ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ουκρανική κρίση: Οι διπλωματικές πιέσεις της Δύσης και η στρατηγική του Πούτιν

«Όπως και να το δεις, υπάρχει ελάχιστη αγάπη ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ». Κάπως έτσι ξεκινά την ανάλυση του το εξειδικευμένο στις διεθνείς σχέσεις Gzero

Kathimerini.gr

«Όπως και να το δεις, υπάρχει ελάχιστη αγάπη ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ». Κάπως έτσι ξεκινά την ανάλυση του το εξειδικευμένο στις διεθνείς σχέσεις Gzero, χαρακτηρίζοντας την έως τώρα προσπάθεια της Δύσης να προσεγγίσει τη Ρωσία αποτυχημένη.

Η ανάλυση σημειώνει ότι οι συναντήσεις ανάμεσα σε υψηλόβαθμους αξιωματούχους το τελευταίο διάστημα οδήγησαν σε περαιτέρω στασιμότητα, ενώ την ίδια ώρα αυξήθηκαν οι αναφορές ότι ο Πούτιν φτάνει όλο και πιο κοντά στην απόφαση στρατιωτικής επέμβασης.

Σύντομη ανακεφαλαίωση: Μια τηλεφωνική συνομιλία -το περασμένο Σάββατο- μεταξύ των προέδρων Μπάιντεν και Πούτιν φάνηκε να μην έχει το αναμένομενο βάθος, με τον Αμερικανό ηγέτη να προειδοποιεί για «σοβαρό κόστος» τον Ρώσο ομόλογο του, σε περίπτωση εισβολής.

Είχε πρηγηθεί η συνάντηση του Ρώσου υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ με τη Βρετανίδα ομόλογό του, Λιζ Τρας. Ο Λαβρόφ χαρακτήρισε την επαφή ως συνομιλία μεταξύ «κωφών». Εν τω μεταξύ, ο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος προσπάθησε να εμφανιστεί ως ο κύριος εκφραστής της Ευρώπης, σημείωσε μικρή πρόοδο στις συνομιλίες του με το Κρεμλίνο.

Το Gzero διερωτάται: Γιατί λοιπόν η διπλωματία δείχνει να παραπαίει; Μια σύντομη απάντηση είναι ότι η Ρωσία και η Δύση δεν μιλάνε την ίδια γλώσσα «αγάπης». Την ώρα που η Ρωσία ενίσχυσε τις στρατιωτικές της δυνάμεις σε ολόκληρη την Ανατολική Ευρώπη τις τελευταίες εβδομάδες, Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ηγέτες βασίζονται στις δυτικές αξίες στην προσπάθεια τους να αλλάξουν τη συμπεριφορά του Κρεμλίνου.

Ο Μπάιντεν υποστηρίζει ότι μια πιθανή εισβολή θα καταστήσει τη Μόσχα διεθνή παρία. Από την πλευρά της, η Τρας διαμήνυσε ότι «η Ρωσία πρέπει να τηρήσει τις διεθνείς δεσμεύσεις που έχει αναλάβει». Ωστόσο, μια τέτοια ρητορική σχετικά με τη διεθνή τάξη -που βασίζεται σε κανόνες- δεν είναι, λέει το Gzero, ο τρόπος να προσεγγίσεις τη Ρωσία: ο Πούτιν – η πολιτική του οποίου επικεντρώνεται στην αποκατάσταση του ελέγχου στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη – δεν ενδιαφέρεται για τη διεθνή τάξη που ηγούνται οι ΗΠΑ. Είναι απίθανο να επηρεαστεί με επικλήσεις σε κανόνες και αξίες που θεμελιώθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ορισμένοι εκτιμούν ότι το Κρεμλίνο είναι έτοιμο για μετωπική με τη Δύση. «Ο Πούτιν προετοιμάζει τη χώρα, συμπεριλαμβανομένης της οικονομίας, για κάποιου είδους μακροπρόθεσμη αντιπαράθεση με τη Δύση», λέει ο Τζόσουα Γιάφα, ανταποκριτής του New Yorker στη Μόσχα. Επισημαίνει τη συσσώρευση αποθεματικού κεφαλαίου 630 δισεκατομμυρίων δολαρίων, «το οποίο θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως μαξιλάρι ασφαλείας για το ρούβλι από τις συναλλαγματικές κρίσεις» εάν η Ουάσιγκτον προχωρήσει σε κυρώσεις προς τα ρωσικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.

Το Gzero συνεχίζει τις ερωτήσεις: Τελικά η Δύση γαυγίζει αλλά δεν δαγκώνει;

Ο Μπάιντεν έχει επανειλημμένα τονίσει ότι δεν θα στείλει αμερικανικά στρατεύματα για να υπερασπιστούν την Ουκρανία. Για μήνες, ο Λευκός Οίκος κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τον επείγοντα χαρακτήρα της ρωσικής απειλής, ενώ ταυτόχρονα κατέστησε γνωστά τα όρια του. Αυτή η δυναμική ενθάρρυνε τον Πούτιν να αυξήσει τις στρατιωτικές δυνάμεις γύρω από την Ουκρανία αντί να υποχωρήσει.

Η ανάλυση σημειώνει τα εξής: Ο Μπάιντεν έχει απειλήσει τη Ρωσία με νέες οικονομικές κυρώσεις εάν η Μόσχα εισβάλλει στην Ουκρανία. Ωστόσο, η διχογνωμία ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ευρώπη σχετικά με το πώς θα απαντήσουν στη ρωσική επιθετικότητα ενίσχυσε την άποψη του Πούτιν για την αδυναμία της Δύσης.

Το Κρεμλίνο γνωρίζει ότι τα ανταγωνιστικά συμφέροντα –συμπεριλαμβανομένης της μεγάλης εξάρτησης ορισμένων ευρωπαϊκών κρατών από τα ρωσικά εμπορεύματα– καθιστούν πολύ δύσκολο για τη Δύση να συντονίσει μια ενιαία απάντηση.

Λαμβάνοντας υπόψη την προφανή απροθυμία ορισμένων δυτικών συμμάχων να αντιμετωπίσουν περαιτέρω τη Ρωσία, μπορούν οι ΗΠΑ να προχωρήσουν μόνες; Δεδομένης της κυριαρχίας της Ουάσιγκτον στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, ο Γιάφα πιστεύει ότι η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει πρόσβαση σε ορισμένες «πυρηνικές επιλογές» που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρή βλάβη στη ρωσική οικονομία. Αλλά «στο βαθμό που η δυτική απάντηση είναι αξιόπιστη και ανθεκτική μακροπρόθεσμα», προσθέτει, «η Ουάσιγκτον χρειάζεται να προχωρήσει ενωμένη» με τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς επισκέπτεται την Ουκρανία και τη Ρωσία – Δευτέρα και Τρίτη, αντιστοίχως. Δεδομένου του τι διακυβεύεται στις γερμανο-ρωσικές σχέσεις –ιδιαίτερα το μέλλον του αγωγού Nord Stream 2– ο Πούτιν ενδέχεται να προσπαθήσει να βρει κάποιο κοινό έδαφος με τον Γερμανό ηγέτη.

Ό,τι κι αν συμβεί, η διπλωματική απόπειρα του Σολτς θα φωτίσει τα δύο μελλοντικά ενδεχόμενα: Είτε θα βρεθεί διπλωματική λύση στην κρίση ή αυτή θα αποτύχει τις επόμενες ημέρες.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση

Ποιες ανατροπές προοιωνίζεται για το εσωτερικό των ΗΠΑ, αλλά και την εξωτερική πολιτική, μια κυβέρνηση που σχηματίζεται ...
Kathimerini.gr
 |  ΚΟΣΜΟΣ
X