Του Απόστολου Κουρουπάκη
Στο πρώτο της έργο η θεατρική ομάδα ΜiNIMIS, που ίδρυσε ο ηθοποιός Στέλιος Καλλιστράτης παρουσιάζεται το έργο των Καταλανών συγγραφέων Τζόρντι Σάντσεθ και Πεπ Άντον Γκόμεθ «Μισά-Μισά», σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Λάρκου. Τους δύο ρόλους του έργου υποδύονται ο Στέλιος Καλλιστράτης και ο Χάρης Αττώνης, οι οποίοι έδεσαν θεατρικά στην καλοκαιρινή παράσταση «Ο Βαφτιστικός» του ΘΟΚ, πάλι σε σκηνοθεσία του Π. Λάρκου. Το έργο, όπως μου λέει ο Στέλιος επελέγη γιατί καταπιάνεται με ζητήματα, όπως τα κληρονομικά, που είναι πολύ κοντά στα κυπριακά δεδομένα.
Στο έργο υπάρχει παρούσα ουσιαστικά, μόνο με τη χρήση ενός κουδουνιού, αλλά απούσα από τη σκηνή η μητέρα των δύο ηρώων. Κάθε χτύπημα του κουδουνιού της προκαλεί μεγάλο στρες στους δύο γιους και όπως μου λέει ο Χάρης «τους φέρνει στο νου όλα τα βιώματα, με κωμικοτραγικές αποκαλύψεις που σκιαγραφούν μια μάνα-τέρας. Αυτό, όμως, πάντα ιδωμένο από τα μάτια των παιδιών. Των παιδιών εν κρίσει, της μιας στιγμής ή μιας ολόκληρης ζωής. Και πάνω σε αυτό, ο Φρόιντ τα έχει πει καλύτερα». Παρακολουθώντας στιγμές από την πρόβα, κατάλαβα πόσο μεγάλη σημασία έχει το καμπανάκι, όχι μόνο για τους ηθοποιούς, αλλά και για τον εαυτό μας, διότι μια φαινομενικά απλή ιστορία περί κληρονομιάς, μπορεί να χτυπήσει καμπανάκι για πολλά άλλα μέσα μας. Καμπανάκια πολλά, άλλα να τα ακούμε και άλλα να τα αποφεύγουμε, όμως.
–Γιατί η επιλογή του «Μισά-Μισά» για το ντεμπούτο της ΜiNIMIS;
–Στέλιος Καλλιστράτης: Ήταν ένα έργο που από την πρώτη στιγμή που το διάβασα ήθελα να είναι σίγουρα μέσα στις πρώτες παραγωγές της MiNIMIS. Το μεσογειακό ταμπεραμέντο που φέρει, η γρηγοράδα του, το χιούμορ του και φυσικά το θέμα των κληρονομικών που καταπιάνεται, θεώρησα ότι είναι πολύ κοντά στα κυπριακά δεδομένα.
–Χάρης Αττώνης: Η πρόταση έγινε από τον Στέλιο, που είχε μόλις ιδρύσει την εταιρεία. Μου έδωσε τη χαρά να ανταμώσουμε και πάλι στη σκηνή, αμέσως μετά τον «Βαφτιστικό» του ΘΟΚ και του Παναγιώτη Λάρκου και μάλιστα ξανά υπό τη σκηνοθετική ματιά του Λάρκου. Είναι ένα έργο που άρεσε πολύ και στους τρεις μας, θαρραλέο, σαρκαστικό, με πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία και γλαφυρούς χαρακτήρες και με την εξίσου υπέροχη μετάφραση της Μαρίας Χατζηεμμανουήλ. Και χαίρομαι που καταπιανόμαστε με ένα τέτοιο κείμενο, με μια γραφή καταιγιστική, με μια υπόθεση κλασικά επίκαιρη και πιστεύω πως η σύγχρονη δραματουργία πρέπει να τιμάται και να στηρίζεται με κάθε τρόπο.
–Πόσο διαφορετικοί είναι τα δύο αδέλφια που όμως θέλουν το ίδιο πράγμα;
–Στέλιος: Από γραφής τους είναι πολύ διαφορετικοί. Τυγχάνουν διαφορετικών καταβολών, παιδείας ενδεχομένως, συναναστροφών, τρόπου προσέγγισης των καταστάσεων και το «θέλω» τους είναι ίδιο αλλά και πάλι για διαφορετικό σκοπό στον καθένα.
–Χάρης: Αν προέρχονται από διαφορετικούς πατεράδες, μεγάλωσαν σε ένα σπίτι που από όσο φαίνεται, τουλάχιστον για τη μάνα, το χρήμα ήταν καταλυτικής σημασίας. Είναι δύο άνθρωποι εντελώς διαφορετικοί, που όμως βρέθηκαν παγιδευμένοι στις ίδιες τους τις επιλογές, όσο κι αν τις υποστήριξαν ή απλώς έπεσαν θύματα των περιστάσεων και που τους είναι πιο εύκολο να διαπράξουν ίσως κάτι ακραίο, από το να εκφράσουν τα συναισθήματά τους ο ένας για τον άλλον. Και για μένα αυτό είναι το πιο τραγικό. Σε κάθε μορφής σχέσης, πόσο πιο εύκολο είναι να είσαι σκληρός και απόλυτος, από ό,τι συναισθηματικός και ουσιαστικός. Και η πάλη με τον ίδιο σου τον εαυτό για το αν πρέπει να νιώθεις ή μόνο να πράττεις.
–Είναι κωμικοί οι ρόλοι σας;
–Στέλιος: Η ταπεινή μου άποψη είναι ότι κωμικό κάνουν έναν ρόλο οι συνθήκες, οι άλλοι χαρακτήρες, μέσα όμως από την κανονικότητα κάθε φορά ή και την τραγικότητά τους πολλές φορές. Και βέβαια το πρακτικό κομμάτι, ο τρόπος που στήνεται κάθε φορά το έργο. Απ’ εκεί και πέρα, ναι, μέσα από αυτές τις συνθήκες, ο Κάρλος και ο Χουάν είναι κωμικοί ήρωες, θεωρώ.
–Χάρης: Για μένα είναι βαθιά τραγικοί, άρα γελοιωδώς κωμικοί. Και για να μην παρεξηγηθώ, δεν εννοώ πως η τραγικότητα σημαίνει πάντα αυτό, ωστόσο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο Χουάν και ο Κάρλος είναι τόσο βυθισμένοι στο δράμα τους, που παρατηρώντας απ’ έξω τον φαύλο κύκλο που βιώνουν, λες δεν είναι δυνατόν να μην μπορούν να ξεφύγουν. Οι καταστάσεις, όμως, που αντιμετωπίζουν και προκαλούν τα δύο αδέλφια, μπορεί να είναι επώδυνα αστείες. Κι ενοχικά γελοίες. Όσο κι αν για τους ίδιους είναι ταφόπλακα πάνω από τα κεφάλια τους.
–Τελικά η μητέρα είναι καθετί που μας καταπιέζει, αλλά το αγαπάμε ή μάθαμε να το αγαπάμε;
–Στέλιος: Η προσωπική μου ανάγνωση στο έργο μου επιτρέπει να πω ότι ναι, η μητέρα είναι ένα σύμβολο, πέραν φυσικά της «στείρας» κοινωνικής συνθήκης του έργου που εξυπηρετεί την ιστορία. Μπορεί ο θεατής ή ο αναγνώστης του έργου να κάνει τις δικές του αναγωγές σε σχέση με το τι είναι η μητέρα γι’ αυτόν σε κάθε περίπτωση.
–Χάρης: Η μάνα είναι η ίδια μας η ζωή. Η αιτία που περπατάμε σε τούτον το πλανήτη. Οτιδήποτε μας δημιουργεί, μας δίνει σώμα και πνοή κι όλα αυτά που μας καταδιώκουν και τρέχουμε να ξεφύγουμε μια ζωή.
–Εκτός από τη μητέρα, στο έργο υπάρχει ακόμα μια γυναίκα που ούτε αυτή εμφανίζεται. Είναι ακόμα κάτι αόρατο που μας πιέζει;
–Στέλιος: Σίγουρα, σε καμία περίπτωση δεν πρόκειται για σεξιστικό σχόλιο, η αναφορά μιας καταπιεστικής γυναίκας που δεν εμφανίζεται ούτε αυτή, ποτέ στο έργο, παρά μόνο σαν αναφορά. Ενδεχομένως οι συγγραφείς, στο πρόσωπο της Μαρί, να ήθελαν να υπογραμμίσουν τις πιέσεις που δεχόμαστε γενικά και καθημερινά στη ζωή με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους και το πώς λειτουργούμε υπό πίεση.
–Χάρης: Υπάρχουν άλλες δύο γυναίκες. «Αόρατες» κι αυτές όμως εξίσου καθοριστικές. Η Μαρί, που είναι η γυναίκα του χαρακτήρα που υποδύομαι, του Χουάν, που φαίνεται να έχει καθοριστική επίδραση στις επιλογές του συζύγου της αλλά και μια Ιεχωβίτισσα που έρχεται και κάνει παρέα στη μαμά. Και οι τρεις τους κινούν τα νήματα με διαφορετικούς τρόπους και οι γιοι μοιάζουν σαν παιχνίδια σε κουκλόσπιτο, που σκαρώνουν εις μάτην την απόδρασή τους.
Είμαστε οι επιλογές μας
–Η φτώχεια φέρνει γκρίνια ή απλώς ξεσκεπάζει την αλήθεια;
–Στέλιος: Η φτώχεια θέλει καλοπέραση λέει ο σοφός λαός. Νομίζω ότι λειτουργούν και τα δύο σε πολλές περιπτώσεις και είναι ίσως και τα δύο δικαιολογημένα. Περί ορέξεως...
–Χάρης: Θα μπορούσα να φιλοσοφήσω και να σου πω ότι η φτώχεια στα συναισθήματα και στην ψυχή φέρνει γκρίνια και μιζέρια, μα ζώντας σε τούτον τον κόσμο που μας επιβάλλει την ευτυχία μέσα από κάθε μορφή ύλης και ματαιότητας και προσπαθώντας να είμαι ρεαλιστής, διακρίνω ότι η φτώχεια είναι η αιτία για πολλές μορφές θλίψης και το κυνήγι του πλούτου και της εξουσίας η αιτία για κάθε μορφή πολέμου και καταπίεσης. Μακάρι να γκρινιάζαμε λιγότερο και να αγαπούσαμε περισσότερο. Ακόμα και ξυπόλυτοι.
–Η ζωή τελικά είναι μεγάλες αποφάσεις;
–Στέλιος: Εννοείται! Μεγάλες και μικρές όμως! Είμαστε οι επιλογές μας, πάντα. Και πρέπει να είμαστε πάντα διαθέσιμοι να παίρνουμε αποφάσεις. Να τζογάρουμε. Αυτό που μας μένει να αποδεχτούμε και να εφαρμόσουμε είναι το να παίρνουμε και τις ευθύνες των αποφάσεών μας. Μόνο έτσι εξελισσόμαστε.
–Χάρης: Η ζωή είναι τυχαιότητα, που με απόφαση μεγάλη πρέπει να την κάνουμε κάτι. Πριν μας φύγει μέσα από τα χέρια, με δική της απόφαση. Και μόνο.
Πληροφορίες:
«Μισά - Μισά» των Τζόρντι Σάντσεθ και Πεπ Άντον Γκόμεθ, σε σκηνοθεσία του Παναγιώτη Λάρκου. Παραστάσεις: Κάθε Παρασκευή, Σάββατο και Κυριακή. Μέχρι 8 Δεκεμβρίου 2019. Κέντρο Τέχνης και Πολιτισμού, Αδαμάντιου Κοραή 1, Λευκωσία, ώρα 8:30 μ.μ. Πληροφορίες στο τηλέφωνο 99035132 , Εισιτήρια στο www.soldoutticketbox.com