ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Loading...
 

Mία τραγωδία βαθιά διακειμενική

Δεν έχει απομείνει ίχνος ηρωικού μεγαλείου στους ήρωες του «Ορέστη»

Του Απόστολου Κουρουπάκη

Του Απόστολου Κουρουπάκη

kouroupakisa@kathimerini.com.cy

Ο Αντώνης Πετρίδης, αναπληρωτής καθηγητής στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου και μέλος της επιτροπής Επιλογής των παραστάσεων του «Διεθνούς Φεστιβάλ Αρχαίου Ελληνικού Δράματος» που συνδιοργανώνουν το Υφυπουργείο Πολιτισμού, το Κυπριακό Κέντρο Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου και το Υφυπουργείο Τουρισμού. μιλάει στην «Κ» για τον «Ορέστη» του Ευριπίδη, που ανεβαίνει από το Θέατρο Tony Bulandra της Ρουμανίας, σε σκηνοθεσία Γιάννη Παρασκευόπουλου, την Παρασκευή 19 Ιουλίου στην Πάφο και την Κυριακή 21 Ιουλίου στη Λευκωσία. Ο κ. Πετρίδης λέει πως όσο «σκοτεινά» κι αν είναι τα συμβάντα και τα δρώντα πρόσωπα στον «Ορέστη», στο έργο εκλύονται αντίμολες δυνάμεις που δεν μας επιτρέπουν να τα πάρουμε εντελώς στα σοβαρά, «προετοιμάζοντάς μας κατά κάποιο τρόπο για το happy end, το οποίο ο Αριστοτέλης χαρακτήρισε “κωμικότερον”, δηλαδή πιο ταιριαστό με το είδος της κωμωδίας».

–Κύριε Πετρίδη, στον «Ορέστη» του Ευριπίδη ποιος κόσμος διακυβεύεται;

Η πλοκή του «Ορέστη» τοποθετείται, θα έλεγε κανείς, από την άποψη της γραμμικής εξέλιξης των γεγονότων, στο χάσμα ανάμεσα στις «Χοηφόρους» και τις «Ευμενίδες» του Αισχύλου. Η Κλυταιμνήστρα είναι νεκρή· ο Ορέστης έχει εκτελέσει τη μητροκτονία κατ᾽ εντολή του Απόλλωνα. Ο ίδιος έχει τώρα συλληφθεί και καταδικαστεί σε θάνατο. Την ίδια στιγμή οι Ερινύες τον υποβάλλουν σε φριχτή ψυχική δοκιμασία. Δεν έχει έρθει ακόμη η ώρα της παραπομπής του στον Άρειο Πάγο. Βρισκόμαστε σε ένα περιβάλλον ρευστής αναμονής, στο οποίο ο Ορέστης παίζει τη ζωή του στα ζάρια—και δεν είναι διατεθειμένος να παραδοθεί στη μοίρα του, το αντίθετο: με τις προτροπές μιας ιδιαίτερα αιμοδιψούς Ηλέκτρας και ενός Πυλάδη που ξέρει να χαράσσει στρατηγική, συλλαμβάνει σχέδιο για την επιβίωσή του: θα συλλάβει ως ομήρους την Ελένη και την κόρη της Ερμιόνη, προκειμένου να τις ανταλλάξει με τη ζωή του. Θα έφτανε ο Ορέστης μέχρι το σημείο να σκοτώσει ένα αθώο κοριτσάκι; Θα έκαιγε το παλάτι του πατέρα του; Δεν το μαθαίνουμε ποτέ, διότι τα χειρότερα τα αποτρέπει η επέμβαση του Απόλλωνα από μηχανής. Τι διακυβεύεται, λοιπόν, στον «Ορέστη»; Επιφανειακά, διακυβεύεται η ζωή των συνωμοτών που δολοφόνησαν την Κλυταιμνήστρα. Κατά βάθος, όμως, διακυβεύονται οι αξίες μιας ολόκληρης εποχής, της οποίας ο ηρωικός κώδικας κουρελιάζεται, κονιορτοποιείται. Δεν έχει απομείνει ίχνος ηρωικού μεγαλείου στους ήρωες του «Ορέστη».

–Υπάρχει κάποιο πολιτικό σχόλιο που θέλει να κάνει ο συγγραφέας μέσω του έργου του αυτού;

Είναι παρακινδυνευμένο να συσχετίζει κανείς ευθέως τον τραγικό μύθο με την πολιτική κατάσταση την εποχή της διδασκαλίας των έργων, αν και συχνά οι μελετητές μπαίνουν σε αυτό τον πειρασμό. Οφείλουμε, πάντως, να τοποθετούμε τα έργα στο πολιτικοκοινωνικό τους πλαίσιο, διότι έτσι ανασυνθέτουμε, στο μέτρο του δυνατού, τα προσληπτικά φίλτρα του αρχικού κοινού. Ο «Ορέστης» διδάσκεται το 408 π.Χ., τρία χρόνια μετά το ολιγαρχικό πραξικόπημα, που διέκοψε προσωρινά έναν αιώνα δημοκρατίας στην Αθήνα, και τέσσερα χρόνια πριν από την τελειωτική ήττα της Αθήνας στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Πρόκειται για εποχή σκληρής εσωστρέφειας, που επιτείνεται από τις ρεβανσιστικές διώξεις των ολιγαρχικών, καθώς και από τη δράση αριβιστών πολιτικών, όπως ο Αλκιβιάδης, που παίζουν την πολιτική και φυσική τους επιβίωση στα ζάρια. Η πλοκή του «Ορέστη» μάλλον χρωστά κάτι σε αυτή την ατμόσφαιρα ηθικής διολίσθησης και πολιτικής αστάθειας. Ο «Ορέστης» υπήρξε το τελευταίο έργο που ο Ευριπίδης δίδαξε στην Αθήνα· την επόμενη χρονιά αναχώρησε για τη Μακεδονία. Η βιογραφική παράδοση συσχέτισε αυτή τη φυγή με το πολιτικό κλίμα της εποχής. Η πληροφορία αυτή, ιστορικά μιλώντας, είναι επισφαλής: αν και ο Ευριπίδης πέθανε στη Μακεδονία, πιθανότατα δεν έφυγε από την Αθήνα με σκοπό να μην ξαναγυρίσει ποτέ. Ως ανάγνωση, όμως, του «Ορέστη», η τοποθέτηση του βιογράφου είναι ενδιαφέρουσα: φαίνεται ότι οι αρχαίοι μελετητές είδαν στο έργο αυτό έναν Ευριπίδη «μαυρισμένο» από τις αναθυμιάσεις της περιρρέουσας πολιτικής ατμόσφαιρας.

–Πώς θα χαρακτηρίζατε τους χαρακτήρες στον «Ορέστη», θα μπορούσαμε να τους ορίσουμε ως σκοτεινούς…;

Ένας αρχαίος σχολιαστής παρατήρησε ότι ο «Ορέστης» είναι η μοναδική αρχαία τραγωδία στην οποία όλοι οι χαρακτήρες είναι κακοί εκτός από τον Πυλάδη (βέβαια, το σχέδιο της δολοφονίας της Ελένης ο Πυλάδης το συνέλαβε, αλλά αυτό φαίνεται διέλαθε την προσοχή του Σχολιαστή). Είναι γεγονός ότι, από ηθικής άποψης, οι χαρακτήρες των πρωταγωνιστών αυτού του δράματος είναι τουλάχιστον αμφιλεγόμενοι: ο Ορέστης και η Ηλέκτρα σχεδιάζουν φρικτά εγκλήματα χωρίς τον παραμικρό δισταγμό, ενώ ο πρώτος φέρεται απαίσια στον Τυνδάρεω, η Ελένη είναι ρηχή, ο Μενέλαος διπρόσωπος και μηχανορράφος. Το ενδιαφέρον είναι πως όλα αυτά συμβαίνουν μέσα σε ένα πνεύμα διάχυτης ελαφρότητας, που δοκιμάζει τα ίδια τα όρια του θεατρικού είδους της τραγωδίας. Συνεπώς, το τοπίο θολώνει, εκεί που τα σκοτεινά νερά της ηθικής παρακμής συναντώνται με τα ρεύματα της κωμικής ειρωνείας. Όσο «σκοτεινά» κι αν είναι τα συμβάντα και τα δρώντα πρόσωπα στον «Ορέστη», στο έργο εκλύονται αντίμολες δυνάμεις που δεν μας επιτρέπουν να τα πάρουμε εντελώς στα σοβαρά, προετοιμάζοντάς μας κατά κάποιο τρόπο για το happy end, το οποίο ο Αριστοτέλης χαρακτήρισε «κωμικότερον», δηλαδή πιο ταιριαστό με το είδος της κωμωδίας. Ο «Ορέστης», άλλωστε, είναι τραγωδία βαθιά διακειμενική, αλλά και μεταδραματική, που γενικά… παίζει.

–Θα μπορούσαμε να πούμε πως ο «Ορέστης» είναι μία κατάδυση στην ψυχολογία του του απέλπιδος;

Ναι, θα μπορούσαμε να το πούμε. Ο Ορέστης παίζει τη ζωή του κορώνα γράμματα και δεν έχει να πιαστεί από πουθενά. Ο κόσμος γύρω του θέλει να τον κατασπαράξει. Οι Ερινύες τού κουρελιάζουν το μυαλό. Ο θεός που του έδωσε την εντολή να σκοτώσει τη μάνα του είναι απών (μέχρι που εμφανίζεται αιφνιδιαστικά στο τέλος). Μόνη του καταφυγή είναι η δόλια μήτις και το αριβιστικό σχέδιο που συλλαμβάνει. Δεν έχει διάθεση να πεθάνει ηρωικά, θέλει να ζήσει. Ως εκ τούτου δεν έχει περιθώρια για ηθικές αναστολές: θα κάνει ό,τι απαιτούν οι περιστάσεις, όσο φρικτό κι αν είναι αυτό.

–Το τέλος της τραγωδίας αυτής έχει –θεωρώ– ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αναζητείται μία ισορροπία στα ανθρώπινα ίσως ή άνοιγμα σε κάτι πιο φωτεινό;

Όπως είπα πιο πάνω, το τέλος της τραγωδίας χαρακτηρίστηκε «κωμικότερον». Με τον όρο αυτό, όμως, οι αρχαίοι αναφέρονταν στο γεγονός ότι στο τέλος «κανείς δεν σκοτώνει κανέναν». Δεν είναι, όμως, απαραίτητα «φωτεινό» το τέλος αυτό στην αρχαία συνείδηση, ιδιαίτερα όταν η καταλλαγή επέρχεται με μέσα τεχνητά, μαγικά, με την άνωθεν παρέμβαση ενός θείου όντος. Υπάρχει κάτι σκοτεινό σε έναν κόσμο όπου η ολοκληρωτική καταστροφή δεν μπορεί να αποφευχθεί με ανθρώπινα μέσα, όπου η σωτηρία δεν ανήκει στη σφαίρα του ανθρωπίνως εφικτού.

H αξία του αρχαίου ελληνικού δράματος έγκειται στη διαχρονικότητα των κειμένων ή ενυπάρχει και σε άλλα στοιχεία του;

Το αρχαίο θέατρο δραματοποιεί αρχετυπικούς μύθους. Έτσι, συλλαμβάνει την πεμπτουσία της condition humaine. Όσο κι αν απέχουμε από την αρχαία Ελλάδα ιστορικά και πολιτισμικά, η διαρκής επανεφεύρεση των αρχαίων τραγικών μύθων καταδεικνύει τη χρησιμότητά τους ως εργαλείων ανθρώπινης ενδοσκόπησης. Από την άλλη, το δράμα είναι και η κορωνίδα της αρχαιοελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας: παριστάνοντάς το στη σύγχρονη σκηνή, διασώζουμε την πιο λαμπρή ώρα του πιο σπουδαίου πολιτισμού της Ευρώπης.

Κατά την άποψή σας υπάρχουν όρια σε σχέση με το ανέβασμα μιας τραγωδίας ή μιας κωμωδίας;

Αν με τη λέξη «όρια» εννοούμε κάποιον επιβαλλόμενο περιορισμό της καλλιτεχνικής άδειας, τότε όχι. Κάθε σύγχρονη παράσταση αρχαίου δράματος ανήκει πρωτίστως στους σημερινούς δημιουργούς της, και αυτοί είναι αυτόνομοι καλλιτέχνες, όχι φερέφωνα του Ευριπίδη ή του Σοφοκλή. Κατ᾽ ακρίβεια, αν ο σύγχρονος καλλιτέχνης δεν σταθεί… ασεβώς απέναντι στον αρχαίο, μάλλον δεν θα μπορέσει να φτιάξει τέχνη που να μιλήσει σε μας, το σύγχρονο κοινό, σήμερα. Άρα, θα κατέληγε κανείς στο οξύμωρο ότι η κορυφαία πράξη ευσέβειας προς το αρχαίο κείμενο είναι η… ασέβεια! Πέραν αυτού, τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος. Είναι ένα πράγμα η καλλιτεχνική ελευθερία και η δημιουργική «ασέβεια» και άλλο η ανέμπνευστη αυταρέσκεια. Και ο νοών νοείτω!

Πληροφορίες

Παρασκευή, 19 Ιουλίου, Αρχαίο Ωδείο Πάφου

Κυριακή, 21 Ιουλίου, Αμφιθέατρο Μακάριος Γ΄ (Σχολής Τυφλών)

Έναρξη παραστάσεων: 9:00 μ.μ. Προσέλευση στο θέατρο πριν από τις 8:15 μ.μ.

Αγορά εισιτηρίων: ticketing@soldoutticketbox.com

Για γενικές πληροφορίες Φεστιβάλ: τηλ. 7000 2414

ΣΧΕΤΙΚΑ TAGS
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ

Θέατρο-Χορός: Τελευταία Ενημέρωση

X