ΚΥΠΕ
Μιαν άλλη, όχι ιδιαίτερα διαφημιζόμενη πλευρά, των πολέμων παρουσιάζει ο Ιταλός σκηνοθέτης Τζιάνι Αμέλιο στην ταινία του «Πεδίο μάχης», που είδαμε σήμερα στο επίσημο διαγωνιστικό πρόγραμμα της 81ης Μόστρας του κινηματογράφου. Συγκλονιστική ταινία, με φόντο το 1918, τη χρονιά του τέλους του Πρώτου Παγκόσμιου Πολέμου και που εκτυλίσσεται σ’ένα «πεδίο μάχης» μεταφορικό, που αναφέρεται στους χώρους των νοσοκομείων όπου μεταφέρονταν οι νεκροί και τραυματίες του πολέμου.
Η ταινία αρχίζει, με μαυρόασπρη αρχικά φωτογραφία, στους χώρους των μαχών και τα χαρακώματα, όπου, σε μια μεγάλης διάρκειας γυρισμένη σε τράβελινγκ, φρικαλέα σκηνή, παρακολουθούμε στρατιώτες να ψάχνουν και να μαζεύουν τα πολύτιμα αντικείμενα στις τσέπες των νεκρών, για να τελειώσει με ένα χέρι, μέσα από τα χαρακώματα, που ζητάει βοήθεια. Το χέρι, όπως ανακαλύπτουμε στην επόμενη σκηνή, ανήκει σ‘ ένα τραυματισμένο στρατιώτη, που εξηγεί στους άλλους τραυματίες, στο στρατιωτικό φορτηγό που τους μεταφέρει, πως αυτό το χέρι είναι που τελικά του έσωσε τη ζωή.
Τον στρατιώτη θα συναντήσουμε και στην επόμενη σκηνή, στο νοσοκομείο (όπου εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας), σ’ ένα από τα κρεβάτια, γεμάτα από τραυματισμένους στρατιώτες. Στρατιώτες άλλοι πραγματικά τραυματισμένοι στις σφαγές των μαχών και άλλοι που υποκρίνονται τους τραυματισμένους ή έχουν αυτοτραυματιστεί για να χαρακτηριστούν ανίκανοι για μάχη και να επιστρέψουν στα σπίτια τους.
Εκεί θα γνωρίσουμε και τους δυο βασικούς πρωταγωνιστές, τους γιατρούς, Στέφανο Ζόρζι (Γκαμπριέλ Μοντέζι) και Τζούλιο Φαράντι (Αλεσάντρο Μπόργκι). Ο Στέφανο, αυστηρός στρατιωτικός, πιστός στο καθήκον και την υποχρέωση του στρατιώτη να πολεμήσει μέχρι θανάτου για να υπερασπιστεί την πατρίδα του, φροντίζει τους αληθινούς τραυματίες και ξεσκεπάζει τους αυτοτραυματίες, είτε στέλνοντάς τους πίσω στο πεδίο της μάχης είτε στο στρατιωτικό δικαστήριο.
Αντίθετα, ο Τζούλιο, γιατρός ενάντια στον πόλεμο, συμπονεί τους αυτοτραυματίες και τους βοηθά, με διάφορα μέσα, για να μπορέσουν να γυρίσουν στα σπίτια τους, γεγονός που θα τον φέρει σε σύγκρουση με τον φίλο του, Στέφανο, τον οποίο ο πόλεμος έχει.μετατρέψει σε άνθρωπο κυνικό. Στα τραύματα του πολέμου θα προστεθεί και ένα δεύτερο κακό: ένας θανατηφόρος ιός από την Ισπανία, που ο Τζούλιο, με τη βοήθεια μιας πρώην φίλης του και τώρα νοσοκόμας, θα κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει όχι μόνο τους στρατιώτες, χτυπημένους από τον ιό αλλά και τους άρρωστους κατοίκους (ανάμεσά τους και πολλές γυναίκες και παιδιά) της πόλης.
Ο Αμέλιο («Ο άρχοντας των μυρμηγκιών», «Τρυφερότητα», «Lamerica») χρησιμοποιεί, στηρίζεται σε αληθινά γεγονότα, για να φτιάξει μια ταινία ενάντια στον πόλεμο και τις καταστροφές του (μαζί και την έλλειψη ανθρωπιάς και συμπόνιας). Η κάμερά του (με τα σχεδόν χωρίς χρώματα πλάνα του) δεν αποφεύγει να καταγράψει, με έντονο ρεαλισμό, τους καθημερινούς θανάτους, τους χωρίς ελπίδα σωτηρίας τραυματίες, μαζί και τα άγχη, τους φόβους και τα ψυχικά τους τραύματα, το πάθος τους να επιστρέψουν σε μια φυσιολογική ζωή. Σε μια από τις πιο ωραίες, συγκινητικές σκηνές, ένας ετοιμοθάνατος τραυματίας ζητά από τη νοσοκόμα φίλη του Τζούλιο να γράψει ένα γράμμα στη μητέρα του, όπου της θυμίζει πως μικρό τον έμαθε να ευχαριστεί τον Θεό για τα αγαθά που του προσφέρει, στέλνοντάς της τώρα ένα γράμμα, όπως το χαρακτηρίζει, επιστολή βλαστημίας ενάντια σε όσα Αυτός επιτρέπει να συμβαίνουν.
Προειδοποίηση (cautionary tale, όπως την αποκαλούν οι Αγγλόφωνοι) για όσα μπορούν να συμβούν σήμερα στην Αμερική, μετά την επίθεση των οπαδών της λευκής Αμερικής, στο Καπιτώλιο, είναι το αστυνομικό θρίλερ «The Order» («Η διαταγή») του Αυστραλού σκηνοθέτη Τζάστιν Κουρζέλ («Νίτραμ», «Η πόλη του χιονιού», «Μάκβεθ»), τη δεύτερη ταινία στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα, με πρωταγωνιστές τον Τζουντ Λο, Νίκολας Χουλτ και Τάι Σερινταν.
Η ταινία, βασισμένη σε αληθινά γεγονότα που συνέβησαν στην Αμερική στη δεκαετία του ´80 από μια ομάδα «λευκής υπεροχής», αφηγείται την ιστορία του Μπόμπ Μάθιους που, με μια ομάδα εγχώριων λευκών νεοναζιστών, από κοινότητες της βορειοδυτικής πλευράς των ΗΠΑ, ξεκίνησε ένα κίνημα (ακολουθώντας τους έξι κανόνες ενός ακροδεξιών απόψεων βιβλίου) για ληστείες τραπεζών, οπλισμό, ρίξιμο βομβών, δολοφονίες Εβραίων και Νοτιοαμερικανών μεταναστών, και, τελικά, επανάσταση. Οι ληστείες και οι πρώτες δολοφονίες θα τραβήξουν το ενδιαφέρον του νέου πράκτορα του FBI (που ερμηνεύει ο Τζουντ Λο) που φτάνει στην περιοχή και ο οποίος με τη βοήθεια της τοπικής αστυνομίας προσπαθεί να αποκαλύψει την πολιτική συνωμοσία για επανάσταση και ανατροπή της κυβέρνησης που προετοιμάζει η Ομάδα με την ονομασία The Order.
Ο Κουρζέλ φτιάχνει ένα crime thriller, θρίλερ με εγκλήματα, όπου αυτό που έχει σημασία είναι η ανάπτυξη του θέματος: η γνωριμία με τα πρόσωπα (από τη μια του πράκτορα και της ομάδας του κι από την άλλη των μελών της λευκής ομάδας των νεοναζί του Μάθιους), τα διάφορα επεισόδια (από τις ληστείες και τις ανατινάξεις μέχρι τις δολοφονίες) και οι έρευνες από την ομάδα του πράκτορα του FBI. Στοιχεία που ο σκηνοθέτης αναπτύσσει με σωστή αίσθηση του χρόνου, και την ελεγμένη μέχρι λεπτομέρειας δημιουργία του κατάλληλου ρυθμού καθώς και της δημιουργίας του αναμενόμενου σασπένς.
Έχοντας για έμπνευση παρόμοιες ταινίες της δεκαετίας του ´80 (ο ίδιος ο σκηνοθέτης στη συνέντευξη τύπου ανάφερε ως επίδραση διάφορα θρίλερ αγωνίας, όπως «Ο άνθρωπος από τη Γαλλία»), ο Κουρζέλ έφτιαξε μια καλοστημένη, με γοργό ρυθμό και ωραίες ερμηνείες, περιπέτεια, προειδοποίηση σίγουρα για ό,τι μπορεί να συμβεί (ίσως και πολύ χειρότερα) στο κοντινό μέλλον, ιδιαίτερα με υποψήφιο Πρόεδρο όπως ο Τραμπ, ικανό να οδηγήσει την Αμερική ακόμη και σε εμφύλιο πόλεμο.