ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Τελικά υπάρχει κάτι που μας ανήκει;

Η σκηνοθέτρια Χλόη Μελίδου, και οι ηθοποιοί Πηνελόπη Βασιλείου και Δημήτρης Δέλτα μιλάνε για την παράσταση «Τίποτα δικό μου»    

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Η σκηνοθέτρια Χλόη Μελίδου και οι ηθοποιοί Πηνελόπη Βασιλείου και Δημήτρης Δέλτα μίλησαν στην «Κ» για την παράσταση «Τίποτα δικό μου» του Έντουαρντ Μποντ, σε σκηνοθεσία Χλόης Μελίδου. Το έργο ανεβάζει το Χοροθέατρο Ομάδα Πέντε και ήδη έκανε πρεμιέρα στη Λεμεσό, ενώ αυτή την εβδομάδα ανεβαίνει στη σκηνή του Flea Thetre στη Λευκωσία.

Η υπόθεση:

Σ’ ένα δυστοπικό 2077, όπου κατοικείται από ανθρώπους που ζουν στο απόλυτο «τώρα», χωρίς παρελθόν, χωρίς ιστορία, μια γυναίκα κάθεται μόνη… ακούει χτυπήματα στην πόρτα. Δεν είναι κανείς. Ο άντρας της επιστρέφει στο σπίτι απ’ τη δουλειά και της διηγείται μια παράξενη συνάντηση με μια γριά που περιφερόταν στα ερείπια της παλιάς πόλης. Τότε ένας ξένος εμφανίζεται στην πόρτα, σαν επισκέπτης από έναν παλιό, χαμένο κόσμο. Αυτό που ακολουθεί είναι μια παράδοξη, τραγική και αστεία κατάσταση, μέχρι που κι οι δυο φαίνεται να χάνονται μέσα σε μια παραίσθηση. Οι έννοιες της βίας, της εξουσίας και της ανθρωπιάς αναδύονται μέσα από τον αιχμηρό λόγο του συγγραφέα σε ένα σκηνικό έντασης και αμηχανίας. Πρόκειται για μία σκοτεινή αλλά και καυστικά χιουμοριστική ματιά στο πιθανό μέλλον της ανθρωπότητας, μια περίεργη θέαση ενός μέλλοντος που χαρακτηρίζεται από απουσία φαντασίας, απουσία επιλογής, απουσία επιθυμίας…. Ένα έργο-καταγγελία εναντίον των ολοκληρωτικών καθεστώτων.

 

 ΧΛΟΗ ΜΕΛΙΔΟΥ

–Γιατί επέλεξες αυτό το θεατρικό;
–Είναι ένα από τα έργα που αγαπώ ιδιαίτερα. Με συγκινούν ιδιαίτερα ιστορίες αυτής της θεματικής, όπως το Farhenheit 451 του Ray Bradbury, το 1984 του George Orwell. Σε αυτές τις ιστορίες, όπως και στο «Τίποτα δικό μου», οι αρχές ολοκληρωτικών καθεστώτων καταστέλλουν πρώτα τη συλλογική μνήμη, τη φαντασία και τη γνώση. Ο άνθρωπος χωρίς αυτά χειραγωγείται ευκολότερα, χωρίς αντιστάσεις. Επίσης, το θέμα της συλλογικής μνήμης, της φαντασίας του συλλογικού ασυνείδητου, είναι κάτι το οποίο με έλκει, το μελετώ και με το οποίο ασχολούμαι εδώ και χρόνια μέσα από τη δουλειά μου. Αποτελεί μια τομή στον ψυχισμό του ανθρώπου αυτό το έργο, σαν να τοποθετεί τους φόβους της ανθρωπότητας κάτω από ένα μεγεθυντικό φακό.

–Χιούμορ και δυστοπία, ήταν αυτά τα δύο στοιχεία σκηνοθετικές προκλήσεις;
–Σίγουρα και τα δύο αυτά στοιχεία αποτελούν πρόκληση, αλλά κυρίως απόλαυση κατά τη δημιουργική διαδικασία. Η δυστοπία είναι από τους μεγαλύτερους φόβους μας για το μέλλον. Η κοινωνία φτιάχνεται από ανθρώπους και αν η κοινωνία είναι δυστοπική αυτό θα οφείλεται στη δυστοπία του μυαλού μας, της ψυχικής μας κατάστασης. Μέσα από τη δημιουργική διαδικασία, μέσα από την τέχνη, αναλύουμε τους φόβους μας, τους γνωρίζουμε καλύτερα, τους καταλαβαίνουμε, ίσως και να καταφέρουμε να τους αντιμετωπίσουμε ή να τους ξορκίσουμε, και το χιούμορ βέβαια είναι ένα πολύτιμο εργαλείο για να το πετύχουμε αυτό. Ίσως να είναι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσουμε καταστάσεις τις οποίες νιώθουμε ανίκανοι να χειριστούμε. Στο συγκεκριμένο έργο, μέσα από τη γελοιοποίηση της κατάντιας της κοινωνίας, ο συγγραφέας «εύχεται» να αποφύγουμε ως ανθρωπότητα το κενό που βλέπει να έρχεται.

 

–Μπορούμε ως κοινωνία να αποφύγουμε ένα τόσο δυστοπικό μέλλον, όπως αυτό περιγράφεται στο έργο του Μποντ;
–Το εύχομαι. Δεν είμαι σίγουρη. Είμαι σίγουρη ότι η τέχνη είναι απαραίτητη στη ζωή του ανθρώπου, για να συντηρεί και να ανανεώνει τη συλλογική μνήμη και για να εγείρει τη φαντασία. Αυτός ίσως να είναι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουμε το μέλλον που περιγράφει ο Μποντ. Δεν ξέρω αν αυτό το έργο είναι όντως μια πρόβλεψη που θα επαληθευτεί, σίγουρα όμως συμβολίζει το παρόν του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Ενός κόσμου που απομακρύνεται από ό,τι είναι πραγματικά δικό του, ακολουθώντας τις «απαιτήσεις» του εκσυγχρονισμού, ο οποίος μετακινεί τις βάσεις της «ευτυχίας» με δόλωμα την αφθονία και την ευμάρεια. Ίσως η γνώση, η τέχνη, η μνήμη και η φαντασία να μην είναι απαγορευμένα, όμως ακολουθώντας τις απαιτήσεις του εκσυγχρονισμού με σκοπό την επιβίωση ή την επιτυχία, όλο και λιγότερο τα αναζητάμε, όλο και λιγότερο τα επιδιώκουμε, τα αφήνουμε να χαθούν, να χάνουν λίγο λίγο την αξία τους, μέχρι να πιστέψουμε ότι δεν μας προσφέρουν τίποτα και να τα αποβάλουμε από μόνοι μας, αφού δεν θα έχουν χώρο στη ζωή μας, χωρίς καν να χρειαστεί να απαγορευτούν.

 

–Παρελθόν, μνήμη, άγνωστο, ιστορία, είναι νομίζω από τα βασικά συστατικά του έργου, πώς τα διαχειρίστηκες;
–Βασικά συστατικά του έργου που όμως απουσιάζουν από το έργο... Με την απαγόρευση της μνήμης και της φαντασίας χάνονται ταυτόχρονα η επιθυμία και η επιλογή. Έτσι δημιουργείται ένα τεράστιο κενό στον ανθρώπινο ψυχισμό και στις ανθρώπινες σχέσεις, ένα μεγάλο χάσμα στην επικοινωνία. Όχι γιατί δεν υπάρχει συνεννόηση, αλλά γιατί δεν υπάρχει πια λόγος να επικοινωνήσουν οι άνθρωποι, δεν υπάρχουν κίνητρα για να προσεγγίσει ο ένας τον άλλον. Η ιστορία εμπεριέχει το νήμα που ενώνει τους ανθρώπους με τον τρόπο που ζουν, με τις κοινωνικές πρακτικές και συμπεριφορές, με την τέχνη και την πνευματική τους κατάσταση. Αυτοί οι παράγοντες καθορίζουν και νοηματοδοτούν την ύπαρξη του ατόμου και του συνόλου. Άλλωστε, μέσα από την ιστορία ή τις ιστορίες, δομείται το πνεύμα, η φαντασία και η λογική. Ο άνθρωπος λέει ιστορίες. Κυρίως όμως πλάθει ιστορίες. Αληθινές ή φανταστικές. Έχει ανάγκη να δημιουργεί μύθους, να τους πιστεύει και να παλεύει γι’ αυτούς. Αυτό είναι που μας βοήθησε να φτιάξουμε τις κοινωνίες μας, να συνεργαζόμαστε και να επιβιώνουμε. Χωρίς αυτό, το μόνο που θα έμενε θα ήταν η βία.

 

–Πώς παρουσιάζει ο Μποντ την πυρηνική οικογένεια, αλλά και την κοινωνία σε αυτό το έργο;
–Οι χαρακτήρες στο «Τίποτα Δικό μου » συνεχίζουν, φυσικά, να είναι άνθρωποι, με νευρώσεις κι αδυναμίες, οι οποίες όμως εκτονώνονται με τον λάθος τρόπο και για τους λάθος λόγους… αφού το μόνο που υπάρχει είναι το παρόν, το οποίο πεθαίνει κάθε στιγμή που περνάει. Η οικογένεια στο 2077 αποτελείται από ένα ζευγάρι! Δεν ξέρουμε πού μεγαλώνουν τα παιδιά, δεν γίνεται κάποια αναφορά στο έργο, πάντως όχι με τους γονείς τους. Απαγορεύονται οι οικογενειακές φωτογραφίες, τα αδέλφια, οι συγγενείς κι οι φίλοι, κανένας δεσμός. Ο κόσμος ζει σε ειδικά διαμορφωμένες κατοικίες και τρέφεται από τα συσσίτια. Δεν τους λείπει τίποτα για να είναι ζωντανοί και υγιείς. Παρόλα αυτά, υπάρχει κόσμος που αντιδρά με ομαδικές αυτοκτονίες: έτσι, τονίζει ο Μποντ την ανάγκη του ανθρώπου για τα βασικά συστατικά που του λείπουν… παρελθόν, συλλογική μνήμη, φαντασία. Οι άνθρωποι ζουν προσπαθώντας να αποβάλουν τις επιρροές του παρελθόντος, ενώ αποβάλλουν τελικά την ίδια την πραγματικότητα και τον ίδιο τους τον εαυτό.

 

  

Πάντα κοιτάμε το παρελθόν νοσταλγικά. Και αυτό είναι ένας αυτοματισμός του ανθρώπινου μηχανισμού. Όμως νομίζω πως το να κοιτάμε στο παρελθόν, απλώς μας καθυστερεί από το να προχωρήσουμε, λέει η Πηνελόπη Βασιλείου.

–Μπορούμε να δούμε άραγε το μέλλον της ανθρωπότητας;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Το μέλλον είναι πάντα απρόβλεπτο. Θα μπορούσαμε μόνο να εικάσουμε την εξέλιξη σύμφωνα με τα δεδομένα που έχουμε την παρούσα στιγμή. Σίγουρα θα κυριαρχεί η τεχνολογία, η οποία θα καθορίζει τη ζωή όποια και όπως θα είναι. Θα μπορούσαμε όμως να επαναπροσδιορίσουμε το παρόν μας με την ελπίδα ότι θα οδηγήσει κάπου «καλύτερα».

ΠΗΝΕΛΟΠΗ: Δεν νομίζω ότι είναι κανείς σε θέση να «δει» το μέλλον της ανθρωπότητας, και ευτυχώς δηλαδή. Αλλά ελπίζουμε ότι θα έχει ανατρεπτική πορεία σε πάσχοντα ζητήματα, όπως ο υπερκαταναλωτισμός, που φυσικά οδηγεί στην καταστροφή του περιβάλλοντος, και που εν τέλει οδηγεί σε μία ανθρώπινη κενότητα, όπου οι άνθρωποι καταλήγουν να παλεύουν μανιωδώς «για μια καρέκλα».


–Συχνά λέμε τη φράση «κάθε πέρυσι και καλύτερα», είναι όντως καλύτερο το παρελθόν;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Δεν με χαρακτηρίζει καθόλου η παρελθοντολαγνεία. Η ζωή προχωρά, εξελίσσεται, και μαζί της προχωράμε κι εμείς. Η τεχνολογία και η επιστήμη κάνει άλματα κάνοντας τη ζωή μας ευκολότερη. Σίγουρα όλη αυτή η απότομη και ραγδαία ανάπτυξη κάνει τον άνθρωπο να αισθάνεται δέσμιός της και να καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο ζωής του. Ο καθένας μας όμως μπορεί να ορίσει τις αντιστάσεις του, όσο του επιτρέπεται.

ΠΗΝΕΛΟΠΗ: Πάντα κοιτάμε το παρελθόν νοσταλγικά. Και αυτό είναι ένας αυτοματισμός του ανθρώπινου μηχανισμού. Όμως νομίζω πως το να κοιτάμε στο παρελθόν, απλώς μας καθυστερεί από το να προχωρήσουμε, να κοιτάξουμε το μέλλον. Μας αφήνει κολλημένους. Χάνουμε χρόνο. Χάνουμε χρόνο για το «μπροστά». Και εφόσον μόνο το παρόν και το μέλλον υπάρχουν, ας επενδύσουμε σε αυτά. Φυσικά το παρελθόν καθορίζει το παρόν και το μέλλον. Δεν το αποστρέφομαι. Ίσα ίσα. Το έχουμε ανάγκη. Μας καθορίζει. Καθορίζει τις ρίζες μας, το ποιοι είμαστε σήμερα. Οι άνθρωποι που γνώρισα χθες συνθέτουν ένα κομμάτι από αυτό που είμαι σήμερα. Το ό,τι έζησα χθες, συνθέτει αυτό που είμαι σήμερα και αυτό που θα γίνω αύριο. Μας κάνει πιο πλούσιους το παρελθόν. Το ζητούμενο είναι να μην γινόμαστε δέσμιοί του. Ας το κουβαλάμε σαν πλούτο, και μ’ αυτό εφόδιο, ας πορευτούμε για να κάνουμε καλύτερο το σήμερα, και το αύριο.

 

Ο Γκριτ είναι και πρέπει να είναι το ανθρώπινο, το γήινο, το πιο συναισθηματικό, το μη αποστειρωμένο, λέει για τον ρόλο του ο ηθοποιός Δημήτρης Δέλτα.


–Ποιες ήταν οι προκλήσεις στους ρόλους σας;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Γενικά όλο κείμενο και η συγγραφική δομή των χαρακτήρων του Μποντ είναι μια πρόκληση. Ο Γκριτ είναι και πρέπει να είναι το ανθρώπινο, το γήινο, το πιο συναισθηματικό, το μη αποστειρωμένο. Σε αυτόν βλέπουμε το παρελθόν, τη μνήμη, το απαγορευμένο, το «φάντασμα που κουβαλάει αρρώστια» όπως χαρακτηριστικά λέει ο Μποντ μέσω του Τζαμς. Υποκριτικά είναι πρόκληση αυτή η δόμηση χαρακτήρα.

–Υπάρχει κάτι που είναι απόλυτα δικό μας;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Θα μπορούσα να σου πω ναι και αμέσως μετά να το σκεφτώ λίγο και να σου πω όχι. Θα ήθελα να πιστεύω ότι κάποια πράγματα μέσα μας ενδόμυχα, η σκέψη μας, τα όνειρά μας μάς ανήκουν. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι τα πάντα εξαρτώνται και επηρεάζονται από κάτι άλλο. Ένας κρίκος χρειάζεται κι άλλον κρίκο κι άλλον ένα για να δημιουργήσουν την αλυσίδα, να ανήκουν κάπου.

ΠΗΝΕΛΟΠΗ: Εμείς. Ο εαυτός μας. Δεν υπάρχει τίποτα πιο δικό μας απ’ αυτό. Είναι το μόνο που είναι του καθενός ολοκληρωτικά και αδιαμφισβήτητα δικό του. Όταν ο Μποντ γράφει το «Τίποτα δικό μου», αυτό ακριβώς εννοεί. Οι άνθρωποι στον κόσμο που δημιούργησε ο Μποντ, δεν έχουν τίποτα δικό τους, ακριβώς γιατί δεν έχουν τον εαυτό τους. Δεν έχουν μνήμη, ιστορία, φαντασία. Οτιδήποτε ανήκει στο πνεύμα. Δεν υπάρχει τίποτα πιο απόλυτα δικό μας, από τον εαυτό μας, τον πνευματικό μας πλούτο, και δεν μπορεί να μας τον πάρει και κανείς.

–Πόσο σημαντική πιστεύεις ότι είναι η μνήμη για τον άνθρωπο;
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Η μνήμη είναι ο άνθρωπος. Είναι η ουσία του ανθρώπου. Χωρίς μνήμη ο άνθρωπος δεν είναι ζωντανός. Η μνήμη καθορίζει τη σκέψη του ανθρώπου, τη νοοτροπία του, το συναίσθημά του. Συνθέτουν την προσωπικότητά του. Χωρίς μνήμη ο άνθρωπος είναι έρμαιο, εξαρτημένος, υποχείριο.

ΠΗΝΕΛΟΠΗ: Καθοριστική. Δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει ο άνθρωπος χωρίς τη μνήμη. Πέραν του ότι η μνήμη μας καθορίζει ως ανθρώπους, ως προσωπικότητες, ως το τι είμαστε σήμερα, δεν νομίζω ότι ένας άνθρωπος μπορεί να κάνει το οτιδήποτε εν τη απουσία μνήμης. Σκεφτείτε έναν άνθρωπο με alzheimer. Το μυαλό του δεν δίνει εντολή για καμία (έστω) καθημερινή λειτουργία, δεν αναγνωρίζει κανέναν από το συγγενικό ή το φιλικό του περιβάλλον, δεν αναγνωρίζει ο ίδιος ποιος είναι. Υπάρχει το σώμα, αλλά ο ίδιος απουσιάζει. Δεν μπορεί να φάει ούτε τη σούπα του με ένα κουτάλι.

 

Συντελεστές

Παίζουν: Πηνελόπη Βασιλείου (Σάρα), Στέλιος Καλλιστράτης (Τζαμς), Δημήτρης Δέλτα (Γκριτ). Μετάφραση: Έφη Γιαννοπούλου, Δημήτρης Φιλιππουπολίτης. Σκηνοθεσία: Χλόη Μελίδου. Σκηνικά/Κοστούμια: Γιώργος Γιάννου, μουσική: Δημήτρης Ζαχαρίου, σχεδιασμός φωτισμού: Παναγιώτης Μανούσης, δραματουργία/Βοηθός σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Μελίδης. Γραφιστικά: Δάφνη Μηνά. Φωτογραφία: Παύλος Βρυωνίδης.

 

Πληροφορίες

Flea theatre, Γιάννη Κορομία 2, Καϊμακλί, Λευκωσία: 20, 21, 22, 23, 24 και 25 Σεπτεμβρίου, ώρα 8:30 μ.μ.

Προπώληση στην SoldOut Tickets https://bit.ly/3R7VMVa  

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X