Ούτε τρεις μέρες δεν είχε στην ιδιοκτησία του το Twitter ο Έλον Μασκ, όταν την Κυριακή μοιράστηκε μια ανάρτηση που περιείχε παραπληροφόρηση – και ύστερα από λίγες ώρες τη διέγραψε.
Την Κυριακή, δημοσίευσε μια απάντηση στη Χίλαρι Κλίντον ότι «υπάρχει μια μικρή πιθανότητα να υπάρχουν περισσότερα σε αυτή την υπόθεση» πίσω από την επίθεση στον Πολ Πελόζι, σύζυγο της Νάνσι Πελόζι, στο Σαν Φρανσίσκο, συνδέοντας ένα άρθρο γνώμης στο Santa Monica Observer, έναν ιστότοπο που περιγράφεται ως πηγή χαμηλής αξιοπιστίας που ευνοεί την ακροδεξιά.
Το άρθρο ισχυρίστηκε χωρίς στοιχεία ότι η Πελόζι ήταν μεθυσμένη τη στιγμή της επίθεσης και «σε μια διαμάχη με μια πόρνη». Το άρθρο, το οποίο ενισχύθηκε από πολλά πρόσωπα της δεξιάς, δεν ανέφερε πηγές και απέδιδε το περιεχόμενό του στη διαδικτυακή συντομογραφία IMHO («κατά την ταπεινή μου γνώμη»).
Ο κ. Μασκ, που έχει 100 εκατομμύρια ακολούθους στο Twitter, αντιμετώπισε άμεσες και εκτεταμένες αντιδράσεις από χρήστες που είπαν ότι το tweet καθιστά μη σοβαρή την ιδιοκτησία του στο μέσο κοινωνικής δικτύωσης και τον κατηγόρησαν ότι προώθησε μια αβάσιμη θεωρία συνωμοσίας.
Μερικές ώρες αργότερα, ο κ. Μασκ διέγραψε το tweet του, χωρίς να είναι σαφές τι τον ώθησε να το κάνει.
Ωστόσο, το γεγονός υπογραμμίζει τη σύγκρουση που αντιμετωπίζει ο ίδιος, καθώς αναλαμβάνει ένα κοινωνικό δίκτυο όπου οι πολιτικές ελέγχου επικρίνονται συνεχώς ως υπερβολικά αυστηρές, ενώ δεσμεύεται επίσης ότι δεν θα επιτρέψει ασυδοσία, με την οποία οι διαφημιστές ίσως να μην θέλουν να ταυτιστούν. Ήδη, ο κ. Μασκ έπρεπε να αναγνωρίσει ότι οι λογαριασμοί που έχουν ανασταλεί, όπως αυτός του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, δεν θα αποκατασταθούν έως ότου συγκληθεί ένα ακαθόριστο «συμβούλιο ελέγχου» για να καθορίσει την πολιτική του μέσου.
Το γεγονός υπογραμμίζει τη σύγκρουση που αντιμετωπίζει ο ίδιος, καθώς αναλαμβάνει ένα κοινωνικό δίκτυο όπου οι πολιτικές ελέγχου επικρίνονται συνεχώς ως υπερβολικά αυστηρές.
Πριν πλησιάσει στην ολοκλήρωση της αγοράς του Twitter, ο Μασκ εξέφρασε μια εκτεταμένη άποψη για την ελευθερία του λόγου, υποστηρίζοντας ελάχιστη παρέμβαση, πέρα από αναρτήσεις που είναι σαφώς παράνομες. Αυτή η προσέγγιση θα απέκλειε την αστυνόμευση της παραπληροφόρησης, της παρενόχλησης, του εκφοβισμού και άλλου περιεχομένου κατά του οποίου το Twitter και άλλες εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης αναλαμβάνουν δράση, μέσω ενός συστήματος διαγραφών, προειδοποιητικών ειδοποιήσεων και αθόρυβων υποβιβασμών γνωστών ως «σκιώδεις απαγορεύσεις».
Παραπληροφόρηση
Αλλά αυτή η προθυμία να εκπέμψει παραπληροφόρηση – ή να την ενισχύσει χρησιμοποιώντας την τακτική του «απλώς να θέτει ερωτήματα» – θα μπορούσε να δημιουργήσει μεγάλες αντιφάσεις τόσο για τον ίδιον όσο και για το Twitter τώρα που είναι ιδιοκτήτης της εταιρείας. Κι αυτό θα μπορούσε να είναι καταστροφικό για το μέσο.
Ιστορικά, οι ιδιοκτήτες εταιρειών μέσων κοινωνικής δικτύωσης, όπως ο Διευθύνων Σύμβουλος του Facebook, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν αμφιλεγόμενες δημόσιες πολιτικές απόψεις επειδή δεν θέλουν να θεωρούνται ότι βάζουν τον δάκτυλό τους στους αλγόριθμους που διέπουν τη δημόσια έκφραση. Επιπλέον, οι πλατφόρμες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, περιλαμβανομένου του Twitter, έχουν ωθήσει το κοινό προς έγκυρες πηγές πληροφοριών για την αντιμετώπιση της διάδοσης παραπληροφόρησης στις υπηρεσίες τους. Η τοποθέτηση συνδέσμων και ετικετών σε αξιόπιστους ειδησεογραφικούς ιστότοπους αποτελεί βασικό μέρος των στρατηγικών του Twitter και άλλων εταιρειών για την αντιμετώπιση του παραπλανητικού περιεχομένου.
Οι διαφημιστές, που αποτελούν την κύρια πηγή εσόδων για το Twitter, είναι επίσης γνωστό ότι διαμαρτύρονται για τέτοιο περιεχόμενο. Ένα μποϊκοτάζ του Facebook από διαφημιστές το 2020 βοήθησε να αναγκάσει το μέσο κοινωνικής δικτύωσης να υιοθετήσει πιο σκληρές πολιτικές για τη ρητορική μίσους.
«Η ιδιοκτησία του Twitter από τον κ. Μασκ είναι σαν να βάζεις τον λύκο να φυλάει τα πρόβατα, σε ό,τι αφορά την πολιτική παραπληροφόρηση», δήλωσε στη Washington Post η Τζόαν Ντόνοβαν, διευθύντρια έρευνας στο τμήμα ΜΜΕ και Πολιτικής στο Χάρβαρντ. «Όταν ήταν απλώς χρήστης, αυτό δεν είχε τόσο μεγάλη σημασία όσο τώρα επειδή οι άνθρωποι μπορεί να μην εμπιστεύονται την πλατφόρμα εάν δεν εμπιστεύονται τις βασικές αξίες του ιδιοκτήτη».
Η κα Ντόνοβαν είπε ότι το tweet του κ. Μασκ δεν αποδεχόταν την αξία του Twitter ως χώρου όπου οι άνθρωποι αναζητούν έγκυρες πληροφορίες για τα πάντα, από γεωπολιτικές συγκρούσεις μέχρι εκλογές.
«Θα φανταζόμασταν ότι για να τον δούμε ως αξιόπιστο συνομιλητή, όπως ένας πολιτικός, ιδιοκτήτης επιχείρησης ή δημοσιογράφος, θα νοιαζόταν για την ποιότητα των ειδήσεων στη λεγόμενη δημόσια συζήτηση», είπε, προσθέτοντας ότι θα έπρεπε να δημοσιεύσει διόρθωση.
Το Twitter σε μεγάλο βαθμό δεν απαγορεύει την παραπληροφόρηση εκτός από ορισμένες περιπτώσεις. Η εταιρεία έχει μια «πολιτική παραπληροφόρησης για την κρίση», που ξεκίνησε φέτος κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, η οποία της επιτρέπει να δημοσιεύει μια προειδοποιητική ειδοποίηση και να υποβιβάζει περιεχόμενο που «χαρακτηρίζει εσφαλμένα τις συνθήκες στο έδαφος» καθώς εξελίσσεται μια σύγκρουση.
Η εταιρεία απαγορεύει επίσης τα «deep fakes» ή τη δημοσίευση οποιωνδήποτε εικόνων ή βίντεο που έχουν παραποιηθεί, καθώς και την παραπληροφόρηση σχετικά με τον κορωνοϊό. Το περιεχόμενο που επιχειρεί σκόπιμα να παραπλανήσει το κοινό σχετικά με τις διαδικασίες ψηφοφορίας ή ένα εκλογικό αποτέλεσμα υποβιβάζεται από τους αλγόριθμους της εταιρείας και μπορεί να λάβει προειδοποιητικές ετικέτες και συνδέσμους προς έγκυρες πληροφορίες.
Πηγή: The Washington Post