ΣΤΙΒΕΝ ΕΡΛΑΝΓΚΕΡ / THE NEW YORK TIMES
Αν και η προοπτική της ειρήνευσης φαντάζει ακόμη μακρινή, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη ήδη συζητούν για το πώς θα μπορέσουν να εγγυηθούν την ασφάλεια της Ουκρανίας όταν τελικά παύσει ο πόλεμος. Η περίπτωση της Δυτικής Γερμανίας ίσως να αποτελεί ένα μοντέλο, πάνω στο οποίο μπορούν να πατήσουν τα μελλοντικά σχέδια.
Παρά τη διχοτόμησή της και τον ιδιαίτερο ρόλο της ως χώρας ανάμεσα σε δύο οπλισμένες με πυρηνικά υπερδυνάμεις, η Δυτική Γερμανία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ το 1955. Χωρίς να εγκαταλείψει ποτέ την επιδίωξη της επανένωσης, η οποία τελικά ήρθε το 1989, επέλεξε να ωφεληθεί από την προστασία των συμμάχων κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας, όλα θα κριθούν από την εικόνα που θα έχει το μέτωπο μετά την επερχόμενη ουκρανική αντεπίθεση. Εάν τα κέρδη είναι ικανοποιητικά, δεν αποκλείεται να επιστρέψει η συζήτηση γύρω από μια ανακωχή ακόμη και γύρω από τη λήξη του πολέμου. Καθώς η ετήσια σύνοδος του ΝΑΤΟ πλησιάζει, πολλές είναι οι χώρες-μέλη που συζητούν τι μπορούν να προτείνουν στον πρόεδρο Ζελένσκι, ο οποίος ζητάει επίμονα κάποια διαβεβαίωση για τη μελλοντική ένταξη της χώρας του στη Συμμαχία. Ολοι συμφωνούν ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή η χώρα δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελεί απροσπέλαστο εμπόδιο.
Η Γερμανία αποτελεί παράδειγμα αποδοχής από το ΝΑΤΟ μιας χώρας με «σημαντικά και άλυτα εδαφικά ζητήματα» και μια μορφή εχθρικής κατοχής, δήλωσε η Αντζελα Στεντ, συγγραφέας του βιβλίου «Ο κόσμος του Πούτιν».
Παγωμένη σύγκρουση
«Οταν η Δυτική Γερμανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, υπήρχε αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε παγωμένη σύγκρουση», είπε. «Και όμως, θεωρήθηκε πολύ σημαντικό να αγκυροβολήσει στη Συμμαχία. Οι Ρώσοι διαμαρτυρήθηκαν γι’ αυτό και είπαν ότι ήταν πολύ επικίνδυνο, αλλά ήταν αδύναμοι να το αποτρέψουν», πρόσθεσε. Ο τότε καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ επέλεξε την ασφάλεια αντί για τα εδαφικά κέρδη και οι Γερμανοί τον τίμησαν με επανεκλογή.
Η Ουκρανία είναι, βεβαίως, διαφορετική περίπτωση. Οταν η Δυτική Γερμανία εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ, δεν βρισκόταν σε πόλεμο με την Ανατολική κι, επιπλέον, αμφότερες οι χώρες ήταν διεθνώς αναγνωρισμένες. Αν και η επιθυμία της ένωσης παρέμενε, η πραγματικότητα ήταν πως τα σύνορα που χαράχθηκαν συνεπεία των μαχών του πολέμου, δεν ήταν εύκολο να αλλάξουν. Οπως υποστηρίζουν ο Τσαρλς Κούπτσαν και ο Ρίτσαρντ Χάας με άρθρο τους στο Foreign Affairs, δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό η πολυαναμενόμενη αντεπίθεση να διώξει εντελώς τους Ρώσους από το έδαφος της Ουκρανίας και οι Ουκρανοί φοβούνται πως μια κατάπαυση του πυρός έπειτα από αυτή τη φάση θα έχει ως αποτέλεσμα ένα διαρκές κύμα ανησυχίας. «Μια ανακωχή δεν είναι σε καμία περίπτωση λήξη του πολέμου. Είναι απλώς μια παρατεταμένη αναμονή μέχρι να αρχίσει ξανά», επισημαίνουν.
«Η μόνη εγγύηση ασφαλείας για την Ουκρανία είναι η ένταξη στο ΝΑΤΟ», δήλωνε προ εβδομάδων η Κάγια Κάλας, πρωθυπουργός της Εσθονίας. «Ο λόγος που εμείς δεν έχουμε πόλεμο με τη Ρωσία ενώ συνορεύουμε, είναι επειδή είμαστε μέλη της Συμμαχίας», συμπλήρωνε, ενώ δεν έκρυψε πως το να έχει η Δύση την Ουκρανία στους κόλπους του ΝΑΤΟ είναι «πάρα πολύ πιο φθηνό» από το να πρέπει να εξοπλίζει πλήρως τη χώρα κάθε 50 χρόνια.