Kathimerini.gr
Σε δεινή θέση έχει περιέλθει λόγω της πανδημίας ο κλάδος των αερομεταφορών και του τουρισμού, ενώ εταιρείες στρέφονται στο κράτος για να λάβουν οικονομική ενίσχυση. Το ενδεχόμενο να ζητήσει βοήθεια από την κυβέρνηση διερευνά ο γερμανικός αερομεταφορέας Lufthansa, όπως ανέφερε εκπρόσωπος της εταιρείας, επιβεβαιώνοντας σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Handelsblatt. Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Κάρστεν Σπορ, θα συμμετείχε σε συνομιλίες για το θέμα με τη Γερμανίδα καγκελάριο Αγκελα Μέρκελ χθες το βράδυ, ενώ επαφές θα έχει και με άλλες κυβερνήσεις, όπως εκείνη της Αυστρίας, της Ελβετίας και του Βελγίου.
Σε αυτές τις χώρες δραστηριοποιείται μέσω των θυγατρικών της αεροπορικών Austrian, Swiss και Brussels, αντιστοίχως. Επιπλέον, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες πηγές που επικαλείται η Handelsblatt, η Lufthansa εξετάζει την προσωρινή αναστολή των περισσότερων δραστηριοτήτων της.
Παράλληλα, δραματική έκκληση απηύθυνε ο Αλεξ Κρουζ, διευθύνων σύμβουλος της British Airways, ο οποίος ζήτησε να μην υποτιμηθεί η σοβαρότητα της κατάστασης. Ο Αλεξ Κρουζ έκανε λόγο «για μια τεραστίων διαστάσεων παγκόσμια κρίση, που όμοιά της δεν έχει υπάρξει ξανά ούτε την 11η Σεπτεμβρίου 2001 ούτε το 2008». Τόνισε πως, αν και η ΒΑ ανήκει στον ισχυρό όμιλο της ΙΑG μαζί με την Ιberia και την Αer Lingusα, οι πιέσεις είναι μεγάλες και η επιβίωση της εταιρείας διακυβεύεται. Εξ ου και θα καθηλώσει ορισμένα αεροσκάφη της και θα κάνει μειώσεις προσωπικού, τουλάχιστον προσωρινά.
Στην περίπτωση της γαλλικής Αir France, στην οποία έχει μερίδιο το γαλλικό δημόσιο, ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρινό Λε Μερ δήλωσε ότι έχει ήδη επικοινωνήσει με τον διευθύνοντα σύμβουλό της, διαβεβαιώνοντάς τον ότι είναι έτοιμη να συνδράμει όπως χρειαστεί. Ο κ. Λε Μερ δεν παρέλειψε να εκφράσει την απογοήτευσή του για την απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να απαγορεύσει τα ταξίδια από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ, αναφερόμενος στο συνεπαγόμενο βαρύτατο πλήγμα για τις αεροπορικές.
Σε δυσχερή θέση βρίσκεται και η νορβηγική Norwegian Air Shuttle, της οποίας η μετοχή έχει απολέσει 80% της αξίας της και έχει ζητήσει κρατική βοήθεια. Ακύρωσε 4.000 πτήσεις και προσωρινά απολύει το μισό προσωπικό της, ενώ αναλυτές των αερομεταφορών προβλέπουν χρεοκοπίες, διότι καμία εταιρεία δεν είναι άτρωτη από τις επιπτώσεις του κορωνοϊού. Οπως προέβλεψε την προηγούμενη εβδομάδα η ΙΑΤΑ, η διεθνής υπηρεσία αερομεταφορών, η κρίση θα ζημιώσει τον κλάδο κατά τουλάχιστον 113 δισεκατομμύρια δολάρια, ενώ δεν είχε ακόμη απαγορεύσει τις από Ευρώπη μετακινήσεις ο Τραμπ.
Σε δεινή θέση βρίσκεται συνολικά, πάντως, ο κλάδος του τουρισμού και των ταξιδίων εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού, ο οποίος θέτει σε κίνδυνο έως και 50 εκατομμύρια θέσεις εργασίας στον κλάδο του τουρισμού παγκοσμίως. Σύμφωνα με χθεσινή ανακοίνωση του Παγκόσμιου Συμβουλίου Ταξιδίων και Τουρισμού, οι αεροπορικές μετακινήσεις ενδεχομένως να μειωθούν κατά 25% το τρέχον έτος, ενώ η περιφέρεια που θα πληγεί περισσότερο από όλες είναι εκείνη της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ειδικότερα, στα έως και 50 εκατομμύρια θέσεις εργασίας που πιθανώς να χαθούν λόγω πανδημίας, τα 7 εκατομμύρια εντοπίζονται στην Ευρώπη, τα 5 στη Βόρεια και Νότια Αμερική και τα 30 εκατομμύρια στην Ασία, ενώ τα υπόλοιπα στις άλλες ηπείρους. Σημειωτέον ότι ο τουρισμός αντιστοιχεί στο 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ και των θέσεων εργασίας. «Ο αντίκτυπος στον κλάδο θα εξαρτηθεί από το πόσο χρόνο θα διαρκέσει η πανδημία, ενώ δεν αποκλείεται να επιδεινωθεί λόγω των πρόσφατων περιοριστικών μέτρων στις μετακινήσεις από την Ουάσιγκτον», επισήμανε η γενική διευθύντρια του Παγκόσμιου Συμβουλίου Τουρισμού και Ταξιδίων Βιρτζίνια Μεσίνα αναφερόμενη στην απόφαση της Ουάσιγκτον. Επιπλέον, ισχυρίστηκε ότι τέτοιες πολιτικές είναι πολύ γενικές και όχι στοχευμένες, οπότε αποβαίνουν μη αποτελεσματικές στη συγκράτηση της εξάπλωσης του ιού. Οι δε περιορισμοί της Ουάσιγκτον μπορεί και να περιπλέξουν τις αναγκαίες μετακινήσεις του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού και τη μεταφορά των ανάλογων προμηθειών και υλικών. Για να φανεί η κλίμακα των επιπτώσεων, αξίζει να επισημανθεί ότι «κάθε μήνα ταξιδεύουν από τη Γηραιά Ηπειρο προς τις Ηνωμένες Πολιτείες περίπου 850.000 άνθρωποι, όπερ σημαίνει συμβολή στην αμερικανική οικονομία κατά 3,4 δισεκατομμύρια δολάρια», σημείωσε η Βιρτζίνια Μεσίνα.