Το εκλογικό τους δικαίωμα έχουν ήδη ασκήσει 25 εκατ. Αμερικανοί, λιγότερο από δέκα ημέρες πριν από την ημέρα των εκλογών, με τα σχετικά ρεκόρ να έχουν καταρριφθεί σε πολλές αμφίρροπες πολιτείες και μετά την προτροπή του Ντόναλντ Τραμπ προς τους οπαδούς του να εκμεταλλευθούν το νόμιμο δικαίωμα της πρόωρης ψήφου.
Στην Τζόρτζια, περισσότεροι από 1,9 εκατ. ψηφοφόροι είχαν ψηφίσει μέχρι χθες, σύμφωνα με την εφημερίδα The Guardian. Ο Τραμπ ηττήθηκε το 2020 στην πολιτεία με διαφορά μόλις 11.779 ψήφων. Στη Βόρεια Καρολίνα, η επιστολική ψήφος έχει σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ, με 1,7 εκατ. ψηφοφόρους να επιλέγουν τη μέθοδο αυτή. Σε προεκλογική εκδήλωσή του την Τετάρτη στην Τζόρτζια, ο τέως πρόεδρος επαίνεσε την πρόωρη ψήφο και κάλεσε τους υποστηρικτές του να ψηφίσουν «με όποιον τρόπο και αν επιλέξουν».
Ανησυχητικά στοιχεία για την εκστρατεία της Κάμαλα Χάρις φέρνουν στο προσκήνιο δημοσκοπήσεις των εφημερίδων Financial Times και Wall Street Journal, οι οποίες εμφανίζουν την αντιπρόεδρο να υπολείπεται δημοσκοπικά του Τραμπ σε ό,τι αφορά την εμπιστοσύνη των Αμερικανών στην ικανότητά της να διαχειρισθεί την οικονομία.
Οι δύο σφυγμομετρήσεις είναι οι πρώτες που θέλουν τον Τραμπ να προηγείται της Χάρις με 44%, έναντι 43% για τη Δημοκρατική υποψήφια σύμφωνα με τους Financial Times και με 47% υπέρ του Τραμπ έναντι 45% της Χάρις σύμφωνα με τη Wall Street Journal.
«Αγκάθι» η οικονομία
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι προεκλογικές θέσεις των Δημοκρατικών για την οικονομία δεν πείθουν τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους. «Οι προτάσεις της Χάρις για την οικονομία έχουν προκαλέσει εξίσου μεγάλη απογοήτευση, όσο και ενθουσιασμό. Αν θέλει να κερδίσει τις εκλογές, πρέπει να βασιστεί σε άλλα θέματα», σημειώνει ο καθηγητής στο Ross Business Scholl, Ερικ Γκόρντον.
Ελάχιστα αποτελεσματική αποδεικνύεται, πάντως, η προσπάθεια του Τραμπ να προσεταιρισθεί νέους άνδρες, οι οποίοι εμφανίζονται αδιάφοροι και δηλώνουν σε μεγάλα ποσοστά ότι δεν θα μετακινηθούν στις 5 Νοεμβρίου. Αντιθέτως, αμείωτος παραμένει ο ενθουσιασμός υπέρ της Χάρις από τις γυναίκες ψηφοφόρους, οι οποίες τείνουν στην πλειοψηφία τους προς την αντιπρόεδρο και το Δημοκρατικό ψηφοδέλτιο.
Την Τρίτη, ο πρώην προσωπάρχης του Λευκού Οίκου Τραμπ, στρατηγός Τζον Κέλι, είπε ότι ο Τραμπ πληροί όλες τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί φασίστας, μνημονεύοντας την αναζήτηση ανεξέλεγκτης εξουσίας και τις αυταρχικές ιδεολογικές θέσεις του. Την εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνει πρώην αρχηγός του επιτελείου άμυνας των ΗΠΑ, ο στρατηγός Μαρκ Μάιλι, ο οποίος χαρακτηρίζει τον τέως πρόεδρο «φασίστα μέχρι το μεδούλι», σε νέο βιβλίο του δημοσιογράφου Μπομπ Γούντγουορντ.
Στο μεταξύ, νέα καταγγελία σεξουαλικής κακοποίησης με δράστη τον Ντόναλντ Τραμπ ήρθε στο φως. Η Στέισι Ουίλιαμς, πρώην μοντέλο, κατήγγειλε ότι γνώρισε τον Τραμπ μέσω του εκλιπόντος παιδεραστή Τζέφρι Επσταϊν και ότι έπεσε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από τον μετέπειτα πρόεδρο το 1993 στον Πύργο Τραμπ στη Νέα Υόρκη.
Η Ουίλιαμς είχε πρόσκαιρο ερωτικό δεσμό με τον Επσταϊν. «Ηταν προφανές πως Τραμπ και Επσταϊν ήταν καλοί φίλοι και περνούσαν πολύ χρόνο μαζί», εξηγεί η Ουίλιαμς. Την άνοιξη του 1993, ο Επσταϊν έπεισε τη νέα γυναίκα να περάσουν από τον Πύργο Τραμπ για μια επίσκεψη. Μόλις εισήλθαν στο διαμέρισμα, ο Τραμπ άρπαξε τη γυναίκα, την τράβηξε προς το μέρος του και άρχισε να τη θωπεύει στο στήθος και στα οπίσθια. «Είχα παγώσει και δεν μπορούσα να κουνηθώ. Ενιωσα μεγάλη σύγχυση. Με την άκρη του ματιού μου, τους είδα να χαμογελάνε», διηγήθηκε η Ουίλιαμς.
Η εκστρατεία Τραμπ ανέφερε σε χθεσινή ανακοίνωσή της: «Οι καταγγελίες αυτές προέρχονται από πρώην ακτιβίστρια του Μπαράκ Ομπάμα και ανακοινώθηκαν από την εκστρατεία Χάρις δύο εβδομάδες πριν από την κάλπη. Πρόκειται για ψευδή είδηση, που επινόησε η εκστρατεία της αντιπροέδρου».
Χωρίς υπ. Παιδείας
Μεταδοτική αποδεικνύεται πως είναι η ακραία καχυποψία του Τραμπ απέναντι στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με μεγάλο αριθμό υποψηφίων των Ρεπουμπλικανών για τη Βουλή των Αντιπροσώπων και τη Γερουσία να υιοθετούν την πρότασή του για κατάργηση του υπουργείου Παιδείας.
Η προσκείμενη στον Τραμπ συντηρητική οργάνωση Project 2025, θεωρούμενη ως εκκολαπτήριο ιδεών της κυβερνητικής πολιτικής μιας δεύτερης θητείας Τραμπ, έχει εκπονήσει σχέδιο βήμα προς βήμα για την κατάργηση του υπουργείου. Η πρώην υπουργός Παιδείας του Τραμπ, Μπέτσι ντε Βος, έχει δεσμευθεί να επανέλθει στο πόστο προκειμένου να «ενταφιάσει» την υπηρεσία.
Αργά χθες το βράδυ, η εκστρατεία Χάρις ανακοίνωσε ότι η δημοφιλής τραγουδίστρια της ποπ Μπιγιονσέ θα ανέβει στη σκηνή στη σημερινή εκδήλωση της αντιπροέδρου σε κλειστό στάδιο του Χιούστον. Μαζί με την Μπιγιονσέ στη σκηνή θα ανέβουν η μητέρα της τραγουδίστριας, Τίνα Νόουλς, και ο θρύλος της κάντρι μουσικής Ουίλι Νέλσον. Με τη σημερινή παρουσία της στη σκηνή, η τραγουδίστρια θα δώσει τέλος στην αγωνία των θαυμαστών της για το εάν θα στήριζε δημοσίως τη Χάρις, όπως έκανε τον Σεπτέμβριο η έτερη ντίβα της ποπ, Τέιλορ Σουίφτ.
Στο μεταξύ, η κόρη του Τραμπ, Ιβάνκα, με τη 13χρονη κόρη της Αραμπέλα εθεάθησαν σε συναυλία της Τέιλορ Σουίφτ στο Μαϊάμι, παρά την κόντρα που υπάρχει μεταξύ του τέως προέδρου και της ποπ σταρ.
Την παραίτηση της αρχισυντάκτριας της σελίδας απόψεων της εφημερίδας Los Angeles Times προκάλεσε η απόφαση του ιδιοκτήτη της, του δισεκατομμυριούχου του χαρτιού Πάτρικ Σουνσιόνγκ, να μην επιτρέψει στην εφημερίδα να στηρίξει τη Χάρις από τις σελίδες της. Η αρχισυντάκτρια Μαριέλ Γκάρζα έγραψε στην επιστολή παραίτησής της: «Πώς είναι δυνατόν να γράφω για τον Τραμπ και την απειλή για τη δημοκρατία και να μην μπορώ να στηρίξω τον ηθικό υποψήφιο: τη Χάρις;».
Γιατί η Χάρις επέλεξε να αποκαλέσει φασίστα τον Τραμπ
Την Τετάρτη η Κάμαλα Χάρις αποκάλεσε για πρώτη φορά τον Ντόναλντ Τραμπ «φασίστα», φέρνοντας στον δημόσιο διάλογο κάτι που μέχρι πρότινος συζητείτο μόνο μεταξύ ειδικών, πολιτικών επιστημόνων και στελεχών του Δημοκρατικού Κόμματος που εδώ και χρόνια επιτίθενται στον Τραμπ χαρακτηρίζοντάς τον επικίνδυνο, εγκληματία και αντιδημοκράτη.
Ερωτηθείσα από τον παρουσιαστή του CNN Aντερσον Κούπερ σχετικά με το εάν πιστεύει πως ο Ρεπουμπλικανός αντίπαλός της πληροί τα κριτήρια για να αποκληθεί φασίστας, απάντησε «ναι», σχεδόν χωρίς δεύτερη σκέψη. «Πραγματικά το πιστεύω», προσέθεσε λίγα δευτερόλεπτα μετά.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ είναι όλο και περισσότερο ακατάληπτος και ψυχικά ασταθής, επιθυμεί έναν στρατό που θα είναι απόλυτα αφοσιωμένος σε εκείνον προσωπικά, έναν στρατό που θα υπακούει στις διαταγές του. Οι άνθρωποι που κάποτε προσπάθησαν να μπουν εμπόδιο στις πιο σκοτεινές του επιθυμίες, δεν θα είναι πια σε θέση να τον σταματήσουν», σχολίασε.
Λίγο μετά τις αναφορές της, ο Τραμπ έγραψε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης πως τα σχόλια της Χάρις είναι ένα δείγμα ότι θα χάσει τις εκλογές: «Διαρκώς οξύνει τη ρητορική της, φθάνει μέχρι το σημείο να με αποκαλέσει Αδόλφο Χίτλερ και ό,τι άλλο κατέβει στο ταραγμένο της μυαλό. Είναι φανερό πως γνωρίζει ότι θα χάσει και δεν ξέρει τι να κάνει».
Για τη Χάρις, ωστόσο, η σκληρότερη ρητορική εις βάρος του Τραμπ έρχεται σε αντίθεση με το ελπιδοφόρο, «χαρούμενο» μήνυμα των τελευταίων ημερών. Αν και μερικούς μήνες νωρίτερα προειδοποίησε από το εθνικό συνέδριο του κόμματός της εναντίον μιας κυβέρνησης του Τραμπ στην οποία κανείς δεν θα μπορεί να τον ελέγξει, εντούτοις φρόντισε να απομακρυνθεί από το μήνυμα του υπαρξιακού κινδύνου που αποτελεί ο Ρεμπουμπλικανός υποψήφιος για την αμερικανική δημοκρατία και το οποίο είχε υπάρξει κεντρικό σύνθημα στην καμπάνια του Τζο Μπάιντεν.
Πολλές εφημερίδες που καλύπτουν λεπτομερώς τις αμερικανικές εκλογές σχολιάζουν πως η Χάρις, ξεστομίζοντας τη «λέξη που αρχίζει από φ», πυροδότησε μια επικοινωνιακή βόμβα με μεγάλη και εν πολλοίς απρόβλεπτη ισχύ. Ωστόσο, αυτή η επιλογή δεν έγινε ούτε εν βρασμώ ψυχής ούτε, πολύ περισσότερο, τυχαία.
Σύμφωνα με τον σχεδιαστή πολιτικής στρατηγικής Ματ Μπένετ, μέλος της κεντρώας ομάδας των Δημοκρατικών «Τρίτος Δρόμος», είναι ξεκάθαρο πως η Χάρις εσκεμμένα παρουσίασε τώρα το πορτρέτο ενός Τραμπ και με αυταρχικές τάσεις.
Οι τελευταίες δηλώσεις της αντιπροέδρου έρχονται ως αποτέλεσμα μιας στρατηγικής πολλών εβδομάδων ώστε να απευθύνει μια πειστική έκκληση στους ανεξάρτητους ψηφοφόρους και στους μετριοπαθείς Ρεπουμπλικανούς που θα μπορούσαν να είναι ανοιχτοί στο να επιλέξουν το ψηφοδέλτιο των Δημοκρατικών.
Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι η κούρσα είναι εξαιρετικά «σφιχτή», με κανέναν υποψήφιο να μην έχει αποφασιστικό προβάδισμα σε καμία από τις διαφιλονικούμενες πολιτείες, οι οποίες πλέον είναι σαφές ότι θα παίξουν κομβικό ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα.
Ούτε όμως η επιλογή της λέξης είναι αυθαίρετη. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι σε χθεσινό του άρθρο γνώμης στους New York Times ο ιστορικός Ρόμπερτ Πάξτον, με την τεράστια εξειδίκευση στον φασισμό, γράφει πως εδώ και χρόνια διατηρούσε μια ιδιαίτερα επιφυλακτική στάση απέναντι σε όσους χρησιμοποιούσαν τον όρο για να περιγράψουν τον Ντόναλντ Τραμπ ή συνέκριναν την άνοδό του στην εξουσία με την άνοδο του Τρίτου Ράιχ.
«Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί πριν κολλήσουμε αυτή την τοξική ταμπέλα», έγραφε το 2017 σε άρθρο του σε γαλλική εφημερίδα, αναγνωρίζοντας πάντως πως οι «παράλογοι θεατρινισμοί» του Τραμπ θύμιζαν τον Μουσολίνι, ενώ η ευκολία του να κατηγορεί ξένους και μειονότητες για την «παρακμή του έθνους» θύμιζε τον Αδόλφο Χίτλερ. Αν και αυτά είναι όλα μορφές του φασισμού, επέμενε πως η ευκολία με την οποία χρησιμοποιείται σήμερα ο όρος («όποιος δεν συμπαθούμε είναι φασίστας») του έχει αποστερήσει την ικανότητα να ορίζει κάτι συγκεκριμένο.
Σήμερα ο 92χρονος ιστορικός εμφανίζεται πιο ανήσυχος. «Ο Χίτλερ δεν εξελέγη», γράφει, «αλλά διορίστηκε νόμιμα από τον συντηρητικό πρόεδρο Πολ φον Χίντεμπουργκ. Αν εκείνος δεν τον είχε διορίσει και είχε αφήσει τη φούσκα να σκάσει, πιθανώς να είχαμε έναν κοινό συντηρητικό καγκελάριο και όχι έναν ναζί».
Ομως είτε κερδίσει είτε χάσει ο Τραμπ θα έχει μια εντυπωσιακή στήριξη στις ΗΠΑ: «Το φαινόμενο Τραμπ φαίνεται πως έχει μια πολύ πιο σταθερή κοινωνική βάση», γράφει. «Μια βάση την οποία ούτε ο Χίτλερ ούτε ο Μουσολίνι θα είχαν ποτέ».
Ρωσικό δίκτυο ψευδών ειδήσεων κατά Δημοκρατικών
Ενα εκτενές δίκτυο παραγωγής «deepfakes» (φωτογραφιών που έχουν υποστεί σοβαρή ψηφιακή τροποποίηση) και διακίνησης ψευδών ειδήσεων από τη Ρωσία με στόχο την προεκλογική εκστρατεία των Δημοκρατικών αποκαλύπτουν ρωσικά έγγραφα που περιήλθαν στην κατοχή της εφημερίδας Washington Post. Πρωταγωνιστικό ρόλο στο δίκτυο φέρεται να παίζει ένας Αμερικανός πρώην βοηθός σερίφη της κομητείας Παλμ Μπιτς, ο οποίος κατέφυγε στη Μόσχα και «έγινε ένας από τους πιο παραγωγικούς προπαγανδιστές του Κρεμλίνου, συνεργαζόμενος απευθείας με τις ρωσικές στρατιωτικές μυστικές υπηρεσίες», όπως σημειώνει το χθεσινό δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας.
Σύμφωνα με τα έγγραφα, ο Τζον Μαρκ Ντούγκαν, ο οποίος έχει υπηρετήσει στο αμερικανικό σώμα πεζοναυτών, χρηματοδοτήθηκε από αξιωματικό της GRU, της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών της Ρωσίας. Κάποιες από τις καταβολές χρημάτων φαίνεται πως πραγματοποιήθηκαν όταν οι ιστότοποι ψευδών ειδήσεων που ο ίδιος δημιούργησε άρχισαν να έχουν δυσκολία πρόσβασης και γι’ αυτόν τον λόγο κρίθηκε απαραίτητη η αναβάθμισή τους.
Ο σύνδεσμος του Ντούγκαν στην GRU είναι ένα ανώτερο στέλεχος της ρωσικής στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών που εμφανίζεται με το ψευδώνυμο «Γιούρι Κοροσέφσκι», όπως προκύπτει από τα έγγραφα, μια παραλλαγή του πραγματικού του ονόματος που είναι Γιούρι Κοροσένκι.
Ο Κοροσένκι υπηρετεί στη διαβόητη μονάδα 29155 της GRU, η οποία έχει την επίβλεψη επιχειρήσεων δολιοφθορών, πολιτικών παρεμβάσεων και κυβερνοπολέμου με στόχο τη Δύση, σύμφωνα με δύο Ευρωπαίους αξιωματούχους ασφαλείας που μίλησαν υπό καθεστώς ανωνυμίας λόγω του ευαίσθητου των πληροφοριών.
Στην κατοχή της Washington Post περιήλθαν περισσότερα από 150 έγγραφα, τα οποία, σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ενδεικτικά του εύρους της ρωσικής ανάμειξης μέσω του Ντούγκαν. Τα έγγραφα αποκαλύπτουν ακόμη για πρώτη φορά τον τρόπο λειτουργίας ενός ευρύτατου δικτύου, το οποίο, σύμφωνα με ερευνητές και αξιωματούχους των μυστικών υπηρεσιών, έχει αναδειχθεί τον τελευταίο χρόνο στην πιο ισχυρή πηγή ψευδών ειδήσεων από τη Ρωσία με στόχο τους Αμερικανούς ψηφοφόρους.
Ερευνητές με εξειδίκευση σε θέματα παραπληροφόρησης υποστηρίζουν πως το δίκτυο του Ντούγκαν βρισκόταν πιθανότατα πίσω από ένα viral fake βίντεο που διακινήθηκε προσφάτως και συκοφαντούσε τον υποψήφιο αντιπρόεδρο των Δημοκρατικών, Τιμ Γουόλς.
Οπως υποστηρίζει η Μακένζι Σάντεγκι, ερευνήτρια του NewsGuard, μιας εταιρείας που εντοπίζει και καταγράφει την παραπληροφόρηση στο Διαδίκτυο, αναρτήσεις, άρθρα και βίντεο που δημιούργησαν ο Ντούγκαν και κάποιοι από τους Ρώσους συνεργάτες του είχαν πάνω από 64 εκατ. προβολές έως τον Οκτώβριο του 2023 (από 37,7 εκατ. τον Μάιο).