Kathimerini.gr
Ενίσχυση της νομοθετικής βάσης σχετικά με τον προσδιορισμό της «ασφαλούς χώρας προέλευσης» για την επιστροφή μεταναστών επιχείρησε χθες το έκτακτο υπουργικό συμβούλιο που συγκάλεσε η Ιταλίδα πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνι, ώστε να «διασώσει» την αμφιλεγόμενη συμφωνία με την Αλβανία, που πλέον δοκιμάζεται νομικά από ιταλικά δικαστήρια. Το περασμένο Σάββατο επέστρεψαν στο Μπάρι οι πρώτοι δεκαέξι αιτούντες άσυλο, οι οποίοι είχαν μεταφερθεί στα ειδικά κέντρα υποδοχής και επαναπατρισμού στην Αλβανία, αφότου δικαστήριο στη Ρώμη έκρινε «παράνομη» τη μεταφορά τους επειδή οι χώρες προέλευσής τους, Αίγυπτος και Μπανγκλαντές, δεν θεωρούνται «ασφαλείς», ενώ τέσσερις είχαν ήδη επιστρέψει στην Ιταλία επειδή ήταν ανήλικοι ή για λόγους υγείας. Στην ετυμηγορία του, το τμήμα μετανάστευσης του ιταλικού δικαστηρίου ανέφερε ότι οι μετανάστες στην Αλβανία «έχουν δικαίωμα να μεταφερθούν στην Ιταλία» λόγω «της αδυναμίας αναγνώρισης ως ασφαλών των χωρών προέλευσής τους».
Η εν λόγω απόφαση ελήφθη βάσει της πρόσφατης ετυμηγορίας του δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης της 4ης Οκτωβρίου 2024, σύμφωνα με την οποία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν χώρες «μερικώς ασφαλείς» για αποφάσεις απελάσεων. Με το νομοθετικό διάταγμα που ενέκρινε η κυβέρνηση Μελόνι αναβάθμισε το νομικό καθεστώς του μεταναστευτικού σχεδίου της, που μέχρι χθες καλυπτόταν μόνο από υπουργική απόφαση, γεγονός που, όπως ελπίζει η κυβέρνηση, θα υποχρεώσει τους δικαστές να εφαρμόσουν την απόφασή της. «Οι δικαστές δεν θα μπορούν στο εξής να μην εφαρμόζουν το νομοθετικό διάταγμα για τις ασφαλείς χώρες. Αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να προσφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο», δήλωσε ο υπουργός Δικαιοσύνης, Κάρλο Νόρντιο. Η Κομισιόν ανέφερε χθες ότι είναι σε επαφή με τις ιταλικές αρχές, ενώ επανέλαβε πως η συμφωνία Ιταλίας – Αλβανίας βασίζεται στην ιταλική νομοθεσία, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι όλα τα συναφή μέτρα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με το ενωσιακό δίκαιο. Σε κάθε περίπτωση, εκπρόσωπος του εκτελεστικού οργάνου της Ε.Ε. υπενθύμισε ότι μία από τις προτεραιότητες της νέας Κομισιόν θα είναι η αναθεώρηση της λεγόμενης οδηγίας των επιστροφών –που παραμένει σε εκκρεμότητα από το 2018–, ενώ στο πλαίσιο αυτό θα προσδιοριστεί πανευρωπαϊκά και η έννοια της «ασφαλούς τρίτης χώρας», αφού προσώρας υπάρχουν μόνον εθνικές σχετικές λίστες.