Kathimerini.gr
Οι προετοιμασίες για την άφιξη του Ντόναλντ Τραμπ στο δικαστικό μέγαρο του νότιου Μανχάταν είχαν ξεκινήσει εδώ και μία εβδομάδα.
Ανώτατοι αξιωματικοί της αστυνομίας και στελέχη της ομοσπονδιακής εισαγγελίας ετοιμάζονταν πυρετωδώς για την απαγγελία κατηγοριών, με ενισχυμένες περιπολίες στη συνοικία, αλλά και γύρω από τον Πύργο Τραμπ στην Παρκ Αβενιου.
Ένοπλοι πράκτορες της Μυστικής Υπηρεσίας, επιφορτισμένοι σύμφωνα με τον νόμο με την προστασία της ζωής και της σωματικής ακεραιότητας κάθε πρώην προέδρου, αναμένεται να συνοδεύσουν τον κατηγορούμενο σε κάθε βήμα της διαδικασίας σύλληψής του.
Παρότι οι κατηγορούμενοι για κακουργήματα πρέπει να προσάγονται φορώντας χειροπέδες, η εισαγγελία ενδέχεται να απαλλάξει τον Τραμπ από την υποχρέωση αυτή, σε ένδειξη σεβασμού στον προεδρικό θώκο που κάποτε κατείχε.
Μετά την επίσημη απαγγελία κατηγοριών, είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Τραμπ θα απελευθερωθεί χωρίς περιοριστικούς όρους. Το σενάριο αυτό βασίζεται, όμως, στην προθυμία του Τραμπ να παραδοθεί, κάτι που δεν συνάδει με την εριστική ψυχοσύνθεσή του.
Την ίδια στιγμή, ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον Ντε Σάντις, έχει δηλώσει ότι εάν ο Τραμπ αρνηθεί να παραδοθεί, «η Φλόριντα δεν θα εξυπηρετήσει αίτημα της Νέας Υόρκης για έκδοση του τέως προέδρου».
Η δίωξη του Τραμπ στηρίχθηκε στην ομολογία του πρώην δικηγόρου του, Μάικλ Κοέν, για καταβολή χρηματικού ποσού ύψους 130.000 δολαρίων στην πρώην πορνοστάρ Στόρμι Ντάνιελς κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2016, προκειμένου αυτή να αποκρύψει εξωσυζυγική σχέση που είχε συνάψει με τον Τραμπ.
Το 2018, ο Κοέν δήλωσε ένοχος για παραβίαση της ομοσπονδιακής νομοθεσίας προεκλογικών δαπανών, καθώς τα χρήματα που εξαγόρασαν τη σιωπή της πορνοστάρ χαρακτηρίστηκαν από τη δικαιοσύνη «παράνομες προεκλογικές δαπάνες». Λίγες ημέρες μετά την ομολογία του Κοέν, η ομοσπονδιακή εισαγγελία της Νέας Υόρκης εγκαινίασε δική της έρευνα γύρω από την υπόθεση.
Στην ομολογία του, ο Κοέν κατονόμασε τον Τραμπ ως εντολέα της πληρωμής της Στόρμι Ντάνιελς, ισχυρισμό τον οποίο επιβεβαίωσε η εισαγγελική έρευνα.
Η καταδίκη του τέως προέδρου δεν πρέπει, όμως, να θεωρείται ειλημμένη υπόθεση. Νομικοί κύκλοι εξηγούν ότι οι εισαγγελείς της Νέας Υόρκης δεν έχουν συνδυάσει ποτέ στο κατηγορητήριό τους δίωξη για πλαστογραφία ισολογισμού (η πληρωμή προς την Ντάνιελς δηλώθηκε ως δαπάνη της προεκλογικής εκστρατείας Τραμπ) με παράβαση της πολιτειακής νομοθεσίας για προεδρικές εκστρατείες.
Καθώς η εισαγγελία βρίσκεται τώρα σε αχαρτογράφητα νερά, ο αρμόδιος δικαστής μπορεί να χαρακτηρίσει τα στοιχεία ανεπαρκή για τη στοιχειοθέτηση κακουργήματος, υποβαθμίζοντας το κατηγορητήριο σε αδικήματα πταισματικού χαρακτήρα.
Ακόμη και εάν το κατηγορητήριο μείνει ως έχει, το κακούργημα για το οποίο κατηγορείται ο Τραμπ δεν πρόκειται να τον οδηγήσει στις φυλακές, παρότι το αδίκημά του τιμωρείται ακόμη και με τέσσερα χρόνια φυλάκισης.
Η ομοσπονδιακή δικαιοσύνη, αν και αυστηρότερη από την πολιτειακή, σπάνια φυλακίζει καταδικασθέντες για οικονομικά εγκλήματα, με την εξαίρεση προβεβλημένων κατηγορούμενων όπως αυτή του απατεώνα χρηματιστή Μπέρνι Μέιντοφ.