Του Ανδρέα Χατζηκυριάκου
Η αναπάντεχη κίνηση Αμερικανών και Βρετανών να συμπεριλάβουν Κύπριους στις κυρώσεις κατά Ρώσων ολιγαρχών επανάφερε στην επικαιρότητα το θέμα της εικόνας της χώρας μας στο εξωτερικό. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας φαίνεται να πιστεύει ότι η εξέλιξη αυτή «είναι η ευκαιρία μας, σε εισαγωγικά και χωρίς εισαγωγικά, για να τελειώνουμε με αυτό το θέμα, να καθαρίσει μια και καλή το όνομα της χώρας μας». Φιλόδοξος στόχος, αν κρίνουμε από τη δική του διαπίστωση ότι «γίνεται μια προσπάθεια εδώ και πολλά χρόνια» για να καθαρίσει η φήμη της χώρας, αλλά προφανώς για να χρειάζεται εκ νέου να ασπρίσουμε το όνομά μας, ό,τι κι αν κάναμε δεν ήταν αρκετό, οι προσπάθειές μας δεν απέδωσαν.
Δεν απέδωσαν, διότι τα προβλήματα εικόνας πολύ συχνά δεν έχουν να κάνουν με την επικοινωνία, αλλά με την αδυναμία μας να καθορίσουμε τους στόχους μας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια δυσμενή εξέλιξη γύρω από την Κύπρο ως διεθνές κέντρο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, αντί να αντιμετωπίζουμε την αιτία του προβλήματος, σκουπίζουμε βιαστικά τους λεκέδες που άφησε στην εικόνα της χώρας. Συγκαλούμε πολυπληθείς συσκέψεις που δεν καταλήγουν πουθενά και εκτοξεύουμε μεγαλόστομες προειδοποιήσεις, γενικώς και αορίστως, όπως αυτή του Προέδρου Χριστοδουλίδη: «δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν να θεωρεί ότι μπορεί να παραβιάζει [κυρώσεις], δημιουργώντας πρόβλημα, την ίδια στιγμή, και στο όνομα της χώρας μας». Αυτά όμως είναι για εσωτερική κατανάλωση.
Για τα εξωτερικά ακροατήρια η εικόνα μας είναι ότι συνεχίζουμε να υποσχόμαστε περισσότερα απ’ όσα υλοποιούμε, τη στιγμή που θα έπρεπε να υλοποιούμε περισσότερα απ’ όσα υποσχόμαστε. Συνεχίζουμε να έχουμε την ψευδαίσθηση ότι με πομπώδεις εξαγγελίες και αυστηρές προειδοποιήσεις θα τους πείσουμε ότι κάτι αλλάζει. Δυστυχώς δεν λειτουργεί έτσι, διότι όταν έχει πληγεί η αξιοπιστία σου, ουδείς πιστεύει τις εξαγγελίες. Σε πιστεύουν μόνο όταν σε δουν να τις υλοποιείς.
Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης έχει αποφασίσει να πάρει προσωπικά απάνω του το θέμα και να μην αφήσει τον χειρισμό του σε κάποιον από τους υπουργούς του. Αυτό είναι ενθαρρυντικό, ιδιαίτερα εάν έχει πλάνο βάσει του οποίου κινείται, αυτοβούλως, προς κάποια κατεύθυνση. Μέχρι σήμερα επαναλαμβάνει ότι περιμένει ΗΠΑ και Βρετανία να μας δώσουν στοιχεία. Αυτό δεν αρκεί. Τα στοιχεία το πολύ-πολύ να καταδείξουν εάν έχει παραβιασθεί κάποια νομοθεσία ώστε το κράτος να κινηθεί νομικά. Ας μην εξετάσουμε, τώρα, την παταγώδη αποτυχία του κράτους, από το 2013, να κερδίσει σχετικές υποθέσεις στα δικαστήρια. Η χασοδικία ουδόλως συμβάλλει στο άσπρισμα της εικόνας, το αντίθετο μάλιστα.
Συνεπώς, εάν ο Πρόεδρος εννοεί αυτά που λέει, θα πρέπει να ασχοληθεί με την ουσία. Και ουσία είναι να αποφασίσει τι είδους κέντρο χρηματοοικονομικών υπηρεσιών θέλει να είναι η Κύπρος. Αυτή του η απόφαση θα καθορίσει την ποιότητα της εποπτείας που ασκούν οι αρμόδιοι φορείς: θέλει επιεική εποπτεία, όπως αυτή του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου (ΠΔΣ), του ΣΕΛΚ ή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς ή αυστηρή όπως της Κεντρικής Τράπεζας;
Ο τραπεζικός τομέας από το «άτακτο» παιδί που μας οδήγησε στο κούρεμα του 2013, σήμερα έχει αλλάξει κουλτούρα και πρακτικές, απέκτησε σοβαρή εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα και η αξιοπιστία του είναι πλέον τέτοια ώστε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ επισκέφθηκε δύο φορές πέρυσι την Κύπρο. Αν ο Πρόεδρος κατεβεί στο παζάρι θα ακούσει παράπονα από δικηγόρους, ελεγκτές/ λογιστές και τους ξένους πελάτες τους για τις τράπεζες. Για το πόσο δύσκολο είναι πλέον να ανοίξεις τραπεζικό λογαριασμό στην Κύπρο, πόσο αυστηρά τηρούνται οι κανόνες συμμόρφωσης, για την «ανάκριση» στην οποία υποβάλλονται για να δικαιολογήσουν εμβάσματα προς και από την Κύπρο. Αυτή όμως η αυστηρότητα διόρθωσε την εικόνα του κυπριακού τραπεζικού τομέα στο εξωτερικό.
Από την άλλη, μάλλον δεν θα ακούσει πολλούς δικηγόρους να τα έχουν με τον ΠΔΣ ή ελεγκτές με τον ΣΕΛΚ. Είμαι σίγουρος ότι ο ΠΔΣ και ο ΣΕΛΚ μπορούν να τεκμηριώσουν πόσο τυπικοί είναι με τις εποπτικές τους υποχρεώσεις. Η διαφορά ίσως να έγκειται στο δίλημμα μεταξύ του γράμματος και του πνεύματος του νόμου. Ό,τι και να ’ναι, ο Προέδρος της Δημοκρατίας καλείται να αποφασίσει ποια από τις δύο μορφές εποπτείας θέλει: αυστηρότητα ή επιείκεια;
Όποια κι αν είναι η απόφαση, θα πρέπει να ληφθεί σύντομα, διαφορετικά θα μας επιβληθεί, κακήν κακώς, απ’ έξω, απ’ αυτούς που κρατούν και το πεπόνι και το μαχαίρι. Και ό,τι κι αν αποφασίσει θα έχει σημαντικό κόστος στην οικονομία. Συνεπώς, η όποια απόφαση πρέπει να ληφθεί όχι με βάση το κόστος που θα επιφέρει, αλλά την προοπτική που θα δημιουργήσει στη χώρα. Αυτή η απόφαση θα καθορίσει την εικόνα της Κύπρου ως διεθνούς κέντρου χρηματοοικονομικών υπηρεσιών. Ο νέος Πρόεδρος πολύ νωρίς καλείται να φανεί χρήσιμος, αλλά μάλλον όχι αρεστός. Καλείται να πάρει μια άχαρη απόφαση, που θα δυσαρεστήσει σημαντικούς παράγοντες και ίσως κοστίσει σημαντικές θέσεις εργασίας χωρίς κάποιο αντίβαρο.