Kathimerini.gr
Με μια μακροσκελή δήλωση, ο Ντόναλντ Τραμπ εξαπέλυσε οξεία επίθεση στο νέο αστέρι των Ρεπουμπλικανών, τον κυβερνήτη της Φλόριντα Ρον ντε Σάντις, ο οποίος, μετά τη θριαμβευτική νίκη του στις εκλογές της περασμένης Τρίτης, εμφανίζεται ως πιθανός αντίπαλος του τέως προέδρου στη μάχη για το χρίσμα της παράταξης ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2024.
Πολιτικοί που στο παρελθόν υποστήριζαν τον τέως πρόεδρο στρέφονται τώρα εναντίον του, όπως και το συγκρότημα MME του Ρούπερτ Μέρντοχ.
«Λέει ότι εστιάζει μόνο στη μάχη για την πολιτεία (της Φλόριντα) και ότι δεν σκέφτεται το μέλλον. Λοιπόν, με όρους αφοσίωσης και στυλ, αυτή δεν είναι η σωστή απάντηση», έγραψε ο Τραμπ στη διαδικτυακή πλατφόρμα του, Truth Social, καταλογίζοντας στον Ντε Σάντις ότι ετοιμάζεται να κατέβει στις προεδρικές εκλογές και δεν το λέει. Σε άλλο σημείο της δήλωσης ισχυρίζεται ότι ο Ντε Σάντις βγήκε κυβερνήτης το 2016 χάρη στη δική του, προσωπική υποστήριξη και τον χαρακτηρίζει «μέτριο Ρεπουμπλικανό κυβερνήτη».
Προτού ακόμη κλείσουν οι κάλπες, ο Τραμπ αποκάλεσε τον Ντε Σάντις «Ron de Sanctimonious» (Ρον ο Φαρισαίος), δείχνοντας ότι τον αντιμετωπίζει ως τον πιο άμεσο πολιτικό του αντίπαλο. Το εκλογικό αποτέλεσμα έφερε την πιθανότητα μετωπικής σύγκρουσης των δύο πιο κοντά. Ενώ το «γιγαντιαίο κύμα» υπέρ των Ρεπουμπλικανών που είχε προβλέψει ο Τραμπ δεν εκδηλώθηκε σε πανεθνικό επίπεδο και πολλοί υποψήφιοι της επιλογής του ηττήθηκαν, ο Ρον ντε Σάντις πιστώθηκε το «κόκκινο κύμα» που όντως σάρωσε τη δική του πολιτεία: ο ίδιος επανεκλέχτηκε με συντριπτική διαφορά 20 μονάδων και οι Ρεπουμπλικανοί κέρδισαν υπερ-πλειοψηφία στην πολιτειακή Βουλή και Γερουσία, καταστάσεις εντελώς ασυνήθιστες για μια κατεξοχήν διαφιλονικούμενη πολιτεία, όπου οι εκλογές κρίνονταν κατά κανόνα με οριακές διαφορές.
Η πρώτη, πολύ σημαντική επίπτωση για τον Τραμπ ήταν η μεταστροφή του ομίλου News Corp, του 91χρονου Αυστραλοαμερικανού μεγιστάνα των μίντια Ρούπερ Μέρντοχ, υπέρ του Ντε Σάντις. «Ο Τραμπ είναι ο πιο μεγάλος χαμένος του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος», ήταν ο τίτλος του κύριου άρθρου της Wall Street Journal, που ανήκει στον όμιλο Μέρντοχ, την επομένη των εκλογών. Στο ίδιο άρθρο αναφέρεται ότι σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 2016, όταν νίκησε την άκρως αντιδημοφιλή Χίλαρι Κλίντον, ο Τραμπ οδήγησε το κόμμα του από ήττα σε ήττα. Μια άλλη εφημερίδα του συγκροτήματος, η New York Post, κυκλοφόρησε με πρωτοσέλιδη φωτογραφία του Ντε Σάντις υπό τον τίτλο «Το μέλλον», ενώ αρθρογράφος της υποστήριζε ότι «είναι καιρός να εγκαταλείψει ο Τραμπ την πολιτική».
Εντονη αντίδραση
Μένεα πνέων κατά του Μέρντοχ, ο Τραμπ έγραψε στη δήλωσή του ότι «ο όμιλος News Corp, δηλαδή το Fox News, η Wall Street Journal και η όχι πλέον σπουδαία New York Post, όλοι τους δουλεύουν για τον κυβερνήτη Ron de Sanctimonious». Παρά τις εκκλήσεις συνεργατών του να μη βιαστεί να ανακοινώσει τις αποφάσεις του, ο Τραμπ κάλεσε τους δημοσιογράφους στην έπαυλή του, στο Μαρ-α-Λάγκο της Φλόριντα, την ερχόμενη Τρίτη, στις 9 το βράδυ, για μια «ξεχωριστή ανακοίνωση» – πιθανότατα της υποψηφιότητάς του για τις εκλογές του 2024.
Στο μεταξύ συνεχιζόταν και χθες το αργόσυρτο θρίλερ της καταμέτρησης ψηφοδελτίων, με τους συσχετισμούς στο νέο Κογκρέσο να μην έχουν ακόμη αποκρυσταλλωθεί. Στη Βουλή των Αντιπροσώπων, οι Ρεπουμπλικανοί είχαν εξασφαλίσει 211 έδρες έναντι 198 των Δημοκρατικών και χρειάζονταν άλλες επτά για να σιγουρέψουν την πλειοψηφία τους. Στη Γερουσία, οι Ρεπουμπλικανοί είχαν κερδίσει 49 ψήφους έναντι 48 των Δημοκρατικών με τρεις πολιτείες σε εκκρεμότητα: στην Αριζόνα η πλάστιγγα έκλινε υπέρ της Δημοκρατικής υποψήφιας, που προηγούνταν με έξι μονάδες, ενώ στη Νεβάδα ο Ρεπουμπλικανός είχε προβάδισμα μόλις μιας μονάδας. Η αναμέτρηση της Τζόρτζια θα κριθεί σε επαναληπτικές εκλογές, στις 6 Δεκεμβρίου.
Πιθανοί υποψήφιοι για την προεδρία των ΗΠΑ
Τουλάχιστον δέκα διεκδικητές της προεδρίας ενδέχεται να κατέβουν στις εκλογές του 2024. Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι αν και σκοπεύει να διεκδικήσει δεύτερη θητεία, θα ανακοινώσει την τελική του απόφαση στις αρχές του 2023.