Γράφει ο Αιμίλιος Χαρμπής
Πέρυσι τέτοιον καιρό το κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Γκέτεμποργκ απηύθυνε στο κοινό μια ασυνήθιστη πρόσκληση: ένας σκληροπυρηνικός σινεφίλ καλούνταν να περάσει μια εβδομάδα σε κάποιο απομονωμένο νησάκι της Βόρειας Θάλασσας, με μοναδική συντροφιά τις 60 ταινίες της διοργάνωσης. Το… πείραμα φαίνεται πως ήταν επιτυχές, οπότε οι υπεύθυνοι του Φεστιβάλ αποφάσισαν να διεξαγάγουν ένα ακόμα ενόψει της φετινής έκδοσης, η οποία ανοίγει αυλαία στις 28 Ιανουαρίου.
Η καινούργια δράση ονομάζεται «Υπνωτικό σινεμά» (Hypnotic Cinema) και περιλαμβάνει τρεις ταινίες διακεκριμένων κινηματογραφιστών: το βραβευμένο στις Κάννες «Memoria» του Απιτσατπόνγκ Βεερασεθάκουλ, το «Land of Dreams» των βραβευμένων στη Βενετία Σιρίν Νεσάτ και Σόζα Αζάρι και το «Speak No Evil» του Δανού Κρίστιαν Τάφντρουπ. Πριν από την έναρξη κάθε προβολής, ένας υπνωτιστής θα αναλάβει από σκηνής να εισαγάγει ολόκληρο το κοινό σε κατάσταση ύπνωσης, ενισχύοντας επί της ουσίας μια νοητική διαδικασία που να ταιριάζει με το θέμα της ταινίας.
Οπως καταλαβαίνει κανείς, στόχος των διοργανωτών δεν είναι φυσικά να πέσουν οι θεατές για… ύπνο. Σε ένα συνοδευτικό τρέιλερ που κυκλοφόρησαν, βλέπουμε έναν υπνωτιστή να απευθύνεται σε μια γυναίκα με φράσεις όπως «άκουσε προσεκτικά», «ξέχνα τις έγνοιες και το στρες», «μη φοβάσαι», «άσε μας να μπούμε μέσα σου, είμαστε οι νέες σου εμπειρίες», ενώ το κλιπ ολοκληρώνεται με μια πρόσκληση-πρόκληση: «Τολμάς στα αλήθεια να αφήσεις τον έλεγχο;».
Πέρα από την τελική επιτυχία όλων αυτών των πολλά υποσχόμενων, η αλήθεια είναι πως η διαδικασία της ύπνωσης επιτελεί μια συγκεκριμένη λειτουργία που συγγενεύει στενά με εκείνη της κινηματογραφικής παρακολούθησης: συγκεντρώνει την προσοχή σε έναν στόχο, μειώνοντας ταυτόχρονα ή και αποκλείοντας τους περιφερειακούς περισπασμούς. «Τόσο οι κινηματογραφικές αίθουσες όσο και η ύπνωση ήρθαν στο προσκήνιο στα τέλη του 19ου αιώνα. Αν κανείς δει το πρώιμο σινεμά –τον Μελιές, τον Γκρίφιθ– είναι γεμάτο από ύπνωση. Δεν πιστεύω πως πρόκειται για σύμπτωση. Υπάρχουν πολύ μεγάλες ομοιότητες ανάμεσα στο να είναι κανείς υπνωτισμένος και στο να βλέπει μια ταινία, ιδιαίτερα στη σκοτεινή αίθουσα», δήλωσε σχετικά ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ, Γιόνας Χόλμπεργκ.
Μοναδικός κίνδυνος πια είναι να συμβεί στους θεατές του «Υπνωτικού σινεμά» ό,τι και σε εμάς όταν είδαμε –δίχως… υποβοήθηση μάλιστα– το «Memoria» του Βεερασεθάκουλ: να τους πάρει δηλαδή όντως ο ύπνος.