ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Ε.Ε.: Η Αθήνα αξιολογεί το νέο τοπίο μετά την τοποθέτηση Σολτς για το βέτο

Σε κομβικό σταυροδρόμι όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε κρίσιμους τομείς εισέρχεται η Ε.Ε.

Kathimerini.gr

Δώρα Αντωνίου

Σε κομβικό σταυροδρόμι όσον αφορά τις διαδικασίες λήψης αποφάσεων σε κρίσιμους τομείς εισέρχεται η Ε.Ε. Η χθεσινή αναφορά του καγκελαρίου της Γερμανίας Ολαφ Σολτς, από την Πράγα, σε μια σταδιακή μετάβαση στη λήψη αποφάσεων με πλειοψηφία στην κοινή εξωτερική πολιτική αλλά και σε άλλους τομείς έρχεται να προστεθεί σε ανάλογες τοποθετήσεις του προέδρου της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν, ενώ στο πρόσφατο παρελθόν παρεμφερείς δηλώσεις υπήρξαν από την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν αλλά και τον Μάριο Ντράγκι.

«Από τη στιγμή που το λένε και οι Γερμανοί και οι Γάλλοι, σημαίνει ότι δρομολογούνται κινήσεις στον τομέα αυτό», αναφέρει σχετικά διπλωματική πηγή. Η Αθήνα παρακολουθεί τις εξελίξεις με ενδιαφέρον. Μέχρι στιγμής, με δεδομένο ότι δεν έχει τεθεί σε κανένα επίπεδο, θεσμικά, ζήτημα αλλαγής του τρόπου λήψης αποφάσεων στην Ε.Ε., δεν υπάρχει και επισήμως κάποια προεργασία. Ωστόσο, το γεγονός ότι οι σχετικέ ς αναφορές πυκνώνουν στο ανώτερο δυνατό επίπεδο, είναι δηλωτικό της κινητικότητας γύρω από το ζήτημα, που δεν μπορεί να αγνοηθεί.

Η κατάργηση της ομοφωνίας αφορά τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας και θεωρείται δύσκολο τα μικρότερα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να εκχωρήσουν τέτοια δυνατότητα στα μεγαλύτερα.

Σύμφωνα με την ανάλυση έμπειρου διπλωματικού παράγοντα, δύο είναι οι παράμετροι που καθόρισαν τις εξελίξεις και ωθούν στο να ανοίξει η συζήτηση για άρση της αρχής της ομοφωνίας σε τομείς που άπτονται ακόμη και της κυριαρχίας των κρατών-μελών: η πρώτη καθοριστική εξέλιξη ήταν η αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, όσο η Βρετανία ήταν κράτος-μέλος δεν μπορούσε ποτέ να γίνει ούτε καν υπαινιγμός για μια τέτοια συζήτηση, καθώς οι θέσεις του Λονδίνου ήταν ξεκάθαρες υπέρ της διατήρησης της αρχής της ομοφωνίας. Η δεύτερη καθοριστική εξέλιξη ήταν η δυστοκία στη λήψη αποφάσεων από την Ε.Ε. σε σχέση με τη Ρωσία μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία. Τα εμπόδια στη λήψη αποφάσεων για τις κυρώσεις, πρωτίστως από την Ουγγαρία καθώς και από άλλες χώρες, άνοιξαν τον δρόμο για τη συζήτηση επαναπροσδιορισμού της σχετικής διαδικασίας.

«Η αρχή της ομοφωνίας υπήρξε μια δύσκολη παράμετρος ήδη από την εποχή της Ε.Ε. των 12-15 κρατών-μελών. Στην Ευρώπη των 27 μιλάμε για ατέλειωτες διαβουλεύσεις, παζάρια και πάρε δώσε, που προκαλούν μεγάλες καθυστερήσεις και λειτουργούν σαν τροχοπέδη, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που η επίδειξη γρήγορων αντανακλαστικών είναι ζωτική για τα συμφέροντα και το κύρος της Ε.Ε.», υπογραμμίζει διπλωματική πηγή. Αυτό δεν είναι μυστικό, έχει άλλωστε διαπιστωθεί αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια, όταν η Ε.Ε. κλήθηκε να διαχειριστεί ποικίλες κρίσεις. «Η εργαλειοποίηση και η πολιτική κατάχρηση της δυνατότητας του βέτο είναι συχνά εξώφθαλμες», αναφέρεται σχετικά.

Ομως, η κατάργηση της αρχής της ομοφωνίας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής αφορά τον πυρήνα της εθνικής κυριαρχίας και θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο τα μικρότερα κράτη-μέλη να εκχωρήσουν τέτοια δυνατότητα στα μεγαλύτερα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συζήτηση στην Αθήνα εξελίσσεται υπέρ ενός πιο ευέλικτου σχήματος ώστε να παρακάμπτεται η εργαλειοποίηση της αρχής της ομοφωνίας από χώρες χωρίς ειδικό βάρος, που αξιοποιούν το «όπλο» της ομοφωνίας για να προωθήσουν την ατζέντα τους σε άλλα ζητήματα. Ωστόσο, η ελληνική πλευρά τάσσεται σαφώς υπέρ της διαμόρφωσης ασφαλιστικών δικλίδων για ζητήματα ζωτικής σημασίας, ώστε να μη θίγεται ο άξονας της εθνικής κυριαρχίας.

Το πώς θα επιτευχθεί αυτό, απαιτεί ευρηματικότητα για τη διαμόρφωση ενός υβριδικού μοντέλου. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται, όπως αναφέρει διπλωματική πηγή, για μια συζήτηση που έχει δρόμο μπροστά της και χρονοβόρες διαδικασίες αλλαγής συνθηκών.

Ε.Ε.: Η Αθήνα αξιολογεί το νέο τοπίο μετά την τοποθέτηση Σολτς για το βέτο-1

ΑΠΟΨΕΙΣ

Οι προτάσεις Σολτς και το βέτο

Του Γιώργου Παγουλάτου*

Η ομιλία Σολτς συνιστά σημαντική συμβολή στον Διάλογο για το Μέλλον της Ευρώπης, όπου κυριαρχούν οι προτάσεις Μακρόν. Αντίθετα από την προτεραιότητα Μακρόν στην εμβάθυνση, ο Σολτς προτείνει διεύρυνση μαζί με εμβάθυνση της Ε.Ε. Αμφότεροι ορθώς αποβλέπουν σε μια ισχυρή και «κυρίαρχη» Ε.Ε., ικανή να υπερασπιστεί την ασφάλεια και τα συμφέροντά της, λαμβάνοντας συλλογικές αποφάσεις. Ο Σολτς αντιτίθεται στα σχήματα της «ενισχυμένης συνεργασίας». Προτείνει πλήρη μετάβαση από την ομοφωνία στην ειδική ενισχυμένη πλειοψηφία των κρατών-μελών. Βέβαια, η κατάργηση της ομοφωνίας προϋποθέτει αλλαγή των Συνθηκών, που απαιτεί ομοφωνία. Μια ισχυρή Ε.Ε., ενοποιημένη στην εξωτερική πολιτική και άμυνα, θα ήταν ασπίδα για μια χώρα όπως η Ελλάδα, που απειλείται από εταίρο του ΝΑΤΟ, εκτός Ε.Ε.

Είναι δεδομένη η απροθυμία μικρότερων κρατών-μελών να θυσιάσουν το δικαίωμα του βέτο στην εξωτερική πολιτική. Υπάρχουν βάσιμα επιχειρήματα υπέρ του. Η διατήρηση του βέτο εξασφαλίζει ότι οι αποφάσεις της Ε.Ε. παραμένουν συμπεριληπτικές. Η απομόνωση κρατών-μελών σε μειοψηφία σε καίρια ζητήματα εξωτερικής πολιτικής θα αποδυνάμωνε τη νομιμοποίηση της Ε.Ε. και την αποδοχή της στις χώρες αυτές. Παράλληλα, η Ε.Ε. δεν θα είχε τρόπους να υποχρεώσει μειοψηφούντα μέλη να συμπλεύσουν με μια πολιτική στην οποία αντιτίθενται. Από την άλλη, η δυνατότητα κρατών-μελών να χρησιμοποιούν το βέτο για να εκβιάσουν υπέρ τους αποφάσεις οδηγεί σε παραλυσία ή αποφάσεις χαμηλού κοινού παρονομαστή, αποδυναμώνοντας την Ε.Ε. Βλέπε αναλυτικά: Σ. Μπλαβούκος και Γ. Παγουλάτος, «Η Ευρώπη μετά τον πόλεμο του Πούτιν: Η Ε.Ε. στη νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας», ΕΛΙΑΜΕΠ Policy Paper, 95/2022.

Επομένως η ειδική πλειοψηφία είναι η ορθή κατεύθυνση, αλλά η μετάβαση πρέπει να είναι σταδιακή. Τα μικρότερα κράτη-μέλη χρειάζονται ισχυρή διαβεβαίωση ότι θα μπορούν πάντοτε να χρησιμοποιούν τα προβλεπόμενα «φρένα έκτακτης ανάγκης». Η μετάβαση στην ειδική πλειοψηφία θα έπρεπε να συνιστά τελικό στάδιο διαμόρφωσης ευρωπαϊκής συναντίληψης για την εξωτερική πολιτική όσον αφορά τις μείζονες προκλήσεις ασφάλειας και την ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας της Ε.Ε. Υπό το φάσμα του πολέμου στην Ουκρανία, η συζήτηση πολώνεται αλλά και ωριμάζει.

Προς το παρόν υπάρχουν αρκετά να γίνουν για τη βελτίωση της λειτουργίας του υπάρχοντος θεσμικού πλαισίου εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας της Ε.Ε. και την πλήρη αξιοποίηση των υφιστάμενων δυνατοτήτων.

* Ο κ. Γιώργος Παγουλάτος είναι καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο, γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ.

Ενας δυσλειτουργικός αλλά αναγκαίος κανόνας

Του Σπύρου Βλαχόπουλου*

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο κανόνας της ομοφωνίας δημιουργεί ζητήματα δυσλειτουργικότητας. Αρκεί το βέτο και από ένα και μόνο κράτος, όχι πάντοτε με αγαθά κίνητρα, για να ματαιωθεί η λήψη μιας αναγκαίας απόφασης. Από την άλλη, όμως, δεν μπορούν να παραβλεφθούν οι πολύ θετικές συνέπειες του κανόνα της ομοφωνίας. Μέσω του κανόνα αυτού, τα ασθενέστερα κράτη γνωρίζουν ότι τα ζωτικά τους συμφέροντα δεν θα μείνουν απροστάτευτα απέναντι στη βούληση της πλειοψηφίας. Το στοιχείο αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί μόνο με την αίσθηση αυτή της ασφάλειας που παρέχει ο κανόνας της ομοφωνίας, τα μικρότερα και ασθενέστερα κράτη είναι πρόθυμα να συναινέσουν στην εκχώρηση του τμήματος της εθνικής τους κυριαρχίας που είναι απαραίτητη για τη λειτουργία της Ε.Ε. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο κανόνας της ομοφωνίας αφορά κατεξοχήν ευαίσθητους τομείς όπως την κοινή εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας, την ιθαγένεια, την ιδιότητα του μέλους της Ε.Ε., την εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας ως προς την έμμεση φορολογία, τα οικονομικά της Ενωσης, πτυχές της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων και την εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και της κοινωνικής προστασίας.

Η Ε.Ε. κλυδωνίζεται και όποιος δεν το βλέπει αυτό μάλλον εθελοτυφλεί. Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, η αμφισβήτηση των πρωτείων του ενωσιακού δικαίου από διάφορα ανώτατα δικαστήρια (με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αυτά της Γερμανίας και της Γαλλίας), η ελλιπής αλληλεγγύη στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου για την αντιμετώπιση του μεταναστευτικού προβλήματος και οι παρεκκλίσεις από τις αρχές του κράτους δικαίου σε κάποιες χώρες, έχουν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό σκηνικό. Το τελευταίο που χρειάζεται αυτή τη στιγμή η Ε.Ε. είναι η αναθεώρηση ενός θεμελιώδους κανόνα που, με τα όποια προβλήματα παρουσιάζει, εξασφαλίζει στο μέτρο του δυνατού την ευρωπαϊκή συνοχή και τη συμμετοχή των ασθενέστερων κρατών στο όραμα της Ενωμένης Ευρώπης. Επειδή, δε, η πρόταση για τον περιορισμό του κανόνα της ομοφωνίας προέρχεται από τον ισχυρό κρίκο της Ε.Ε., τη Γερμανία, η τυχόν αποδοχή της θα αυξήσει τις φωνές των ευρωσκεπτικιστών σε μια εποχή που η Ενωμένη Ευρώπη είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ.
 
* Ο κ. Σπύρος Βλαχόπουλος είναι καθηγητής Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ.

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
Ευρώπη  |  Άμυνα  | 
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Άλλα άρθρα συγγραφέα

Kathimerini.gr

Ελλάδα: Τελευταία Ενημέρωση

X