Ευθύνες στις κρατικές παραλείψεις, στην κατασκευαστική βιομηχανία, αλλά και στις εταιρείες που ενεπλάκησαν στην κατασκευή του Πύργου Γκρένφελ, στο Λονδίνο, ο οποίος το 2017 καταστράφηκε σε πυρκαγιά που οδήγησε στον θάνατο 72 ανθρώπους, αποδίδει η δημόσια έρευνα για τη φωτιά.
Σύμφωνα με την έρευνα, το κτίριο είχε επενδυθεί με εύφλεκτο υλικό, το οποίο επέτρεψε την ταχεία μετάδοση της φωτιάς και κατ’ επέκταση τη μεγάλη καταστροφή. Παράγοντας που συνετέλεσε σε αυτό, η εμμονή με τη μείωση του κόστους και η απουσία ελέγχων από τις αρμόδιες αρχές.
Η φωτιά που ξέσπασε τις πρώτες πρωινές ώρες της 14ης Ιουνίου 2017 ήταν η πιο φονική πυρκαγιά σε κτίριο κατοικιών στη Βρετανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η έκθεση για τα αίτια της καταστροφικής φωτιάς αριθμεί 1.700 σελίδες / AP Photo/Frank Augstein
Ψευδή πιστοποιητικά και στοιχεία
Στην τελική έκθεσή της, που αριθμεί 1.700 σελίδες, η έρευνα επιρρίπτει το μεγαλύτερο μέρος των ευθυνών για την καταστροφή στις εταιρίες που είχαν εμπλακεί στη συντήρηση και την εξωτερική επένδυση του πύργου διαμερισμάτων, στις παραλείψεις τοπικών και εθνικών αρχών καθώς και σε εταιρίες που δολίως παρουσίασαν εύφλεκτα υλικά επένδυσης ως ασφαλή.
Επίσης, ασκεί σφοδρή κριτική για τη χρόνια αδράνεια των κρατικών υπηρεσιών σχετικά με την πυρασφάλεια κτηριακών συγκροτημάτων μεγάλου ύψους, επιρρίπτοντας ευθύνες γι’ αυτό στις βρετανικές κυβερνήσεις, στην τοπική αρχή του Κένσινγκτον και του Τσέλσι, στη βιομηχανία, σε ρυθμιστικές αρχές, σε συγκεκριμένα άτομα και στην «απροετοίμαστη», όπως τη χαρακτηρίζει, πυροσβεστική υπηρεσία.
«Η πυρκαγιά στον Πύργο Γκρένφελ ήταν η κορύφωση παραλείψεων επί δεκαετίες από την κεντρική κυβέρνηση και άλλα σώματα σε θέσεις ευθύνης στην κατασκευαστική βιομηχανία», αναφέρεται στην έκθεση.
Επί χρόνια μετά την πύρινη κόλαση, επιζώντες και συγγενείς των θανόντων ζητούσαν εκείνοι που ευθύνονταν να οδηγηθούν στη δικαιοσύνη με ποινικές κατηγορίες. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, σύμφωνα με τη βρετανική αστυνομία, 58 άτομα και 19 εταιρίες και οργανισμοί τελούν υπό έρευνα. Διώξεις, με κατηγορίες μεταξύ άλλων για ανθρωποκτονία και απάτη, δεν έχουν ακόμη ασκηθεί λόγω της περιπλοκότητας και της ανάγκης να ληφθεί υπόψη η έκθεση της επιτροπής έρευνας.
«Δεν μπορώ να προσποιηθώ ότι φαντάζομαι τον αντίκτυπο μιας τόσο μακράς αστυνομικής έρευνας για τους φίλους και τους συγγενείς των νεκρών και για τους επιζώντες, όμως έχουμε μια ευκαιρία να κάνουμε την έρευνά μας σωστά», δήλωσε ο αναπληρωτής βοηθός επίτροπος Στούαρτ Κάντι.
Εκπρόσωπος του πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ δήλωσε χθες, Τρίτη, πως η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη εκείνοι που ευθύνονται για την καταστροφή να λογοδοτήσουν.
Πληθώρα παραλείψεων
Η έρευνα, υπό τον συνταξιούχο δικαστή Μάρτιν Μουρ Μπικ, εντόπισε πληθώρα παραλείψεων. Σημειώνεται ότι δεν είχαν αντληθεί μαθήματα από προηγούμενες πυρκαγιές σε ψηλά κτίρια και τα συστήματα δοκιμής δεν ήταν κατάλληλα.
AP Photo/Matt Dunham, File
Το μεγαλύτερο μέρος της προφανούς ευθύνης επιρρίπτεται σε εκείνους που ενεπλάκησαν στην ανακαίνιση του πύργου με την εύφλεκτη επένδυση, δηλαδή το αρχιτεκτονικό γραφείο Studio E, η κύρια κατασκευάστρια εταιρεία Rydon και η υπεργολαβική για την επένδυση του κτιρίου Harley.
Οι επιθεωρητές πυρασφάλειας Exova φέρουν επίσης ευθύνη για το ότι το κτίριο αφέθηκε «σε επικίνδυνη κατάσταση με την ολοκλήρωση της ανακαίνισης»
Το δημοτικό συμβούλιο του Κένσινγκτον και του Τσέλσι και η Tenant Management Organisation (ΤΜΟ), που διαχειρίζονταν το στεγαστικό απόθεμα της τοπικής αρχής, επικρίνονται διότι «επέδειξαν αδιαφορία για τους κανονισμούς πυρασφάλειας επί χρόνια πριν από την πυρκαγιά».
Η TMO για τη «δύσκολη σχέση της» με ορισμένους κατοίκους του Πύργου, που φαίνεται να είχε δημιουργήσει «τοξική ατμόσφαιρα», ενώ είχε επικεντρωθεί υπερβολικά στη μείωση του κόστους.
Η έκθεση επαινεί την τοπική κοινότητα και εθελοντικές ομάδες για την παροχή υποστήριξης, ωστόσο το δημοτικό συμβούλιο επικρίνεται επίσης για την αργή, μπερδεμένη και «εντελώς ακατάλληλη» απόκριση στο συμβάν.
Επικρίσεις διατυπώνονται επίσης για τις εταιρείες που κατασκεύασαν και πούλησαν την επένδυση ή τη μόνωση με αφρό του κτιρίου –οι Celotex, Kingspan, και η Arconic Architectural Products, η γαλλική θυγατρική της αμερικανικής εταιρίας Arconic. Η έρευνα καταλήγει πως υπήρξε «συστηματική ανεντιμότητα» από πλευράς τους.
«Ενεπλάκησαν σε σκόπιμες και συνεχείς στρατηγικές προκειμένου να χειραγωγήσουν τις δοκιμαστικές διαδικασίες, να διαστρεβλώσουν δοκιμαστικά δεδομένα και παραπλάνησαν την αγορά», αναφέρει η έκθεση. Το θέμα της εξωτερικής επένδυσης έχει εγείρει ανησυχίες, σε όλη την Ευρώπη όπου έχουν σημειωθεί παρόμοιες φωτιές σε κτίρια διαμερισμάτων, όπως στη Βαλένθια της Ισπανίας τον Φεβρουάριο και στην Ιταλία το 2021.
Στη Βρετανία, σύμφωνα με κυβερνητικά στοιχεία τον Ιούλιο, 3.280 κτίρια ύψους 11 μέτρων ή παραπάνω εξακολουθούν να έχουν μη ασφαλή επένδυση, με τις εργασίες αποκατάστασης να μην έχουν ξεκινήσει ακόμη σε περισσότερα από τα δύο τρίτα από αυτά.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ, The Guardian