίας, έντονων βροχοπτώσεων, αύξησης της θερμοκρασίας του νερού, ανόδου της στάθμης της θάλασσας και χαμηλής απορροής. Τα υδάτινα σώματα που ήδη βρίσκονται σε κακή ποιοτική κατάσταση είναι ακόμα πιο ευάλωτα στις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή». Ωστόσο οι επιπτώσεις λαμβάνουν ευρύτερες προεκτάσεις. Εντοπίζεται:
-Κίνδυνος υλικών ζημιών και διακοπής λειτουργίας των υποδομών (μονάδων αφαλάτωσης και επεξεργασίας λυμάτων) που βρίσκονται στις παράκτιες περιοχές, λόγω έντονων βροχοπτώσεων και ανόδου της στάθμης της θάλασσας.
-Επιπτώσεις από την αυξημένη παραγωγή αφαλατωμένου νερού στο ενεργειακό ισοζύγιο.
-Αύξηση του απαιτούμενου κόστους λειτουργίας και συντήρησης των υποδομών λόγω ανόδου της στάθμης της θάλασσας και πιθανή ανάγκη για νέες επενδύσεις.
-Ευπάθεια των υποδομών σε ζημιές από πλημμύρες (αστικές και θαλάσσιες) και κατολισθήσεις.
-Ανάγκη για λήψη προστατευτικών μέτρων από το κράτος για τις πλημμύρες (έργα προστασίας ακτών, αλιευτικά καταφύγια, φράγματα, συστήματα βιώσιμης αστικής αποχέτευσης)
Συμπεράσματα – υποδείξεις
Προς αντιμετώπισης της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί η ειδική έκθεση βάζει στο τραπέζι τη λήψη συγκεκριμένων δράσεων και μέτρων με την επισήμανση πως η Κυπριακή Δημοκρατία έχει λάβει σημαντικά μέτρα για τη διαχείριση των υδάτινων πόρων μέσω κατασκευής υποδομών (φράγματα, αφαλατώσεις, επεξεργασία λυμάτων). Υποδεικνύει πως η χρήση αφαλάτωσης έχει καταστεί κρίσιμη για την ύδρευση, αντισταθμίζοντας τις επιπτώσεις της μειωμένης βροχόπτωσης. Υπάρχουν αδυναμίες στην ολοκληρωμένη διαχείριση των υδάτινων πόρων (κατακερματισμός, έλλειψη διασύνδεσης), η τιμολογιακή πολιτική δεν αξιοποιείται πλήρως ως μέτρο για βιώσιμη χρήση. Η εφαρμογή στρατηγικών και σχεδίων όπως το Σχέδιο Διαχείρισης Ξηρασίας (ΣΔΞ) παρουσιάζει καθυστερήσεις και δεν αξιοποιείται πλήρως για τη βέλτιστη λειτουργία των υποδομών. Υπάρχει αναγνώριση της ανάγκης για βελτίωση της αποδοτικότητας, μείωση του κόστους και αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις μονάδες αφαλάτωσης. Η αξιοποίηση του ανακυκλωμένου νερού έχει περιθώρια βελτίωσης.
Δείτε ολόκληρη την έκθεση εδώ