Τάσος Ντάφλος
Μετά από περίπου τρία χρόνια υιοθέτησης της στρατηγικής «μηδενικής Covid» στην Κίνα, ο Σι Τζινπίνγκ πήρε μια απότομη στροφή και άφησε τον λαό να… αυτοσχεδιάσει.
Ο Σι είχε ποντάρει τη φήμη του πάνω στην εν λόγω στρατηγική, όμως η δυσαρέσκεια του πληθυσμού και οι διαδηλώσεις που ξέσπασαν στη χώρα είχαν ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψή της.
Ο Σι είχε αντιπαραβάλει την αρχική του επιτυχία κατά της Covid με το «χάος της Δύσης»
Σήμερα, ο Σι έχει αφήσει τους αξιωματούχους να προσπαθούν μόνοι τους να διαχειριστούν την έκρυθμη κατάσταση και τη διάχυτη αβεβαιότητα.
Χωρίς σχέδιο η έξοδος από τη «zero Covid»
Τα κρατικά ΜΜΕ έχουν παρουσιάσει την εν λόγω «στροφή» ως στρεσογόνα αλλά ορθώς διαμορφωμένη, και αναφέρουν ότι ανοίγει τον δρόμο της βελτίωσης της οικονομικής κατάστασης. Οι προειδοποιήσεις για τους κινδύνους του κορωνοϊού έχουν ξαφνικά εξαφανιστεί και έχουν αντικατασταθεί από ισχυρισμούς ότι η παραλλαγή «Όμικρον» είναι γενικώς ήπια.
Στην πραγματικότητα, όμως, η κατάσταση που επικρατεί σε διάφορες περιοχές της χώρας μαρτυρά πως η κυβέρνηση βρέθηκε στην πραγματικότητα αντιμέτωπη με μια αύξηση ξεσπασμάτων του ιού, μία σύγχυση των πολιτών σε ό,τι αφορά τις νέες κατευθυντήριες γραμμές και με ένα ζοφερό οικονομικό κλίμα.
Υπενθυμίζεται ότι ο Σι είχε αντιπαραβάλει την αρχική του επιτυχία κατά της Covid με το «χάος της Δύσης», χρησιμοποιώντας αυτή τη σύγκριση ως απόδειξη για μία «άνοδο» της Κίνας. Παράλληλα, όμως, φαίνεται πως δεν είχε κάποιο σχέδιο για μια ελεγχόμενη έξοδο από τη «zero Covid», αφήνοντας τον σαστισμένο κινεζικό λαό να αυτοσχεδιάζει μετά από χρόνια αυστηρών περιορισμών.
Η κυβέρνηση εργάζεται πυρετωδώς για την έγκριση εμβολίων καθώς και για την απόκτηση δυτικών σκευασμάτων, τα οποία είχε στο παρελθόν απορρίψει. Οι αξιωματούχοι πασχίζουν να συγκεντρώσουν πόρους προκειμένου να διαχειριστούν την έκρηξη των μολύνσεων.
Ακόμα και το Κομμουνιστικό Κόμμα, το οποίο είχε συνήθως τον έλεγχο του αφηγήματος που παρουσιαζόταν στον λαό, δυσκολεύεται να παρουσιάσει τη νέα πολιτική ως μια ορθή απόφαση.
Ζοφερές οι εκτιμήσεις
Σημειώνεται ότι η Κίνα ανακοίνωσε τους πρώτους θανάτους από Covid από τότε που έβαλε τέλος στην πολιτική «zero Covid», αλλά η έλλειψη επαρκών στοιχείων και η ασάφεια των κανονισμών δεν επιτρέπουν να φανεί η πραγματική κλίμακα της επιδημίας.
Σύμφωνα με μια νέα μελέτη, η απότομη και απροετοίμαστη έξοδος από τη «zero Covid» θα μπορούσε να οδηγήσει σε περίπου ένα εκατομμύριο θανάτους, καθώς η χώρα προετοιμάζεται για ένα άνευ προηγουμένου κύμα μολύνσεων που αναμένεται να εξαπλωθεί από τις μεγάλες πόλεις στις επαρχιακές περιοχές.
Οι ειδικοί έχουν προειδοποιήσει ότι η χώρα δεν ήταν έτοιμη για μια τόσο δραστική αλλαγή πολιτικής κατά της Covid, καθώς έχει μείνει πίσω σε ό,τι αφορά τον εμβολιασμό των ηλικιωμένων καθώς και την ενίσχυση τόσο του τομέα της εντατικής θεραπείας όσο και των προμηθειών αντιικών φαρμάκων.
Υπό τις ισχύουσες συνθήκες, το «άνοιγμα» της χώρας θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μέχρι και 684 θανάτους ανά ένα εκατομμύριο πολιτών, σύμφωνα με εκτιμήσεις τριών καθηγητών στο Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ.
Σημειώνεται ότι η Κίνα αναφέρει πως πάνω από το 90% του πληθυσμού της είναι πλήρως εμβολιασμένο. Ωστόσο, λιγότεροι από τους μισούς πολίτες από 80 ετών και άνω έχουν λάβει τρεις δόσεις εμβολίου. Πρόκειται για την ηλικιακή ομάδα που αντιμετωπίζει αυξημένο κίνδυνο σοβαρής νόσησης από Covid.
Πρόβλεψη για τρία κύματα Covid τον χειμώνα
Μετά τη δημοσίευση των παραπάνω δυσοίωνων προβλέψεων, ο επιδημιολόγος Γου Ζουνγιού εκτίμησε ότι η τρέχουσα αύξηση στα κρούσματα θα συνεχιστεί στην Κίνα μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου, ενώ ένα δεύτερο κύμα θα ξεσπάσει αργότερα λόγω των μαζικών μετακινήσεων, στο πλαίσιο των εορτασμών του Σεληνιακού Νέου Έτους, οι οποίοι ξεκινούν στις 21 Ιανουαρίου.
Το τρίτο κύμα κρουσμάτων αναμένεται να ξεκινήσει στα τέλη Φεβρουαρίου και να διαρκέσει έως και τα μέσα Μαρτίου, καθώς οι πολίτες θα επιστρέφουν στις δουλειές τους μετά από τις διακοπές, σύμφωνα με τον δόκτορα Γου.
Προς το παρόν, οι περισσότεροι άνθρωποι στην Κίνα παραμένουν στο σπίτι, είτε επειδή έχουν ήδη Covid είτε επειδή φοβούνται μην κολλήσουν. Αν όμως οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν και ο αριθμός των θανάτων ανέβει σε ανησυχητικά επίπεδα, υπάρχει κίνδυνος να αναζωπυρωθεί η σπίθα της λαϊκής δυσαρέσκειας, ενώ τα κύματα μολύνσεων που αναμένονται θα μπορούσαν να αποτελέσουν τροχοπέδη για μια ταχεία οικονομική ανάκαμψη.