ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

«Μήπως να κολλήσουμε την Όμικρον και να τελειώνουμε;» Καλύτερα όχι, λένε οι ειδικοί

«Εάν είστε εμβολιασμένοι, η Όμικρον μπορεί να μην σας αρρωστήσει βαριά, αλλά μην υπολογίζετε ότι θα σας κάνει και άτρωτους», σημειώνει το αμερικανικό the Atlantic

Kathimerini.gr

Ας πούμε ότι είστε εμβολιασμένοι και ότι ως εμβολιασμένοι κολλάτε τη μετάλλαξη Όμικρον. Η νόσηση με την Όμικρον το πιο πιθανό είναι ότι πως δεν θα σας «γονατίσει», χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει απαραιτήτως ότι θα την περάσετε και ήπια. Μην είστε απολύτως σίγουροι ωστόσο ότι από την άλλη πλευρά, στον αντίποδα, η Όμικρον θα σας χαρίσει – σε συνδυασμό με τα εμβόλια – κάποια «σούπερ ανοσία».

«Εάν είστε εμβολιασμένοι, η Όμικρον μπορεί να μην σας αρρωστήσει βαριά, αλλά μην υπολογίζετε ότι θα σας κάνει και άτρωτους», σημειώνει το αμερικανικό the Atlantic.

«Μήπως να κολλήσουμε την Όμικρον και να τελειώνουμε;» Αυτό είναι το ερώτημα που προκαλεί πια προβληματισμό στις τάξεις των εμβολιασμένων και σχετικά σε αυτό το ερώτημα το Atlantic επιχειρεί να δώσει απαντήσεις.

Όντως, νοσήσεις και εμβόλια διαμορφώνουν το πλαίσιο για την ενίσχυση του τείχους της ανοσίας. Με δεδομένο, δε, ότι τα εμβόλια βασίστηκαν σε παλαιότερες μεταλλάξεις του κορωνοϊού, η νόσηση με Όμικρον θα μπορούσε ενδεχομένως να θεωρηθεί ότι «διευρύνει την ανοσία» («broaden the immune response»), όπως σημειώνει ο Ρίσι Γκοέλ, ανοσολογός στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια.

Ωστόσο, το ανοσοποιητικό δεν ανταποκρίνεται ακριβώς κατά τον ίδιο τρόπο (στους ιδίους χρόνους, για τα ίδια χρονικά διαστήματα και με την ίδια ισχύ) από άνθρωπο σε άνθρωπο, ενώ οι περισσότεροι δεν μπορούν να πουν με βεβαιότητα από ποια ακριβώς μετάλλαξη του κορωνοϊού έχουν μολυνθεί. «Ο βαθμός της ετερογένειας στις ανοσολογικές αντιδράσεις των ανθρώπων είναι απλά εντυπωσιακός», σημειώνει χαρακτηριστικά η Τάια Ουάνγκ, ανοσολόγος στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ.

«Ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο, στο οποίο μια λοίμωξη μετά τον εμβολιασμό υπερτροφοδοτεί τις ανοσολογικές αποκρίσεις ενός εμβολιασμένου, η ανθεκτικότητα των επιπτώσεων εξακολουθεί να είναι κάτι σαν τζόκερ», σημειώνει η Κάθριν Γου, επιστημονική συντάκτρια του Atlantic.

Ακόμη και με τον εμβολιασμό, καμία νόσηση δεν είναι σίγουρο ότι θα είναι «ήπια». Η Όμικρον μπορεί να είναι λιγότερο πιθανό από τη Δέλτα να στείλει κάποιον στο νοσοκομείο, αλλά κανείς δεν μπορεί να επιλέξει εκ των προτέρων ποια μετάλλαξη του ιού θα κολλήσει ή σε ποιον θα τη μεταδώσει, ενώ παράλληλα υπάρχει και η ανησυχία του μακροχρόνιου long Covid που προβληματίζει.

Σύμφωνα με άρθρο της ιστοσελίδας «The Atlantic», υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι που πρέπει να προσέχουμε ώστε να μην μολυνθούμε από κορωνοϊό αυτό τον χειμώνα:

1. Για να μην αυξηθεί περαιτέρω η πίεση στα νοσοκομεία

Οι υγειονομικοί εργαζόμενοι είναι ήδη εξουθενωμένοι και στις ΗΠΑ είναι πολλοί αυτοί που υποβάλλουν παραίτηση. Αυτό θα μπορούσε να επιβαρύνει ακόμη περισσότερα τα συστήματα Υγείας, κάτι που θα επηρέαζε όχι μόνο τους ασθενείς με Covid αλλά και οποιονδήποτε χρειαστεί νοσηλεία.

2. Οι αποτελεσματικές θεραπείες δεν είναι ακόμα εδώ

«Το πολύ αποτελεσματικό χάπι της Pfizer έλαβε έγκριση από τον FDA, αλλά οι προμήθειες είναι περιορισμένες», τονίζεται στο άρθρο. «Αυτή τη στιγμή, η μόνη θεραπεία μονοκλωνικών αντισωμάτων που λειτουργεί κατά της Όμικρον είναι η sotrovimab, της οποίας οι προμήθειες είναι επίσης λιγοστές».

Όσο περισσότερο καιρό καταφέρουμε να παραμείνουμε ασφαλείς απέναντι στον ιό, τόσο περισσότερος χρόνος θα υπάρχει ώστε να καταστούν διαθέσιμες οι εν λόγω θεραπείες.

3. Η μόλυνση δεν εγγυάται προστασία από επαναμόλυνση

Δεν είναι ότι απλά «κολλήσαμε και αυτό ήταν».

«Κανένας συνδυασμός εμβολίων ή παραλλαγών του ιού δεν μπορεί να προσφέρει απόλυτη ασφάλεια απέναντι σε νέα λοίμωξη από τον SARS-CoV-2», σημειώνεται στο άρθρο. «Η ανοσία, είτε έχει αποκτηθεί μέσω εμβολιασμού είτε μέσω μόλυνσης, θα λειτουργεί πάντα μέχρι έναν βαθμό και όχι απόλυτα».

Το πιο πιθανό είναι πως όλοι κάποια στιγμή θα νοσήσουν με κορωνοϊό. Ωστόσο, θα ήταν ολέθριο να νοσήσουν όλοι ταυτόχρονα, όπως σημειώνει στο άρθρο του το Atlantic.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Κόσμος: Τελευταία Ενημέρωση