ΣΑΝΤΟΡΙΝΗ – ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Μαρία Σιδηροπούλου
Οι κόκκινες κορδέλες κατά μήκος της Καλντέρας υπενθυμίζουν σε όσους έχουν μείνει πίσω τον κίνδυνο κατολισθήσεων από τις σεισμικές δονήσεις που συνταράσσουν το νησί τις τελευταίες ημέρες. Με περισσότερους από 11.000 κατοίκους, επαγγελματίες και επισκέπτες να έχουν πλέον εγκαταλείψει τη Σαντορίνη, αυτοί που παραμένουν στο νησί παρατηρούν ανήσυχοι τα ειδικά κλιμάκια της ΕΜΑΚ να καταφθάνουν.
«Οταν άρχισαν να έρχονται οι ενισχύσεις καταλάβαμε ότι κάτι διαφορετικό συμβαίνει» μάς λέει η μόνιμη κάτοικος Μαργαρίτα Δαμίγου από το σαλόνι του σπιτιού της, όπου παρακολουθεί τις δημόσιες τοποθετήσεις και τις ερμηνείες των επιστημόνων για το εν εξελίξει φαινόμενο. «Εχει δημιουργηθεί μια ανασφάλεια» τονίζει «δεδομένου ότι υπάρχει μια προϊστορία με έναν καταστροφικό σεισμό το 1956».
Ο Ιωάννης Ρενιέρης, νεαρός άνδρας τότε, είχε ολοκληρώσει τη στρατιωτική του θητεία όταν το νησί χτύπησε ο ισχυρότερος σεισμός στην Ελλάδα του 20ου αιώνα. Ο θείος του ήταν ανάμεσα στους 53 νεκρούς.
Οπως περιγράφει στην κάμερα της «Κ», επτά δεκαετίες μετά, όλος ο κόσμος της Σαντορίνης «βράζει σ’ ένα καζάνι». «Η ανιψιά μου δίπλα λέει, “πάμε να φύγουμε θείε;”. Τι να της πω; Εδώ γεννηθήκαμε, εδώ μεγαλώσαμε. Να φύγουμε να πάμε στην Αθήνα;»
«Υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται βοήθεια και θα χρειαστούν βοήθεια» τονίζει από πλευράς της η Μαργαρίτα Δαμίγου, αναφερόμενη στους ηλικιωμένους του νησιού, όπως η μητέρα της, που δεν μπορούν εύκολα να μετακινηθούν. «Θεωρώ ότι είναι χρέος μας να μείνουμε πίσω. Σε όλους αυτούς το χρωστάμε. Γιατί είχαν μείνει κι εκείνοι πίσω και κράτησαν το νησί».