ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Μαρτυρίες κατοίκων στην «Κ»: «Μια αλλαξιά και φύγαμε, δεν θα αντέξουμε»

Το κυνήγι της φωτιάς στους οικισμούς της Πεντέλης και οι μαρτυρίες των κατοίκων στην «Κ» για τη νύχτα που πέρασαν

Kathimerini.gr

Γιάννης Παπαδόπουλος

Το ξημέρωμα της Τετάρτης τον βρήκε στο σπίτι του στη Διώνη, άυπνο, να καταβρέχει προληπτικά τοίχους και σκεπή. Ετσι περιγράφει ότι πέρασε τη νύχτα, στην αναμονή. Μέχρι εκείνη τη στιγμή η πυρκαγιά που είχε ξεσπάσει την προηγούμενη ημέρα στην Πεντέλη δεν τους είχε απειλήσει. Ωσπου ο άνεμος άλλαξε φορά, η φωτιά διασπάστηκε και σε άλλο μέτωπο, καβάλησε την πλαγιά, την είδε να πλησιάζει στα δύο τετράγωνα μακριά. «Μια αλλαξιά και φύγαμε, δεν θα αντέξουμε», θυμάται να λέει στην οικογένειά του ο Ιωάννης Αλβανός. Σε δέκα λεπτά οι φλόγες είχαν φτάσει, έσπασαν τα παράθυρα από την πίσω πλευρά, η φωτιά τρύπωσε όπου μπορούσε.

«Δεν πρόλαβε η Πυροσβεστική να κάνει κάτι», λέει ο κ. Αλβανός όταν τον συναντάμε έξω από το σπίτι του. Εχουν συμπληρωθεί περίπου πέντε ώρες από το πέρασμα της φωτιάς, η κατάσβεση από τις πυροσβεστικές δυνάμεις συνεχίζεται, από το εσωτερικό του κτιρίου αναβλύζει ακόμη πυκνός μαύρος καπνός. Γείτονές του παρατηρούν στο πλευρό του την καταστροφή δίνοντας κουράγιο ή προσφέροντας κατάλυμα εάν το χρειαστεί.

Ανακαλούν και άλλες χρονιές με μεγάλες πυρκαγιές στην ευρύτερη περιοχή, το 1995, το 1998 και το 2007, και μιλούν για ένα πολύπαθο μέρος.

Θέμα συντονισμού

«Εχω ξαναζήσει πολλές φορές με φωτιές, ξέρω πώς κινείται και λέω τώρα δεν θα γλιτώσουμε, έπρεπε να φύγουμε», λέει ο κ. Αλβανός και εκτιμά ότι με διαφορετικό συντονισμό δυνάμεων ίσως θα μπορούσαν να είχαν γλιτώσει. «Θα έπρεπε να την είχαν κόψει από εκεί που ξεκίνησε το μέτωπο, όχι να τρέχουν από πίσω. Να δώσουν τη μάχη εκεί που ξεκινάει, να γίνει οχυρό, να μην περάσει πουθενά. Δυστυχώς…» τονίζει.

Στην Ανθούσα, ένας συνταξιούχος καπετάνιος σε πλοία του εμπορικού ναυτικού, ηλικίας 84 ετών, αυτοκτόνησε χθες όταν διαπίστωσε ότι το σπίτι του είχε καεί για τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια. Είχε εγκαταλείψει με άλλους κατοίκους την περιοχή τα ξημερώματα. Επέστρεψε λίγες ώρες αργότερα και όταν αντίκρισε την καταστροφή αυτοπυροβολήθηκε με ένα περίστροφο που είχε μαζί του.

«Ετρεχαν τα πυροσβεστικά, ήταν δύσκολο να τη σβήσουν, πιστεύω δόθηκε μάχη, έκαναν αγώνα».

Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά, ο Ηλίας Διαμαντόπουλος εγκατέλειψε το δικό του σπίτι στις δύο τα ξημερώματα της Τετάρτης και έμαθε ότι δύο ώρες αργότερα οι φλόγες είχαν καταφέρει να φτάσουν σε ένα ακαθάριστο γειτονικό οικόπεδο. Με το πρώτο φως επέστρεψε. Τον βρίσκουμε ανεβασμένο στην οροφή ενός κτιρίου, ένα στρατηγικό σημείο με προνομιακή θέα ολόγυρα στο Ντράφι.

Πυροσβεστικά ελικόπτερα και αεροσκάφη Canadair περνούν από πάνω του σε διαδοχικά δρομολόγια υδροληψιών και ρίψεων, λίγα σημεία καπνίζουν ακόμη. Εκείνος περιγράφει πώς η φωτιά περικύκλωσε την περιοχή και έκαψε όπου μπορούσε, αφήνοντας το μέρος «καραφλό». Θυμάται την πυρκαγιά του 2007, αλλά λέει ότι δεν συγκρίνεται με ό,τι έζησαν τώρα.

Το σπίτι του γλίτωσε, όση ώρα μιλάμε όμως δύο πυροσβεστικά οχήματα επιχειρούν να σβήσουν τη φωτιά σε μία οικία δύο τετράγωνα πιο πάνω. Ο ιδιοκτήτης βρίσκεται εκεί, παρατηρεί σιωπηλός τις προσπάθειές τους. Δεν υπάρχει δέντρο σε αυτό το δρομάκι, γειτονικά σπίτια μοιάζουν ανέγγιχτα, λες και η φωτιά διάλεξε πού να χτυπήσει. Και αυτό το οίκημα κάηκε το πρωί της Τετάρτης, πιθανότατα –σύμφωνα με μαρτυρίες– μεταφέρθηκε από τον άνεμο καύσιμη ύλη, πρώτα άρπαξε η στέγη του και από εκεί εισέβαλε η φωτιά.

Στάθηκαν τυχεροί

Πιο χαμηλά στην ίδια πλαγιά, ο Χαράλαμπος Ηλιάδης και η Αναστασία Μπουκουβάλα στάθηκαν τυχεροί. Η φωτιά σταμάτησε στον τοίχο της αυλής τους. Λένε ότι πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια έφτασε τόσο κοντά και δείχνουν ότι στο παρελθόν, σε άλλο συμβάν, είχε πλησιάσει σε απόσταση περίπου 100 μέτρων. Πριν από δύο μήνες είχαν καθαρίσει από ξερά χόρτα και κλαδιά την περίμετρο και τονίζουν ότι αυτή η κίνηση αποδείχθηκε σωτήρια.

«Ετρεχαν τα πυροσβεστικά, ήταν δύσκολο να τη σβήσουν, πιστεύω δόθηκε μάχη, έκαναν αγώνα», αναφέρει η κ. Μπουκουβάλα για όσα είχαν προηγηθεί και εκτιμά ότι το πρόβλημα εντοπίζεται στη διαχείριση της φωτιάς μέσα στο δάσος. Μέχρι το βράδυ της Τρίτης θεωρούσαν ότι είχαν διαφύγει τον κίνδυνο. Ομως, σύμφωνα με τον κ. Ηλιάδη, «αργά τη νύχτα γύρισε ο αέρας και η κατάσταση έγινε ανεξέλεγκτη».

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

X