Kathimerini.gr
Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Το ημερολόγιο έγραφε Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου του 2023, όταν ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου σκιαγραφούσε από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ το όραμα, ή μάλλον τη φαντασίωσή του, για μια «Νέα Μέση Ανατολή». Με ένα χάρτη της περιοχής στο ένα του χέρι και ένα μαρκαδόρο στο άλλο, χάραζε ενεργειακούς διαδρόμους και μεταφορικά δίκτυα που θα συνέδεαν το Ισραήλ με τα αραβικά κράτη, στη λογική του «make business, not war». Στον χάρτη του Νετανιάχου έλαμπε διά της απουσίας της η Παλαιστίνη, καθώς ολόκληρο το τρίγωνο από το ποτάμι μέχρι τη θάλασσα εμφανιζόταν ως Ισραήλ. Αυτή ήταν άλλωστε η λογική των περίφημων «Συμφωνιών του Αβραάμ» που είχε υπογράψει τρία χρόνια νωρίτερα το εβραϊκό κράτος με το Μπαχρέιν και τα Εμιράτα, με τις ευλογίες του Ντόναλντ Τραμπ: μια Pax Israeliamericana, που θα άφηνε το Παλαιστινιακό στο ράφι.
Το «τείχος»
Στα ίδια χνάρια βάδισε ο Τζο Μπάιντεν, πασχίζοντας να ολοκληρώσει τις Συμφωνίες του Αβραάμ με μια ιστορική συνθήκη αναγνώρισης του Ισραήλ από τη Σαουδική Αραβία. Ο Δημοκρατικός πρόεδρος έβλεπε πιο μακριά από τον προκάτοχό του. Στις 9 Σεπτεμβρίου του 2023, συναντήθηκε, στο περιθώριο συνόδου κορυφής της ομάδας G20, με τον ντε φάκτο ηγέτη της Σαουδικής Αραβίας, Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, και τον πρωθυπουργό της Ινδίας, Ναρέντρα Μόντι, για να τους εκθέσει το φιλόδοξο σχέδιο: ένα τεράστιο δίκτυο μεταφοράς ενέργειας και εμπορευμάτων από την Ινδία μέχρι την Ευρώπη, που θα περνάει από τη Μέση Ανατολή, θα επεκτείνεται στην ψηφιακή σφαίρα και θα περιλαμβάνει το Ισραήλ. Προφανής στόχος του Μπάιντεν ήταν η δημιουργία ενός στιβαρού τείχους στην αυξανόμενη κινεζική διείσδυση. Δύο ημέρες πριν από την ομιλία Νετανιάχου στον ΟΗΕ, ο Σαουδάραβας πρίγκιπας προετοίμασε την κοινή γνώμη της χώρας του με μια τηλεοπτική συνέντευξη- βόμβα, όπου δήλωσε ότι «κάθε μέρα βρισκόμαστε πιο κοντά στην πιο ιστορική συμφωνία από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου», δηλαδή την ανοιχτή συμφιλίωση με το Ισραήλ. Δύο εβδομάδες αργότερα, ήρθε το σοκ της 7ης Οκτωβρίου να ρίξει μεμιάς τους πύργους από τραπουλόχαρτα.
Η «Νέα Μέση Ανατολή» ήρθε, αλλά δεν έμοιαζε καθόλου με τα όνειρα του Νετανιάχου. Ενα χρόνο μετά τις επιθέσεις της Χαμάς, το Ισραήλ βαλτώνει σε έναν μακρύ πόλεμο φθοράς, σε επτά μέτωπα: Γάζα, Δυτική Οχθη, Λίβανο, Υεμένη, Ιράκ, Συρία και Ιράν. Οι εκδηλώσεις μνήμης για τα θύματα της 7ης Οκτωβρίου γίνονταν υπό τους ήχους των σειρήνων για τις ρουκέτες που εκτόξευαν ταυτόχρονα η Χαμάς στο νότιο μέτωπο και η Χεζμπολάχ στο βόρειο. Το ηθικό κύρος του Ισραήλ παγκοσμίως έπεσε σε ιστορικό ναδίρ από τις θηριωδίες στη Γάζα, όπου έχει εξοντωθεί το 2% του παλαιστινιακού πληθυσμού. Σύμφωνα με τη βρετανική ανθρωπιστική οργάνωση Theirworld, περισσότερα από 10.000 παιδιά έχουν σκοτωθεί, περίπου 2.000 έχουν ακρωτηριαστεί, ενώ 40% των οικογενειών φιλοξενούν παιδιά που δεν είναι δικά τους. Τρέμοντας την οργή των αραβικών δρόμων, η Ιορδανία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της από το Ισραήλ και ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν δήλωσε ότι δεν πρόκειται να υπάρξει εξομάλυνση εάν δεν συγκροτηθεί ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος με πρωτεύουσα την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Την Πρωτοχρονιά του 2024, η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα και η Αίγυπτος μπήκαν στην ομάδα των BRICS μαζί με τον μεγάλο περιφερειακό αντίπαλό τους, το σιιτικό Ιράν.
Παρ’ όλα αυτά, ο Νετανιάχου δεν λέει να εγκαταλείψει τη φαντασίωσή του, αντιθέτως, προσπαθεί να καταφέρει με τις βόμβες και τα τανκς ό,τι δεν κατάφερε με τη διπλωματία και τα δολάρια. Στον Λίβανο, φιλοδοξεί να τσακίσει τη Χεζμπολάχ, πρώτα στρατιωτικά και έπειτα πολιτικά, ώστε να επιβάλει μια κυβέρνηση υποτελή στη Δύση και στο Ισραήλ, αυτό δηλαδή που προσπάθησαν χωρίς επιτυχία οι προκάτοχοί του με την εισβολή και την κατοχή του 1982-2000. Ηδη κυκλοφορεί το όνομα του Ζοζέφ Αούν, αρχηγού του κυβερνητικού στρατού, ως πιθανού νέου προέδρου με στήριξη από τις ΗΠΑ (όπου έχει εκπαιδευτεί) και τη Γαλλία. Στο Ιράν, προσπαθεί να παρασύρει τις ΗΠΑ σε έναν μεγάλο πόλεμο, ποντάροντας στην ανατροπή του υπάρχοντος καθεστώτος. Βέβαια, ο Τζο Μπάιντεν θα θυμάται τον Νετανιάχου να παροτρύνει, το 2002, την τότε κυβέρνηση Μπους από το βήμα του αμερικανικού Κογκρέσου να εξαπολύσει πόλεμο κατά του Ιράκ, λέγοντας ότι «αν ανατραπεί το καθεστώς Σαντάμ, σας εγγυώμαι ότι αυτό θα έχει τρομερές επιπτώσεις στην περιοχή». Το τι έγινε τότε, το γνωρίζει όλος ο κόσμος, το τι θα αποφασίσει ο Μπάιντεν τώρα, μάλλον δεν το γνωρίζει ούτε ο ίδιος.
Ο Αμερικανός πρόεδρος έβαλε φρένο στον Νετανιάχου σε ό,τι αφορά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, γνωρίζοντας ότι το Ισραήλ δεν μπορεί να καταφέρει ουσιώδη πλήγματα χωρίς τα αμερικανικά αεροπλάνα Β-2 και τις τερατώδεις, αμερικανικές βόμβες των 14 τόνων για τη διάλυση υπόγειων οχυρών. Επίσης τάχθηκε εναντίον του βομβαρδισμού πετρελαϊκών εγκαταστάσεων του Ιράν, προφανώς υπολογίζοντας το δυνητικό πολιτικό κόστος για την Κάμαλα Χάρις (και το όφελος για τον Βλαντιμίρ Πούτιν) από πιθανή εκτίναξη των τιμών των καυσίμων. Δεν είναι καθόλου βέβαιο, όμως, ότι η αναμενόμενη ισραηλινή απάντηση στην πυραυλική επίθεση του Ιράν, την 1η Οκτωβρίου, δεν θα πυροδοτήσει έναν μακρύ πόλεμο, κάτι που θα φέρει τις ΗΠΑ μπροστά σε τρομερά διλήμματα.
Οι καταιγιστικές εξελίξεις στην περιοχή έχουν θορυβήσει τις τουρκικές ελίτ. Την 1η Οκτωβρίου, ο Ταγίπ Ερντογάν υποστήριξε ότι «η ισραηλινή ηγεσία, ενεργώντας υπό το ντελίριο της Γης της Επαγγελίας, θα βάλει στόχο, μετά την Παλαιστίνη και τον Λίβανο, την πατρίδα μας, τη δική μας γη». Νωρίτερα, στις 28 Ιουλίου, είχε προειδοποιήσει πως η Τουρκία μπορεί να αντιμετωπίσει διά της στρατιωτικής ισχύος το Ισραήλ, «όπως έκανε στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και στη Λιβύη». Προφανώς, ο Ερντογάν δεν θεωρεί πιθανό ότι το Ισραήλ θα εξαπολύσει πόλεμο στην Τουρκία, μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ. Εκείνο που φοβάται, όπως ο ίδιος αναγνώρισε, τον Ιούλιο, είναι ότι η αποδυνάμωση του Ιράν και των συμμάχων του θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάδυση κουρδικής κρατικής οντότητας σε εδάφη της Συρίας, του Ιράν και του Ιράκ (στο τελευταίο υπάρχει ήδη, σε εμβρυακή μορφή), κάτι που θα λειτουργούσε ως μαγνήτης αλυτρωτικών αισθημάτων για τους Κούρδους της Τουρκίας.
Οικονομικό κόστος
Με δυο λόγια, ο μεγαλοϊδεατισμός του Νετανιάχου απειλεί να παρασύρει ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή σε ένα σπιράλ βίας και ριζοσπαστικοποίησης, να αποσταθεροποιήσει το ΝΑΤΟ και να φθείρει ακόμη περισσότερο τις ΗΠΑ στον Παγκόσμιο Νότο, προς όφελος της Κίνας και της Ρωσίας. Αλλά και για το ίδιο το Ισραήλ, ο εγκλωβισμός σε μακρόχρονους πολέμους φθοράς έχει ήδη μεγάλο οικονομικό κόστος: το 2022 είχε πλεόνασμα 4%, τώρα έχει έλλειμμα 8,1% και οι οίκοι αξιολόγησης υποβαθμίζουν την πιστοληπτική του ικανότητα. Παράλληλα, οι δυσκολίες που συναντά ο ισραηλινός στρατός στις χερσαίες επιχειρήσεις τόσο της Γάζας όσο και του Λιβάνου, επιβεβαιώνουν τον γνωστό αφορισμό του Χένρι Κίσινγκερ: «Οσο ο τακτικός στρατός δεν νικάει, χάνει. Οσο το αντάρτικο δεν χάνει, κερδίζει». Αλλά ποιος τον ακούει πλέον στην Ιερουσαλήμ;