Του Βασίλη Νέδου
Το 2012, στα πρώτα επεισόδια του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε υποσχεθεί, στην ιστορική διάλεκτο που προτιμά να χρησιμοποιεί, ότι κάποια μέρα θα προσευχηθεί στο Τέμενος Ουμαγιάντ, ένα από τα παλαιότερα τζαμιά στον κόσμο, που χτίστηκε όταν η Δαμασκός έγινε η πρωτεύουσα του δεύτερου χαλιφάτου, το οποίο έφτανε από τον Ινδοκαύκασο έως τα Πυρηναία. Το στιγμιότυπο της άφιξης του αρχηγού των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (ΜΙΤ), Ιμπραήμ Καλίν, στη Δαμασκό την περασμένη Πέμπτη, εν μέσω ενθουσιώδους υποδοχής από ένοπλους επαναστάτες, οπτικοποίησε σε αρκετές πρωτεύουσες το προφανές: Η Τουρκία έχει βάλει για τα καλά «μπότες στο έδαφος» της Συρίας.
Καχυποψία
Η Αθήνα παρακολουθεί αυτή την εδραίωση της Τουρκίας επιχειρώντας να σταθμίσει τα δεδομένα με νηφαλιότητα. Μια από τις διαπιστώσεις που ήδη έχει κάνει η ελληνική διπλωματία είναι ότι σε όλες τις σημαντικές πρωτεύουσες αναγνωρίζεται μεν η παρουσία της Αγκυρας ως καθοριστική, βαθαίνει ωστόσο η καχυποψία για το πραγματικό παιχνίδι που παίζει η Τουρκία στη Συρία. Πέρα από τον έκδηλο ενθουσιασμό των στελεχών του κυβερνώντος κόμματος στην Τουρκία, προκύπτουν και ορισμένα ακόμα ενδιαφέροντα στοιχεία. Στις εικόνες που μεταδίδονταν τα πρώτα 24ωρα ήταν ορατό ότι οι άνδρες τής (χαρακτηρισμένης από τον ΟΗΕ ως τρομοκρατικής οργάνωσης) HTS (Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ) προήλαυναν με αμερικανικά Τεθωρακισμένα Οχήματα Μεταφοράς Προσωπικού (ΤΟΜΠ) τύπου Μ-113. Στο πεδίο μάχης παρατηρήθηκε ότι χρησιμοποιούσαν τεχνολογίες και μεθόδους που είχαν εμφανιστεί στο μέτωπο της Ουκρανίας, με πλέον χαρακτηριστικό τα drones τύπου FPV (First Person View). Επιπλέον, οι δυνάμεις της HTS αποτελούνταν συνολικά από 30 ταξιαρχίες με ενιαία δομή διοίκησης, με πολλούς από τους αξιωματικούς να είναι εκπαιδευμένοι στην Τουρκία ή στα εδάφη της βόρειας Συρίας από Τούρκους στρατιωτικούς.
Δεδομένης της κατάστασης στο έδαφος, υπάρχουν αρκετές ανησυχίες για τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί η κατάσταση στη Συρία τους ερχόμενους μήνες. Ποιο θα είναι το διάδοχο σχήμα εξουσίας και πώς θα αρθρωθεί. Τα από αέρος χτυπήματα των τελευταίων ημερών, που ουσιαστικά καταστρέφουν όλα τα οπλικά συστήματα των συριακών ενόπλων δυνάμεων, θεωρούνται ως ενός είδους διασφάλιση του Ισραήλ έναντι της πιθανότητας να πέσουν στα χέρια των φιλότουρκων ανταρτών. Καταγράφεται επίσης η εκτίμηση ότι οι Ισραηλινοί θα έχουν καταστρέψει τις επόμενες ημέρες όχι μόνο τεθωρακισμένα, πολεμικά πλοία, αεροσκάφη και ελικόπτερα, αλλά και τοποθεσίες όπου υπάρχει υποψία για την αποθήκευση μικρών πυρηνικών όπλων. Η Διεθνής Υπηρεσία Ατομικής Ενέργειας (ΙΑΕΑ) είχε μια συμφωνία με την κυβέρνηση Ασαντ για την αποστολή ελεγκτών, η ανατροπή δημιουργεί κενό, ωστόσο φαίνεται ότι υπάρχουν ήδη επαφές με τους επαναστάτες για το θέμα. Αυτές οι ισραηλινές επιχειρήσεις δημιουργούν σε κάποιους κύκλους την ανησυχία ότι με τον τρόπο αυτό πρακτικά ακυρώνεται η δυνατότητα της όποιας νέας κυβέρνησης να αποκτήσει μέσα ικανά για την επιβολή του μονοπωλίου της βίας. Το προηγούμενο ιστορικό και περιφερειακό παράδειγμα, εκείνο της κατίσχυσης των Αμερικανών κατά του Ιράκ το 2003 και της διάλυσης των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, είχε τα γνωστά αποτελέσματα που οδήγησαν στον εμφύλιο και στην άνοδο του Ισλαμικού Κράτους.
Για την Αθήνα, όλη αυτή η τρέχουσα, ρευστή κατάσταση στη Συρία δημιουργεί ερωτήματα για την επόμενη ημέρα, παρά τη διπλωματική παρουσία στη Δαμασκό. Η Ελλάδα ήταν ένα από τα επτά κράτη-μέλη της Ε.Ε. που διατηρούσαν ανοιχτή πρεσβεία στη Δαμασκό και πριν από την κρίση. Αυτή τη στιγμή, μετά την πτώση Ασαντ, παραμένουν σε λειτουργία τρεις πρεσβείες κρατών-μελών της Ε.Ε., της Ελλάδας, της Ρουμανίας και της Ιταλίας. Η Αθήνα είναι εναρμονισμένη ως προς τη γενικότερη στάση της με την υπόλοιπη διεθνή κοινότητα, τηρεί δηλαδή στάση αναμονής, ζητώντας απτά δείγματα γραφής από την οργάνωση και όλους τους δρώντες στη Συρία. Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, πάντως, έχει φτάσει από αρμόδιες πηγές η πληροφορία ότι αρκετές ευρωπαϊκές χώρες επιθυμούν να ανοίξουν επίσημους διαύλους επικοινωνίας με την HTS.
Γρίφος για το άσυλο
Οι πρώτες πρωτοβουλίες που έλαβε η Αθήνα –σε πλήρη συντονισμό με το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες– συνδέονται με το προσφυγικό, όπως φάνηκε από την απόφαση για αναστολή της επεξεργασίας των αιτημάτων ασύλου από άτομα προερχόμενα από τη Συρία. Η Ελλάδα είναι η πρώτη πύλη εισόδου προσφύγων από τη Συρία, ως εκ τούτου είναι εύλογη η ανησυχία για τον βαθμό σταθερότητας του νέου καθεστώτος, που ακόμα δεν είναι σαφές ούτε πως θα λειτουργεί ούτε και με ποιο τρόπο θα λειτουργεί. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη τόσο στην Αθήνα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη υπάρχει μια συζήτηση για το αν –για παράδειγμα– θα ήταν σωστή η επιλογή να μην εξεταστεί η αίτηση ασύλου κάποιας γυναίκας ή κοριτσιού που μπορεί να ανήκει σε θρησκευτική μειονότητα της Συρίας. Η Αθήνα παρακολουθεί και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί την επιστροφή των προσφύγων η Αγκυρα για εσωτερικούς λόγους. Στις 9 Δεκεμβρίου ξεκίνησε η επιστροφή Σύρων από πέρασμα στην επαρχία του Χατάι, ενώ αντίστοιχη πίεση υπάρχει και σε δύο ακόμα σημεία στην ευρύτερη περιοχή. Αποτελεί, βέβαια, ερώτημα αν η κινητικότητα αυτή στα σύνορα είναι πραγματική ή περιλαμβάνεται και αυτή σε αυτό το πολύ καλά προμελετημένο σενάριο που η Αγκυρα εκτελεί τα τελευταία 24ωρα, με επίκεντρο την παρουσίαση της Τουρκίας ως χώρας που δίνει λύσεις και απαντήσεις σε πιεστικά ζητήματα εσωτερικής πολιτικής και ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Την ίδια στιγμή, η Αθήνα καλείται να διαδραματίσει και έναν ρόλο έναντι της μικρής αλλά σημαντικής ελληνικής κοινότητας στη Συρία. Πρόεδρος της ιστορικής ελληνικής ομογένειας στη Συρία, η οποία υπολογίζεται συνολικά σε περίπου 4.500 άτομα, είναι ο Τσαρλς Κατίνης, ενώ, όπως φάνηκε και από την τηλεφωνική επικοινωνία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον πατριάρχη Αντιοχείας Ιωάννη Ι΄, η Ελλάδα επιθυμεί να σταθεί αρωγός των χριστιανών στη Μέση Ανατολή. Μάλιστα η Αθήνα ήδη διαμηνύει προς τους βασικούς δρώντες ότι θα κριθούν με βάση τη στάση τους στο ζήτημα του σεβασμού των δικαιωμάτων όλων των κοινοτήτων, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών. Στη γενικότερη κινητοποίηση της Αθήνας το επόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να αναμένεται η –αναβληθείσα– επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στον Λίβανο, ενώ και ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης κρατάει επαφές με τους ομολόγους του της περιοχής, κυρίως με εκείνους της Ιορδανίας και του Λιβάνου. Αρκετά ενδιαφέρουσες ήταν και οι πρόσφατες επαφές που είχε στην Ιερουσαλήμ η υφυπουργός Εξωτερικών Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, στο πλαίσιο επίσκεψής της στο Ισραήλ και στα παλαιστινιακά εδάφη.
Το προηγούμενο του Ιράκ
Σε γενικές γραμμές οι ανταλλαγές Ελλάδας και Ισραήλ έχουν πυκνώσει το τελευταίο χρονικό διάστημα και είναι ενδεικτικές των γενικά θετικών διμερών σχέσεων, παρά κάποια σκαμπανεβάσματα που οφείλονται κυρίως στην ερμηνεία που δίνει το Ισραήλ για τη στάση που κρατάει η Ελλάδα σε ορισμένες πτυχές του Παλαιστινιακού. Καλά πληροφορημένες πηγές δηλώνουν στην «Κ» έκπληξη για το γεγονός ότι οι Ισραηλινοί αντιμετωπίζουν την κατάσταση στον Λίβανο και στη Γάζα ως χαμηλότερης προτεραιότητας σε σύγκριση με τη Συρία και, κυρίως, εκείνο που εκλαμβάνουν ως απειλή για τη χώρα τους, δηλαδή τις επεκτατικές βλέψεις της Αγκυρας. Στο Ισραήλ υπάρχει μεγάλη ικανοποίηση για την κατάρρευση του καθεστώτος Ασαντ και την καταρράκωση όλων των ομάδων που διεξήγαν επιχειρήσεις για λογαριασμό του Ιράν (εν προκειμένω κυρίως της Χεζμπολάχ), όμως δεν θα ήθελαν να δουν να αναδύεται μια νέα δύναμη στα συριακά αποκαΐδια, μάλιστα με ατζέντα για την περιοχή. Γι’ αυτόν τον λόγο και εμφανίζονται να προσφέρουν χείρα βοηθείας στους Κούρδους, η τύχη των οποίων θα κριθεί σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο που θα κινηθούν οι Αμερικανοί σε περίπου ένα μήνα, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει επισήμως τα καθήκοντα του προέδρου των ΗΠΑ. Σε γενικές γραμμές, και στην Αθήνα εκτιμάται ότι οι Τούρκοι αναμένουν αν ο Τραμπ θα αποσύρει πλήρως την αμερικανική παρουσία (και υποστήριξη) προς τους Κούρδους, προτού κατευθύνουν τις δυνάμεις της HTS και του φιλοτουρκικού Ελεύθερου Συριακού Στρατού (FSA) εναντίον των κουρδικών δυνάμεων στα βορειοανατολικά (PYD/YPG). Εως τώρα, πάντως, οι κύριες κουρδικές δυνάμεις (SDF) έχουν κινηθεί με σκοπό την προστασία του άμαχου πληθυσμού των Κούρδων, γι’ αυτό και έπειτα από σύντομες μάχες εγκατέλειψαν το αεροδρόμιο του Χαλεπίου, το Ταλ Ριφάτ και το Μανμπίτζ.
Οι θαλάσσιες ζώνες
Ενα ζήτημα που απασχολεί αρκετούς αξιωματούχους στην Αθήνα είναι τι θα γίνει με τις θαλάσσιες ζώνες της Συρίας. Η ανησυχία συνδέεται, βεβαίως, με το προηγούμενο του τουρκολιβυκού μνημονίου που, όπως είναι γνωστό, υπογράφηκε με μια προσωρινή κυβέρνηση η οποία δεν ήλεγχε (ούτε τότε ούτε τώρα) το σύνολο της χώρας. Στην περίπτωση της Συρίας, το ακραίο σενάριο θα ήταν η συμφωνία οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) όχι μόνο με την Τουρκία, αλλά και με το ψευδοκράτος (κατεχόμενη Καρπασία) που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τη συριακή ακτογραμμή. Προφανώς πρόκειται για ένα σενάριο που θα αποδείκνυε ότι η κυβέρνηση της Δαμασκού είναι ένα ανδρείκελο της Αγκυρας και θα δημιουργούσε ευρύτερα προβλήματα σε μια ομάδα μέχρι πρότινος επαναστατών που εμφανίζονται πρόθυμοι να συνομιλήσουν με τον διεθνή παράγοντα. Ωστόσο, η τρέχουσα, ρευστή κατάσταση δεν επιτρέπει να παραλειφθεί η εξέταση ακόμα και του πιο ακραίου σεναρίου. Υπενθυμίζεται ότι η τουρκική πλευρά είχε προτείνει οριοθέτηση ΑΟΖ ακόμα και ανάμεσα σε Τουρκία και… Ισραήλ. Προφανώς, η σύναψη ενός τουρκοσυριακού μνημονίου, στα πρότυπα του τουρκολιβυκού, θα έχει και ενεργειακή διάσταση. Δεν πρέπει να λησμονείται ότι η Συρία διαθέτει σημαντικούς ενεργειακούς πόρους (πετρέλαιο και φυσικό αέριο), μεγάλο μέρος των οποίων βρίσκεται στο βορειοανατολικό, κουρδικό κομμάτι. Μοιραία, δεδομένου του αυτονόητου ελληνικού και κυπριακού ενδιαφέροντος για τη στάση που θα κρατήσει μια μελλοντική συριακή κυβέρνηση, παρακολουθείται και η στάση της Ρωσίας. Οι δύο ρωσικές βάσεις στη Συρία (λιμάνι Ταρτούς και αεροπορική βάση Χμεϊμίμ) βρίσκονται στην ακτογραμμή της χώρας. Δεδομένου ότι από εκεί οι Ρώσοι σφυροκοπούσαν επί δώδεκα συναπτά έτη τους τουρκόφιλους αντάρτες, θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο οι αναμενόμενες διαπραγματεύσεις να καταλήξουν σε ένα καθεστώς παρόμοιο με αυτό που απολάμβαναν μέχρι πρότινος.
Κινητοποίηση της Ελλάδας
Το επόμενο χρονικό διάστημα θα πρέπει να αναμένεται η –αναβληθείσα– επίσκεψη του κ. Μητσοτάκη στον Λίβανο, ενώ και ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης κρατάει επαφές με τους ομολόγους του της περιοχής, κυρίως με εκείνους της Ιορδανίας και του Λιβάνου.
Πού κατέφυγαν οι Σύροι πρόσφυγες