Να ψηφίσουν για να σώσουν τη δημοκρατία «για μία ακόμη φορά» κάλεσε τους Δημοκρατικούς ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν, χαρακτηρίζοντας την ιδεολογία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος ως «ημι-φασιστική», κατά τη διάρκεια προεκλογικής του εμφάνισης σε προάστιο της Ουάσιγκτον ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του Νοεμβρίου.
Μιλώντας σε κατάμεστο στάδιο λυκείου στην κωμόπολη Ρόκβιλ το βράδυ της Πέμπτης, ο Αμερικανός πρόεδρος είπε: «Η δυνατότητα να ορίσετε το σώμα σας κρίνεται φέτος στην κάλπη. Το ίδιο ισχύει και για την κοινωνική ασφάλιση, την απασχόληση, την ασφάλεια των παιδιών μας από τα πολεμικά όπλα και –δεν υπερβάλλω όταν το λέω– η επιβίωση του πλανήτη μας κρίνεται φέτος στην κάλπη. Πρέπει να επιλέξετε. Θα είμαστε μια χώρα προόδου ή συντήρησης;».
Σημαντική ενίσχυση εμφανίζει το Δημοκρατικό Κόμμα στις σφυγμομετρήσεις, κάνοντας ακόμη και ορισμένους παραδοσιακά απαισιόδοξους σχολιαστές να ανακρούουν πρύμναν προβλέποντας τη διατήρηση ή ακόμη και την ενίσχυση του ελέγχου των Δημοκρατικών στις δύο αίθουσες της νομοθετικής εξουσίας. Αυτή η απρόσμενη ενίσχυση δεν οφείλεται στον πρόεδρο Μπάιντεν, η δημοτικότητα του οποίου εξακολουθεί να πνέει τα λοίσθια, αλλά στη συσπείρωση ψηφοφόρων των Δημοκρατικών μετά την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να άρει τη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος στην άμβλωση. Πριν από τη βραδινή προεκλογική συνεστίαση της Πέμπτης, ο πρόεδρος Μπάιντεν συγκέντρωσε 1 εκατ. δολάρια σε δωρεές υπέρ του Δημοκρατικού Κόμματος.
Κρίσιμο ρόλο στη συσπείρωση των Δημοκρατικών έπαιξε η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου να άρει τη συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος στην άμβλωση.
Από την πλευρά τους, οι Ρεπουμπλικανοί επέμειναν στις επικρίσεις τους κατά της παραγραφής μέρους του χρέους φοιτητών με χαμηλά ή μέτρια εισοδήματα. «Ο πληθωρισμός του Μπάιντεν συνθλίβει οικογένειες και η απάντησή του είναι να προσφέρει περισσότερα κρατικά κεφάλαια στις καλοπληρωμένες ελίτ. Οι Δημοκρατικοί σπαταλούν τα χρήματα σκληρά εργαζομένων Αμερικανών προκειμένου να αγοράσουν λίγο ενθουσιασμό από την εκλογική τους βάση», είπε ο επικεφαλής της μειοψηφίας στη Γερουσία, Ρεπουμπλικανός Μιτς Μακόνελ.
Ο Μπάιντεν είχε διευκρινίσει ότι η κριτική του δεν αφορούσε τους συντηρητικούς Ρεπουμπλικανούς, αλλά τους ακραίους οπαδούς του Τραμπ. «Αυτό που βλέπουμε είναι η αρχή του τέλους της ακραίας τραμπικής φιλοσοφίας. Δεν πρόκειται μόνο για τον Τραμπ, αλλά για όλη τη φιλοσοφία που τον στήριξε. Θυμίζει ημι-φασισμό», είπε ο πρόεδρος Μπάιντεν.
Η επιρροή του Τραμπ στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα παραμένει ωστόσο ισχυρή, ενώ μοιάζει να έχει αυξηθεί ακόμη περισσότερο στον απόηχο της έρευνας του FBI στην έπαυλη Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα. Ανησυχία προκαλούν στο κόμμα της αντιπολίτευσης τα προβλήματα χρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν πολλοί υποψήφιοι των ενδιάμεσων εκλογών και τα οποία απειλούν να καταδικάσουν το κόμμα σε παραμονή στα έδρανα της αντιπολίτευσης.
Πηγή: A.P.