Kathimerini.gr
Πέτρος Παπακωνσταντίνου
Η περασμένη Τετάρτη ήταν διπλά συμβολική για την Ουκρανία, καθώς η 31η επέτειος της ανεξαρτησίας της συνέπεσε με τη συμπλήρωση έξι μηνών από την έναρξη της ρωσικής εισβολής. Οι απαγορεύσεις νυχτερινής κυκλοφορίας και δημοσίων συναθροίσεων δεν επέτρεψαν στους Ουκρανούς να γιορτάσουν με τον τρόπο που θα ήθελαν τα γενέθλια του κράτους τους, καθώς η κυβέρνηση Ζελένσκι φοβόταν θεαματικά ρωσικά πλήγματα, εκτιμώντας ότι ο Βλαντιμίρ Πούτιν, παρ’ όλες τις αναποδιές της εκστρατείας του, διατηρεί πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του φιλοδοξίες που ξεπερνούν κατά πολύ το Ντονμπάς και τη Χερσώνα, φτάνοντας μέχρι το Χάρκοβο και την Οδησσό.
Στον μισό χρόνο που μεσολάβησε από τη μοιραία 24η Φεβρουαρίου, το εκκρεμές του πολέμου άλλαξε κάμποσες φορές κατεύθυνση. Στην αρχή ζήσαμε τη ρωσική εκδοχή του «Σοκ και Δέος», με τον στρατό των εισβολέων να διεισδύει σε μέτωπο άνω των 2.000 χιλιομέτρων, να καταλαμβάνει μεγάλες εκτάσεις στον Νότο, συμπεριλαμβανομένης της Χερσώνας, πρωτεύουσας της ομώνυμης επαρχίας στη δυτική όχθη του Δνείπερου και να φτάνει, προς τα τέλη Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου, σε προάστια του Κιέβου. Εκείνες τις ημέρες, όλοι αναρωτιούνταν αν ο Ζελένσκι θα εγκαταλείψει ή όχι τη χώρα, αν διαλλακτικά έναντι της Μόσχας στοιχεία του στρατού και των μυστικών υπηρεσιών θα τον ανατρέψουν κι αν η ουκρανική πρωτεύουσα αλωθεί ύστερα από μια αστραπιαία προέλαση τεθωρακισμένων και αλεξιπτωτιστών.
Με τον ερχομό της άνοιξης, η εικόνα μεταβλήθηκε άρδην. Ετοιμος από καιρό, ο ουκρανικός στρατός κατάφερε να απωθήσει τους εισβολείς από το Κίεβο και το Χάρκοβο, γιγαντώνοντας το ηθικό των πολιτών, ενώ η μέχρι τότε διχασμένη Δύση εμφανιζόταν σε ενιαίο μέτωπο, επιβάλλοντας κυρώσεις που ξεπερνούσαν τους χειρότερους υπολογισμούς του Κρεμλίνου. Η βύθιση του «Μοσκβά», ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας, αποτέλεσε ένα ακόμη τακτικό και ψυχολογικό πλήγμα για τους επιτιθέμενους.
Ο επόμενος γύρος, όμως, κερδήθηκε αποφασιστικά από τους Ρώσους με την άλωση της μαρτυρικής Μαριούπολης στις 17 Μαΐου και την πτώση των δίδυμων πόλεων Σεβεροντονέτσκ και Λισιτσάνσκ στις αρχές Ιουνίου, με την οποία εξασφαλίστηκε η ρωσική κατοχή σε ολόκληρη την επαρχία Λουγκάνσκ. Ηδη, η Ρωσία είχε θέσει υπό τον έλεγχό της το 22% του εδάφους και το 70% των ακτογραμμών της Ουκρανίας.
Ωστόσο οι εικασίες για γρήγορη προώθηση των Ρώσων στο γειτονικό Ντονέτσκ, με αποτέλεσμα ολόκληρη η βιομηχανική περιοχή του Ντονμπάς να βρεθεί στα χέρια τους, δεν επαληθεύτηκαν. Στους δύο μήνες που ακολούθησαν, η κατάσταση παραμένει βασικά στάσιμη, με μικρές εκατέρωθεν προωθήσεις και αναδιπλώσεις που δεν αλλάζουν τη μεγάλη εικόνα.
Ενισχυμένοι από τα ισχυρότερα οπλικά συστήματα των Αμερικανών και των συμμάχων τους, οι Ουκρανοί αμύνονται, με μεγάλο κόστος σε στρατιώτες και εξοπλισμό, στα ανατολικά μέτωπα του Ντονμπάς και φιλοδοξούν να αντεπιτεθούν στο νότιο μέτωπο με στόχο την ανακατάληψη της Χερσώνας, ενώ αναστατώνουν τα μετόπισθεν του εχθρού με επιθέσεις ή σαμποτάζ που πλήττουν την Κριμαία, σε απόσταση 200 χιλιομέτρων από τις πλησιέστερες ουκρανικές θέσεις, ή ακόμη και μεθοριακές ρωσικές πόλεις όπως το Μπέλγκοροντ.
Παρά το συμβολικό βάρος, όμως, αυτών των επιχειρήσεων τίποτα δεν δείχνει ότι επίκειται άμεση ανατροπή. Το πιθανότερο ενδεχόμενο είναι ένας μακρύς πόλεμος φθοράς, με πρωταγωνιστές το πυροβολικό και τα χαρακώματα, κάτι που θα θυμίζει Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναβιώνοντας τη φρίκη των αμπρί, όπως τη γνώρισαν πολλές γενιές από τα έργα του Ρεμάρκ, του Μυριβήλη και του Σελίν.
Θεωρητικά, η ασταθής ισορροπία στο πεδίο της μάχης και η αμοιβαία φθορά των εμπολέμων θα μπορούσε να φέρει επί τάπητος σενάρια αν όχι ειρήνευσης, τουλάχιστον εκεχειρίας. Προς αυτή την κατεύθυνση προσπάθησε να κινηθεί ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες, ευελπιστώντας ότι η πρόσφατη συμφωνία για τις εξαγωγές ουκρανικών σιτηρών και ρωσικών αγροτικών προϊόντων θα μπορούσε να γίνει βάση για κατάπαυση του πυρός. Στην ίδια κατεύθυνση κινήθηκε ο Τούρκος πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, προτείνοντας απ’ ευθείας διαπραγμάτευση Πούτιν – Ζελένσκι στη χώρα του, με προφανή φιλοδοξία να καρπωθεί την πολιτική υπεραξία. Ολα αυτά όμως μοιάζουν με όνειρα θερινής νυκτός: ο Ζελένσκι δεν εννοεί να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις αν δεν πετύχει προηγουμένως ορισμένες τακτικές νίκες, καθώς το αντίθετο θα ήταν σαν να παραδίδει το ένα τέταρτο της χώρας του στους Ρώσους, ενώ ο Πούτιν το ελάχιστο που θα αξιώσει ως προϋπόθεση για να σιγήσουν τα όπλα είναι να παραιτηθεί διά παντός το Κίεβο όχι μόνο από την Κριμαία αλλά και από το Ντονμπάς.
Τα δύο στρατόπεδα
Στο μεταξύ, ο χρόνος κυλάει με διαφορετικό τρόπο για τα δύο στρατόπεδα, καθώς ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι έχει περισσότερους λόγους να επείγεται: η Ρωσία σχεδιάζει να παγιώσει την κατοχή στη Χερσώνα με δημοψήφισμα που έχει δρομολογήσει για τον Σεπτέμβριο, ενώ οι Ουκρανοί ανησυχούν ότι, παρά τα δημοσίως λεγόμενα, η υποστήριξη των Δυτικών σε χρήμα και όπλα μπορεί να μην αντέξει στον χρόνο αν οι ίδιοι δεν έχουν να παρουσιάσουν χειροπιαστές επιτυχίες στο πεδίο της μάχης – ιδίως μετά μια πολύ πιθανή ήττα των Δημοκρατικών στις εκλογές του Νοεμβρίου για το Κογκρέσο.
Ολα αυτά πιέζουν τον Ζελένσκι για μια παρακινδυνευμένη επίθεση στη Χερσώνα. Οι στρατιωτικοί αναλυτές του λένε ότι δεν πρέπει να διανοηθεί κάτι τέτοιο αν δεν έχει εξασφαλίσει αριθμητική υπεροχή της τάξης του 3:1 στο μέτωπο της σύγκρουσης – σήμερα η αναλογία στρατιωτών είναι περίπου 1:1. Αλλά και στο πεδίο του εξοπλισμού, οι Ουκρανοί, παρά την πρόσφατη ενίσχυσή τους, δεν αισθάνονται σίγουροι. «Τα όπλα που μας έστειλαν οι Δυτικοί είναι αρκετά για να μη χαθούμε, αλλά όχι για να νικήσουμε», παραπονιόταν αυτή τη βδομάδα ο Μιχαήλο Ποντόλιακ, σύμβουλος του Ζελένσκι. Σύμφωνα με τη γαλλική Le Monde, το Κίεβο ζητάει από τους Αμερικανούς βαλλιστικούς πυραύλους ATACMS με βεληνεκές που θα μπορεί να φτάσει τα 300 χιλιόμετρα και μαχητικά αεροπλάνα F-16, κάτι που θα σήμαινε επικίνδυνη κλιμάκωση στη σύγκρουση Ρωσίας – ΗΠΑ.
Ο ανελέητος ρωσικός χειμώνας
Ο στρατηγός χειμώνας βρέθηκε στο πλευρό της Ρωσίας απέναντι στον Ναπολέοντα και τον Χίτλερ και δεν αποκλείεται να παίξει και πάλι τον ρόλο του στη νέα, ασύμμετρη σύγκρουση με τη Δύση. Πληθωρισμός και ενεργειακή κρίση προδιαγράφουν εξαιρετικά σκληρούς μήνες για την Ευρώπη, με τα προεόρτια ήδη ορατά: το ευρώ έπεσε κάτω από το 1:1 έναντι του δολαρίου, με αρνητικό ρεκόρ εικοσαετίας, η Γερμανία εξετάζει σενάρια για δελτίο στο φυσικό αέριο και ένας Φιλελεύθερος αντιπρόεδρος της Βουλής της ζητάει να τεθεί σε λειτουργία ο Nord Stream 2, ενώ η Βρετανία γνωρίζει το μεγαλύτερο απεργιακό κύμα των τελευταίων δεκαετιών. Ακραία κοινωνικά φαινόμενα και ανατροπές κυβερνήσεων είναι πιθανό να εκδηλωθούν σε σειρά χωρών, θέτοντας σε δεινή δοκιμασία την ευρωπαϊκή συνοχή και τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας. Πέρα από αναμέτρηση όπλων και χρήματος, ο πόλεμος, ο κάθε πόλεμος, είναι και σύγκρουση βουλήσεων. Στον πόλεμο της Ουκρανίας δεν είναι καθόλου βέβαιο ποιο από τα δύο στρατόπεδα θα επιδείξει την ισχυρότερη, σε βάθος χρόνου, βούληση.