REUTERS, A.P.
«Ελπίζουμε ότι δεν θα γίνουμε θύμα της κομματικής διαμάχης που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή την εποχή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτός είναι ο φόβος μας, γιατί στηριζόμαστε σε πολύ μεγάλο βαθμό όχι μόνο στην αμερικανική στρατιωτική βοήθεια αλλά και στον ηγετικό ρόλο των ΗΠΑ για την εξασφάλιση στήριξης από άλλα έθνη». Με αυτά τα λόγια περιέγραφε τις ανησυχίες της για τις επιπτώσεις των αμερικανικών εκλογών στο Ουκρανικό η Ιβάνα Κλίμπους-Τσιντσάντζε, πρώην αντιπρόεδρος της ουκρανικής κυβέρνησης. Αν και οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης Ζελένσκι εκφράζουν δημοσίως την πεποίθηση ότι η διακομματική υποστήριξη των αμερικανικών πολιτικών ελίτ στη χώρα τους είναι ακλόνητη και ότι τίποτα ουσιώδες δεν θα αλλάξει από μια ήττα των Δημοκρατικών στο Κογκρέσο, όλοι συνειδητοποιούν ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά.
Πρόσφατα, ο μέχρι χθες αρχηγός των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων και πιθανότατα ο επόμενος πρόεδρος του Σώματος (στη θέση της Νάνσι Πελόζι) Κέβιν Μακάρθι τόνιζε ότι «δεν θα υπάρξει λευκή επιταγή» προς την Ουκρανία από τη στιγμή που το κόμμα του θα κερδίσει την πλειοψηφία. Όπως αναφέρει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Ουκρανίας Πάβλο Κλίμκιν στην ιστοσελίδα Politico, ο κύριος φόβος του Κιέβου δεν είναι ότι οι Ρεπουμπλικανοί θα εφαρμόσουν μια πιο διαλλακτική πολιτική έναντι της Ρωσίας σε σύγκριση με τους Δημοκρατικούς, αλλά ότι και στα δύο κόμματα έχει αρχίσει να επιδρά η «κόπωση με το Ουκρανικό». Κάτι που εκφράζεται με αυξανόμενη γκρίνια για το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δαπανούν πολύ μεγάλα ποσά, διπλάσια από εκείνα που δαπανά η Ε.Ε. για τη βοήθεια στην Ουκρανία. Από την πλευρά τους οι Financial Times επισημαίνουν έναν άλλον παράγοντα που μπορεί να περιπλέξει τα πράγματα: το πολύ ισχυρό ενδεχόμενο μια ρεπουμπλικανική πλειοψηφία στο Κογκρέσο να ανοίξει έρευνα για τις οικονομικές δοσοληψίες του γιου του Αμερικανού προέδρου Χάντερ Μπάιντεν στην Ουκρανία και την Κίνα, υποστηρίζοντας ότι έβλαψε την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ. Μια έρευνα που μόνο θετικά δεν θα δρούσε για την ουκρανική υπόθεση.
Ως ένδειξη της «κόπωσης με το Ουκρανικό» ερμηνεύθηκε στο Κίεβο το πρόσφατο δημοσίευμα της Washington Post, σύμφωνα με το οποίο η Ουάσιγκτον ενθαρρύνει κατ’ ιδίαν την κυβέρνηση Ζελένσκι να εμφανιστεί ανοιχτή στη διαπραγμάτευση με τη Μόσχα. Η απάντηση του Μιχαΐλο Ποντόλιακ, συμβούλου του προέδρου Ζελένσκι, ήρθε σε δραματικούς τόνους: «Διαπραγμάτευση με τον Πούτιν θα σήμαινε υποχώρηση και δεν πρόκειται να του κάνουμε αυτό το δώρο… Θα συνεχίσουμε να παλεύουμε ακόμη κι αν κάποιοι μας μαχαιρώσουν πισώπλατα», δήλωσε ο Ουκρανός αξιωματούχος. Ο ίδιος ο Ζελένσκι δήλωσε ότι ποτέ δεν ήταν εναντίον των συνομιλιών, επέμεινε όμως ότι προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή τους είναι η αποκατάσταση της ουκρανικής εδαφικής ακεραιότητας, η καταβολή πολεμικών αποζημιώσεων από τη Ρωσία και η δίωξη των υπαιτίων για εγκλήματα πολέμου.
Ρωσικές απώλειες
Στο μεταξύ, αίσθηση προκάλεσε η διάψευση από το ρωσικό υπουργείο Αμυνας ανοιχτής επιστολής πεζοναυτών που είχαν καταγγείλει μεγάλες απώλειες, της τάξης των εκατοντάδων ανδρών, για μια «ακατανόητη» επίθεση στην ανατολική Ουκρανία. Η ασυνήθιστη αυτή κίνηση της ρωσικής κυβέρνησης θεωρήθηκε ένδειξη της μεγάλης απήχησης που έχουν στην κοινή γνώμη οι σωρευόμενες καταγγελίες για τις απώλειες στο πεδίο της μάχης και τα λάθη της στρατιωτικής ηγεσίας. Τέλος, η Βόρεια Κορέα διέψευσε κατηγορηματικά τις αμερικανικές καταγγελίες σύμφωνα με τις οποίες εφοδιάζει τη Ρωσία με πυρομαχικά για τον πόλεμο στην Ουκρανία.